«Να ευχηθούμε η αυριανή να είναι μια καλή μέρα» είπε ο πρόεδρος της Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Γιάννης Ιωαννίδης, σε ένα από τα σχόλια που ακούστηκαν μόλις το πάνελ του Κύκλου Ιδεών τελείωσε τις εισηγήσεις του για τις σημερινές ανακοινώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Υπουργικό Συμβούλιο. Μετρώντας αντίστροφα για την αποκάλυψη του νομοσχεδίου που θα εξισώνει το δικαίωμα στον πολιτικό γάμο και την τεκνοθεσία για τα ομόφυλα ζευγάρια, ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε χθες καλεσμένους σε εκδήλωση στο κέντρο της Αθήνας τρεις καθηγητές Νομικής, τις Λίνα Παπαδοπούλου και Κατερίνα Φουντεδάκη, που συνέγραψαν τη σχετική πρόταση, και τον Αντώνη Καραμπατζό – σε μια πρώτη αποτύπωση, σε νομικό πλαίσιο, των αλλαγών που συντελούνται. Η προσπάθεια για τεχνική και «αποδραματοποιημένη» συζήτηση ήταν σε γενικές γραμμές επιτυχημένη, αν και τα αίματα στη γεμάτη αίθουσα άναψαν ως έναν βαθμό την ώρα της συζήτησης.

Για το κοινό, όπως φάνηκε από τις ερωτήσεις, το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι ούτε ο γάμος ούτε η τεκνοθεσία, αλλά η δυνατότητα για παρένθετη κύηση ως μέσο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, η οποία ωστόσο δεν περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο που θα ανακοινωθεί σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο. Οπως σχολίασε στη δική της παρέμβαση η Φουντεδάκη, στην αρχική πρόταση υπήρχαν οι χειρουργικές επεμβάσεις πάνω στο ισχύον πλαίσιο, ώστε να επεκταθεί στα ομόφυλα ζευγάρια.

«Η κυβέρνηση αντιμετωπίζοντας τις αντιδράσεις», επεσήμανε, «έκανε την επιλογή να αφαιρεθούν από το σχέδιο νόμου». Σημείωσε παράλληλα πως στις αντιδράσεις συντέλεσε η δήλωση που ερμηνεύθηκε ως «παραγγελία» και «επιλογή φύλου», μιλώντας εμμέσως για τη σχετική δήλωση του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι αποχρώσες διαφορετικές νομικές απόψεις των προσώπων του πάνελ δεν ενοχλούσαν στο κοινό συμπέρασμα – πως οι αλλαγές που αναμένονται είναι εδώ και καιρό απολύτως απαραίτητες.

Ποιοι συμμετείχαν

Οι παρόντες στην εκδήλωση προέρχονταν τόσο από τον πολιτικό όσο και από τον νομικό κόσμο: το «παρών» έδωσε σχεδόν το σύνολο της ηγεσίας της Δικαιοσύνης (Ιωάννα Κλάπα, Γεωργία Αδειλίνη, Μαργαρίτη Στενιώτη, Παναγιώτης Δανιάς), ο πρώην υπηρεσιακός πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννης Σαρμάς, αλλά και ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος. Σε πολιτικό επίπεδο, από τη ΝΔ το «παρών» έδωσε ο Βασίλης Οικονόμου, ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπήθηκε από την Αθηνά Λινού, ενώ από τη μεριά του ΠΑΣΟΚ ήταν εκεί οι βουλευτές Παύλος Χρηστίδης, Γιάννης Τσίμαρης, Πάρις Κουκουλόπουλος, Γιώργος Μουλκιώτης, ο εκπρόσωπος Τύπου Θανάσης Γλαβίνας, η πρώην υπουργός Κατερίνα Μπατζελή και ο πρώην βουλευτής του Ποταμιού και της ανανεωτικής Αριστεράς Σπύρος Λυκούδης.

