Οταν σας ζήτησα ν’ ανάψετε φως για ν’ ανεβούμε τις σκάλες, μου είπατε ότι μπορείτε να τις ανεβείτε πια με κλειστά μάτια.

Επειτα από 30 χρόνια αυτή η σκάλα είναι προέκταση πια των ποδιών μου, της ζωής. Πραγματικά μπορώ να την ανεβώ με κλειστά μάτια.

Εχει αλλάξει η σχέση σας έπειτα από τόσα χρόνια με τον χώρο;

Σίγουρα έχει αλλάξει και αυτό είναι το ωραίο αυτής της ιστορίας. Αυτές οι συναντήσεις είναι σημαντικές. Είτε είναι συναντήσεις με ένα έργο είτε με ένα βιβλίο είτε με έναν άνθρωπο. Κάτι αλλάζουν, κάτι διαφοροποιούν και αυτό είναι το καλό και το ωραίο. Αλλιώς δεν μας έκαναν τίποτα όλα αυτά τα ερεθίσματα που παίρνουμε και τολμώ να πω ότι δεν θα είχε κανένα νόημα η ζωή. Αυτό το θέατρο κάθε χρόνο, και μερικές φορές και δύο φορές τον χρόνο, αλλάζει άρδην. Αλλάζει από τα θεμέλια. Ανάλογα με το έργο διαμορφώνεται από την αρχή και είναι τρομερός ο μετασχηματισμός του.

Παρασύρει και εσάς αυτή η αλλαγή;

Απόλυτα. Αυτό είναι το θέατρο. Εχει να κάνει με το εδώ και τώρα, με τη ζωντανή παρουσία. Ζωντανοί είμαστε εμείς, ζωντανό είναι και το κοινό.

Ετσι όπως το περιγράφετε, όμως, πρέπει να σας πω ότι θίγετε και το εφήμερο αυτής της σχέσης.

Βέβαια, το θνησιγενές. Είμαι απολύτως συμφιλιωμένη! Αυτό είναι και ένα στοιχείο του θεάτρου που εμένα με ιντριγκάρει, με εξιτάρει. Γεννιέται στην παράσταση και πεθαίνει στην παράσταση. Αυτή η σχέση δηλαδή είναι πάντα καινούργια. Εχει κάτι από τον έρωτα.

Ποιοι είναι οι άξονες δηλαδή που το συνδέουν με τον έρωτα;

Εχει πολλά στοιχεία. Κατ’ αρχάς το παίρνω – δίνω, το επηρεάζω και επηρεάζομαι, την έξαψη, τη διέγερση, την έκσταση, την αίσθηση του τέλους. Γιατί αν δεν μπορεί να μετατραπεί ο έρωτας σε κάτι άλλο, δεν μπορεί να διατηρηθεί.

Σε τι μπορεί να μετατραπεί ο έρωτας;

Σε αγάπη, σε σχέση βάθους. Γενικά καθετί που δεν μπορεί να διαμορφωθεί σε κάτι άλλο τελειώνει. Δεν έχει νόημα. Ο,τι δεν έχει μέσα του το στοιχείο μιας καινούργιας ζωής, μιας καινούργιας προοπτικής, τελειώνει.

Αντιμετωπίζετε τη ζωή σας και το θέατρο πάντα με αυτά τα μυαλά;

Με αυτά και χειρότερα. Ξέρετε, όλα αυτά διαμορφώνονται σε λέξεις έπειτα από κάποια χρόνια. Στην αρχή φαντάζεσαι πάντα το αιώνιο και το ονειρεύεσαι και το ποθείς. Εγώ πιστεύω ότι η φύση γενικότερα είναι σοφή και μας οδηγεί αν την ακούμε. Μεγαλώνοντας δημιουργούνται άλλες επιθυμίες, άλλες ανάγκες και άλλες δυνατότητες. Η ίδια η φύση σε πάει αλλού. Εχουν υπάρξει άνθρωποι οι οποίοι ζουν με τη νοσταλγία του παρελθόντος. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί, δεν γίνεται να ισχύει.

Καθοριζόμαστε από τις επιθυμίες μας;

Απολύτως. Δεν μπορεί να έχω τις ίδιες επιθυμίες εγώ με ένα κορίτσι 20 χρονών. Είναι αστείο. Η φλόγα για κάτι που θες να κάνεις ας υπάρχει μέχρι να φτάσεις τα βαθιά γεράματα. Ομως πρέπει να ξέρουμε τι μπορούμε να κάνουμε κάθε φορά. Εγώ έχω υπάρξει πρωταθλήτρια στο κολύμπι. Ε, δεν μπορώ να κάνω πρωταθλητισμό τώρα! Είναι αστείο να το ζητάω. Λατρεύω να κολυμπάω και κολυμπάω δύο ώρες χωρίς σταματημό και μου αρέσει τρελά! Δεν μπορώ όμως να συναγωνιστώ ένα νέο παιδί πια. Το ίδιο ισχύει και με τον έρωτα. Ερωτεύεσαι διαφορετικά όταν είσαι 20, διαφορετικά όταν είσαι 40, διαφορετικά όταν είσαι 60. Και δεν ξέρω αν ερωτεύονται παραπέρα οι άνθρωποι. Η ζωή του καθενός είναι ζωή του, δεν ξέρω. Αλλά νομίζω ότι κάπου έχεις καταλήξει σε μια ηλικία και έχεις φτιάξει μια κατάσταση για σένα. Ομως και πάλι ποτέ δεν ξέρεις. Εγώ είμαι παντρεμένη εδώ και πάρα πολλά χρόνια με τον σύντροφό μου. Είναι το άλλο μου μισό.

