Χαμηλότερα κρατάει τον πήχη της ανάπτυξης για φέτος το ΙΟΒΕ προβλέποντας ότι η ελληνική οικονομία θα τρέξει με ρυθμό 2,2% έως 2,5%, κάτω δηλαδή από τομ στόχο 2,8% που έχει θέσει η κυβέρνηση.
Ωστόσο, όπως ανέφερε ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, φέτος θα είναι η πρώτη χρονιά ύστερα από μια δεκαετία που η ελληνική οικονομία θα μπορεί να είναι περισσότερο στραμμένη στις προκλήσεις του μέλλοντος παρά στα προβλήματα που κληρονομεί από το παρελθόν. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη και το οικονομικό κλίμα ενισχύονται σε υψηλά επίπεδα, το κόστος χρηματοδότησης αποκλιμακώνεται στο δημόσιο και σταδιακά και στο ιδιωτικό επίπεδο, ενώ σημαντικοί τομείς όπως η οικοδομή ανακάμπτουν έπειτα από πολυετή λήθαργο.
Κατά την παρουσίαση της έκθεσης του ΙΟΒΕ, ο Νίκος Βέττας άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για τις παρεμβάσεις στο φορολογικό και ασφαλιστικό πεδίο, σημειώνοντας ότι «ευνοούν σχετικά πολύ περισσότερο την αυτοαπασχόληση και τη μικρή επιχειρηματικότητα σε σύγκριση με τη μισθωτή απασχόληση, εξέλιξη που δεν συντείνει στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και εξωστρέφειας της οικονομίας». Ειδικότερα, το ΙΟΒΕ τονίζει ότι «οι πρόσφατες παρεμβάσεις καθιστούν το σύστημα φορολογίας εισοδήματος ακόμη περισσότερο προοδευτικό και διατηρούν ακραία υψηλή επιβάρυνση για το σχετικά μικρό ποσοστό του πληθυσμού που πληρώνει φόρους». Το ΙΟΒΕ θεωρεί ότι θα ήταν ιδιαίτερα θετικές η μείωση του επιπέδου των ασφαλιστικών εισφορών στη μισθωτή εργασία, του ιδιαίτερα υψηλού ορίου του ασφαλιστέου εισοδήματος, η ενίσχυση της ανταποδοτικότητας και ευελιξίας των συντάξεων μέσω δεύτερου και τρίτου πυλώνα και η άμβλυνση της ακραίας προοδευτικότητας του φορολογικού εισοδήματος.
Το ΙΟΒΕ σημειώνει, εξάλλου, τη μεγάλη υστέρηση στην αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, η οποία οδηγεί σε μεγάλη απώλεια ΑΕΠ, σε σχέση με αυτό που θα επιτυγχανόταν εάν η χώρα δεν είχε τόσο μεγάλες αποκλίσεις από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στο τέλος του 2019 η Ελλάδα είχε αξιοποιήσει μόλις 28% των κονδυλίων του ΕΣΠΑ.