«Οταν ανοίγει η συζήτηση για ζητήματα συνταγματικής ηθικής, αναρριπίζονται όλες οι αντιθέσεις», σχολίασε στη δική του παρέμβαση, από τον ρόλο του συντονιστή, ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Εκανε λόγο για συστήματα «στερεοτύπων και παρεξηγήσεων» απέναντι στο αυτονόητο κεκτημένο του θεσμικού πολιτισμού και της έννομης τάξης, συμπληρώνοντας (και δίνοντας τροφή για συζήτηση) πως οι απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα θα έπρεπε να έχουν δοθεί από τη Δικαιοσύνη. Σημείωσε παράλληλα τη σημασία της αντιμετώπισης της πρακτικής ανισότητας ανάμεσα σε ένα ζεύγος γυναικών και σε ένα ζεύγος ανδρών όσον αφορά την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, η οποία ενδεχομένως απασχολήσει μετά την ψήφιση των αλλαγών. Και παράλληλα, διευκρίνισε πως ο όρος «ομόφυλος» για τα ζευγάρια είναι όρος ταυτότητας φύλου και όχι σεξουαλικού προσανατολισμού, ο οποίος είναι «προσωπικό δεδομένο και δεν ανακοινώνεται. Δεν κάνουμε έρευνα εδώ πέρα», σημείωσε ο Βενιζέλος.

«Εχει φτάσει η επόμενη φάση εξέλιξης του αστικού δικαίου»

Οπως ανέφερε ο Αντώνης Καραμπατζός, το 2023 μετρήσαμε 40 χρόνια από τη μεγάλη μεταρρύθμιση του 1983 για το αστικό δίκαιο: ισονομία, διαζύγιο, συμφέρον του παιδιού ως βασικός γνώμονας λήψης αποφάσεων, πολιτικός γάμος και αποποινικοποίηση της μοιχείας είχαν όλα προκαλέσει ηχηρές αντιδράσεις σε μια κοινωνία που δεν ήταν απολύτως έτοιμη να δεχτεί τις αλλαγές.

«Κανείς δεν θυμάται πια αυτές τις αντιδράσεις, τώρα έχει φτάσει η επόμενη φάση εξέλιξης του αστικού δικαίου», σχολίασε χαρακτηριστικά, μετρώντας την εξέλιξη στο αστικό δίκαιο που έφερε επιτρεπτικές αλλαγές στον νόμο για την παρένθετη κύηση, την καθιέρωση συμφώνου συμβίωσης πρώτα για ετερόφυλα και έπειτα για ομόφυλα ζευγάρια και τώρα προχωράει στην κατάργηση των δυσμενών διακρίσεων φύλου, αλλά διατηρεί το ερώτημα που αφορά την πρόσβαση των ανδρών στην παρένθετη κύηση. «Γιατί δεν θέλει μια μεγάλη μερίδα να αναγνωριστεί το δικαίωμα του γάμου στα ομόφυλα ζευγάρια; Oπως και στην ποίηση και στον έρωτα, έτσι και στον γάμο δεν υπάρχει ισότιμο υποκατάστατο», σχολίασε.

Για τον Καραμπατζό, οι όροι εξελίσσονται όσο εξελίσσεται και η κοινωνία, γι’ αυτό «δεν θα ήταν αρνητικός» σε όσους μιλούν για πιο πολιτικά ορθούς όρους που αφορούν την υιοθεσία και τη γονεϊκότητα. Παράλληλα, ξεκαθάρισε πως παρά τα όσα πιστεύουν αρκετοί εξ όσων εκφράζουν ενστάσεις αυτό το διάστημα, το σύμφωνο συμβίωσης δεν θα μπορούσε να διαμορφωθεί με κάποιον τρόπο ώστε να μην προκύψει γάμος: «Δεν προβλέπεται ούτε για τα ετερόφυλα ζεύγη η ικανότητα τεκνοθεσίας», διευκρίνισε.

Οσον αφορά την παρένθετη κύηση, τόνισε πως κάθε ένσταση επί της αρχής, θα έπρεπε να είναι ένσταση επί του συνόλου. «Εγώ δεν έχω ενστάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η βούληση της παρένθετης έχει σχηματιστεί ελεύθερα», σχολίασε, επισημαίνοντας πως «η δυνατότητα χρήσης της παρένθετης από μόνες γυναίκες ή ομόφυλα γυναικεία ζευγάρια, φέρνει ανισότητα στους άνδρες».

Το νομοθέτημα που έρχεται «κινείται γύρω από την ισότητα»

«Η απαγόρευση σύναψης μιας σύμβασης του αστικού δικαίου εξαιτίας του φύλου είναι για μένα διάκριση λόγω φύλου», ανέφερε από τη μεριά της η Λίνα Παπαδοπούλου – και προέβη σε μια αποκάλυψη για το νομοσχέδιο που θα δει το φως της δημοσιότητας σήμερα, καθώς εκεί υπάρχει άρθρο που αφορά την επέκταση της απαγόρευσης δυσμενών διακρίσεων λόγω φύλου και σε άλλους τομείς «όχι μόνο στην εργασία, όπως προβλέπεται από το ενωσιακό δίκαιο, αλλά στην κοινωνική προστασία και στις φορολογικές διευκολύνσεις που θα είναι οι ίδιες με αυτές που προβλέπονται για τα ετερόφυλα ζευγάρια».

Το νομοθέτημα που έρχεται, για την Παπαδοπούλου, «κινείται γύρω από την ισότητα» και στην ερμηνεία που του δίνει εκείνη εφεξής όλες οι διατάξεις του αστικού δικαίου θα πρέπει να περιλαμβάνουν την νέα ανάγνωση για τα φύλα. Οσον αφορά την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, η Παπαδοπούλου μίλησε για τη φεμινιστική προσέγγιση που λέει ότι το γυναικείο σώμα δεν είναι εργαλείο, για να επισημάνει πως αυτό το επιχείρημα καταλήγει για όσους το στηρίζουν στην καθολική απαγόρευση της παρένθετης κύησης.

«Ο κ. Σαμαράς, από την άλλη, έχει καταφερθεί έντονα επί του θέματος, ήταν όμως πρωθυπουργός στην κυβέρνηση που έδωσε τη νομική δυνατότητα να έρχονται και να αξιοποιούν τις παρένθετες από το εξωτερικό», σχολίασε, εισπράττοντας την απάντηση από τον τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης πως αυτή ήταν μια κυβέρνηση «Σαμαρά – Βενιζέλου». Η Παπαδοπούλου ήταν αρνητική και για το δημοψήφισμα: «Κυριαρχεί η φιλελεύθερη αρχή του κράτους δικαίου όταν η πλειονότητα έχει ένα δικαίωμα και η μειονότητα δεν το έχει», σχολίασε, επισημαίνοντας παράλληλα πως μπορεί μεν κανείς να μην υποχρεώνει τις εκκλησίες να ιερολογήσουν, όμως «αν υπάρχει μια εκκλησία που το αποφασίζει, τότε ο θρησκευτικός γάμος θα πρέπει να αναγνωριστεί εφόσον ο όρος αναγνωρίζεται νομικά».

Στο ελληνικό δίκαιο υπέρτερο είναι το συμφέρον του παιδιού

«Ολο αυτό το διάστημα είμαστε αναγκασμένοι να λέμε αυτονόητα πράγματα», εξήγησε η Κατερίνα Φουντεδάκη, σχολιάζοντας πως το νομοσχέδιο δεν είναι κεραυνός εν αιθρία, καθώς είχε προηγηθεί η αντίστοιχη επιτροπή για την εθνική στρατηγική όσον αφορά τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα υπό τον Λίνο – Αλέξανδρο Σισιλιάνο, η οποία διαμόρφωσε ένα γενικό πλαίσιο που «υλοποιήθηκε και από αυτούς τους υπουργούς που σήμερα είναι αντίθετοι».

Πάνω σ’ αυτό το πλαίσιο ετοιμάστηκε η πρόταση νόμου, ενώ η καθιέρωση των αλλαγών είναι, για τη Φουντεδάκη, εφάμιλλη της μεταρρύθμισης του 1983 και τη θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου. «Θα μπορούσε να γίνει μόνο με μια φράση στο άρθρο 1350;», αναρωτήθηκε, για την επέκταση του γάμου σε ομόφυλα ζευγάρια, τονίζοντας πως αυτή είναι η ουσία, αλλά «δεν είναι μόνο αυτή, καθώς προβλέπεται ένα πλήρες σύστημα συγγένειας»: ένα θέμα λύνεται αυτόματα, η υιοθεσία, ενώ έπρεπε να προβλεφθεί επίσης η τύχη των γάμων που έχουν συναφθεί στο εξωτερικό, με την αναγνώριση συγγένειας παιδιών.

Κενά μένουν μόνο στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, σύμφωνα με τη Φουντεδάκη, η οποία σχολίασε δηκτικά πως «ο «κίνδυνος» τα ομόφυλα ζευγάρια να αδειάσουν τα ιδρύματα από τα παιδιά είναι μόνο θεωρητικός». Οπως επεσήμανε η Φουντεδάκη, στο ελληνικό δίκαιο υπέρτερο είναι το συμφέρον του παιδιού, κάνοντας και μια αναδρομή στις δυσκολίες και τις διχογνωμίες που διαμόρφωσαν το πλαίσιο για την παρένθετη κύηση. Και γι’ αυτό έβαλε άλλη μια παράμετρο: «Το παιδί που θα γεννήσουν δύο παντρεμένες γυναίκες τι θα είναι; Εντός ή εκτός γάμου;».