Τι είναι αυτό που φέρνει κοντά τους ανθρώπους;

Πιστεύω πάρα πολύ στην κοινή οπτική και όχι μόνο στην κοινή αισθητική. Αλλά γιατί μιλάμε συνεχώς για τον έρωτα; Μήπως τελικά επειδή όλα εκπορεύονται από κει;

Προέρχεστε από ένα αστικό περιβάλλον και αυτό ίσως σας βοήθησε να διεκδικήσετε το όνειρο του θεάτρου. Πριν από λίγο μου είπατε ότι ήσασταν πρωταθλήτρια στο κολύμπι. Δεν είναι σύνηθες για ένα κορίτσι της εποχής ώς τότε να κάνει πρωταθλητισμό στο κολύμπι.

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, αυτό ήθελα να κάνω. Ναι, φυσικά το περιβάλλον μου με βοήθησε να διεκδικήσω τα όνειρά μου. Αλλά οι γονείς μου, όταν τους είπα ότι θέλω να κάνω θέατρο, δεν ήταν καθόλου σύμφωνοι. Ημουν ένα πολύ ανήσυχο παιδί, με γοήτευε το ρίσκο. Ο πατέρας μου ήταν οδοντίατρος και η μητέρα μου δεν εργαζόταν γιατί έκανε τέσσερα παιδιά, αλλά διάβασε πολύ, παρακολουθούσε τις τέχνες. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν ήταν από εκείνους τους γονείς που θα συμφωνούσαν το παιδί τους να γίνει ηθοποιός. Αυτός που με βοήθησε να διεκδικήσω το όνειρό μου ήταν ο πατέρας του Αλέξη. Ηταν ένας γάμος που διήρκεσε ενάμιση χρόνο. Γάμος – αστραπή. Αλλά αυτό με βοήθησε πάρα πολύ στο να μπορέσω να πάω στη σχολή.

Ο πρώτος σας ρόλος στο θέατρο;

Ηταν η Αννα Μπολέιν. Τότε ο Λεωνίδας Τριβιζάς με πίστεψε και μου έδωσε αυτόν τον ρόλο. Ο κινηματογράφος ήταν τότε στο πικ του και έκανα αρκετό κινηματογράφο, όμως ποτέ δεν τον πήρα στα σοβαρά. Κατά την άποψή μου, ο ελληνικός κινηματογράφος – με εξαίρεση τους κωμικούς της εποχής που ήταν σχεδόν όλοι ένας κι ένας – είναι υπερεκτιμημένος.

Εχετε σκεφτεί ποιοι είναι οι ρόλοι οι οποίοι σας γοητεύουν;

Εκείνοι που δεν είναι προφανείς. Εκείνοι που έχουν κάποια στοιχεία ανατροπής, βάθους. Δεν με ενδιαφέρουν οι πολύ καλές κυρίες. Επιδιώκω να παίζω πιο περίπλοκους χαρακτήρες.

Είναι ένας τέτοιος ο ρόλος της Αμάντα Γουίνγκφιλντ που θα ενσαρκώσετε στον «Γυάλινο κόσμο»;

Απολύτως. Αυτό το έργο το επιλέξαμε μαζί με τον Δημήτρη Καραντζά που είναι ένα νέο παιδί. Με ενδιαφέρει η συνύπαρξη και η ανταλλαγή ανάμεσα στην παλαιότερη γενιά και στη νεότερη. Πάντα κάτι φέρνει ή σχεδόν πάντα. Πιστεύω ότι και οι δύο πλευρές έχουν να πάρουν. Ξαναδιαβάζοντας τον ρόλο αποκαλύφθηκαν πλευρές που δεν τις είχα φανταστεί και ευτυχώς που συμβαίνει αυτό γιατί διαφορετικά βαριέμαι. Αυτός λοιπόν ο ρόλος έχει μία δυσκολία, γι’ αυτό και με ενδιαφέρει.

Μου αναφέρετε στην αρχή της συνέντευξης τη δυσκολία σας και την αγωνία σας να μπείτε στον κόσμο του θεάτρου. Ηταν αυτή η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε;

Οι δύσκολες εμπειρίες μου αφορούσαν μόνο την περιπέτεια του Αλέξη με το ποτό, με τον αλκοολισμό. Εφτασα σε πολύ αφόρητη και επώδυνη κατάσταση όταν τον έβλεπα να ζει με αυτή την εξάρτηση. Από τη στιγμή που σώθηκε ο Αλέξης σώθηκα αυτομάτως κι εγώ. Μπροστά σε αυτήν τη δύναμη που είδα ν’ αναβλύζει από μέσα του, άρχισε να αλλάζει η οπτική αυτομάτως για πολλά πράγματα. Ο ίδιος ο Αλέξης με έσωσε. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι έχουν βαθιά μέσα τους κρυμμένες δυνάμεις. Πολλές φορές φέρνω στο μυαλό μου αυτά που έλεγε ο Κατράκης: «Θεέ μου, μη μου δώσεις όσα μπορώ να αντέξω». Η περιπέτεια του Αλέξη ήταν ένα πάρα πολύ καλό μάθημα για μένα. Με έκανε να σκεφτώ τη δύναμη και τα ψυχικά αποθέματα που αναδύονται μπροστά σε δυσκολίες και σε επώδυνες καταστάσεις. Εγώ πιστεύω στον άνθρωπο. Και ο γιος μου μού το υπενθύμισε για μία ακόμη φορά.