Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στον ανεπτυγμένο κόσμο παίζει πλέον πρωταρχικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των χωρών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Κύπρο η εξωστρεφής Ανώτατη Εκπαίδευση συνεισφέρει 2,5%-3% του ΑΕΠ. Αντιθέτως στην Ελλάδα τα ΑΕΙ λειτουργούν σε ένα πλήρως κεντρικοποιημένο και γραφειοκρατικό σύστημα δομών και διαδικασιών, που δεν τους επιτρέπει να υποστηρίξουν αναπτυξιακές πρωτοβουλίες παρότι έχουν εξαιρετικό ακαδημαϊκό έμψυχο υλικό, εξειδικευμένη τεχνογνωσία και παραγωγή διεθνούς γνώσης. Ενα ολοκληρωμένο πλάνο ενεργής συμμετοχής της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην εθνική προσπάθεια οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης περιλαμβάνει τρεις πυλώνες:

1. Αξιοποίηση της υψηλού επιπέδου έρευνας των ελλήνων ερευνητών για την επίλυση σημαντικών τοπικών προβλημάτων, τη δημιουργία διεθνώς εμπορεύσιμων καινοτόμων προϊόντων και την προσέλκυση κέντρων έρευνας και ανάπτυξης (R&D) διεθνών εταιρειών και οργανισμών.

2. Δημιουργία διεθνών εκπαιδευτικών κόμβων αριστείας μέσω εξειδικευμένων ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών για ξένους φοιτητές, σε επιστημονικούς κλάδους όπου έχουμε στρατηγικό πλεονέκτημα ή/και ακαδημαϊκή αριστεία, από έλληνες διδάσκοντες εντός και εκτός Ελλάδος.

3. Σύνδεση των ΑΕΙ με την αγορά εργασίας μέσω σεμιναρίων, υποχρεωτικής πρακτικής άσκησης, επαγγελματικής πιστοποίησης των δεξιοτήτων κ.λπ.

Ο τρίτος πυλώνας αφορά το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας, που είναι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας ειδικά στους νέους. Το 40% των νέων είναι άνεργοι, ενώ το 50% των αποφοίτων των ΑΕΙ δεν μπορούν να βρει εργασία. Δυστυχώς λόγω έλλειψης μακροπρόθεσμης στρατηγικής από πλευράς πολιτείας και των στρεβλώσεων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, μόνο το 50% των αποφοίτων από τα ΑΕΙ αφορά ειδικότητες που συμβάλλουν άμεσα στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας και τους εθνικούς οικονομικούς στόχους που έχουμε συμφωνήσει με τους δανειστές μας για τις επόμενες δεκαετίες.

Μία λύση στο σοβαρό πρόβλημα της ανεργίας πτυχιούχων είναι ένα μαζικό πρόγραμμα εξειδίκευσης ή επανειδίκευσής τους έτσι ώστε να έχουν τις αναγκαίες δεξιότητες για την κάλυψη των νέων θέσεων εργασίας που πρόκειται να δημιουργηθούν ως αποτέλεσμα μιας επιθετικής και έξυπνης αναπτυξιακής πολιτικής και προσελκύσεως επενδύσεων. Μία τέτοια πολύπλοκη δράση μπορεί να υλοποιηθεί σε χρονικό ορίζοντα δεκαετίας, τα ΑΕΙ μπορεί να είναι οι κύριοι φορείς υλοποίησής της (στα πλαίσια των μεταπτυχιακών σπουδών και των Κέντρων Επιμόρφωσης και Διά Βίου Μάθησης) σε συνεργασία με ένα νέο οικοσύστημα στοχευμένης και αποδοτικής κατάρτισης με την εμπλοκή κλαδικών φορέων, και να αφορά την επανειδίκευση τουλάχιστον μισού εκατομμυρίου ανέργων σε ειδικότητες και κλάδους με μεγάλη προοπτική. Αρα το μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας μπορεί να επανατοποθετηθεί σε μία τελείως διαφορετική βάση και να αξιοποιηθεί ως ένα αναπτυξιακό εργαλείο αφού παράλληλα δημιουργηθεί και μία δυναμική για μια καινοτόμο επιχειρηματική δραστηριότητα. Για παράδειγμα, η χώρα μας διαθέτει πολλές χιλιάδες STEM (πτυχιούχοι θετικών επιστημών) ανέργους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την κάλυψη της εσωτερικής, αλλά και της ευρωπαϊκής, υψηλής ζήτησης σε ψηφιακές δεξιότητες. Μία ολοκληρωμένη δράση κατάρτισης για τον κλάδο των ψηφιακών τεχνολογιών μπορεί να περιλαμβάνει κλασικές ειδικότητες όπως του προγραμματιστή, αλλά και νέες όπως της ανάλυσης μεγάλων δεδομένων (big data). Η έμφαση μπορεί να δοθεί σε εξειδίκευση (ένας απόφοιτος τμήματος πληροφορικής να εξειδικευθεί σε ασφάλεια ψηφιακών συστημάτων) αλλά και επανειδίκευση (μία απόφοιτη ανθρωπιστικών σπουδών να επανειδικευθεί στο ψηφιακό μάρκετινγκ ή ένας απόφοιτος φυσικομαθηματικής σχολής στη διαχείριση δεδομένων).

Η επανειδίκευση θα πρέπει επίσης να συνδυάζεται  με ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού σε σύγχρονες επαγγελματικές δεξιότητες (επικοινωνία, καινοτομία κ.λπ.) και απασχόλησής τους με την εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων και της επιχειρηματικής κοινότητας.

Ολα τα παραπάνω για να πραγματοποιηθούν θα πρέπει πρώτα να υπάρχει Ανώτατη Εκπαίδευση που να βασίζεται στην αριστεία, στο αναγνωρισμένο επιστημονικό προσωπικό, στη συνεχή αξιολόγηση, στις διεθνείς συνεργασίες, στην ευελιξία και αποκέντρωση των μονάδων εκπαίδευσης και βεβαίως στην αναγκαία χρηματοδότηση από δημόσιους ή ιδιωτικούς πόρους. Αυτά είναι διεθνώς αυτονόητα αλλά όχι στη δίκη μας περίπτωση.

Ο Γεώργιος Δουκίδης είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών