Αν εξαιρέσουμε τους φανατικούς οπαδούς της σειράς Suits που εξαιτίας του πριγκιπικού γάμου έχασαν όχι μόνο την «Ρέιτσελ» (Μέγκαν Μαρκλ) αλλά και τον «Μάικ» (Πάτρικ Άνταμς), δηλαδή το 50% του ενδιαφέροντος της σειράς, πάρα πολλοί άνθρωποι είδαν με καλό μάτι το γάμο ενός μέλους της βρετανικής βασιλικής οικογένειας με μία αμερικανίδα (και δη με μητέρα αφροαμερικανίδα). Έμοιαζε με στοιχείο ανανέωσης και σίγουρα για τον Πρίγκιπα Χάρι ήταν ένα στοιχείο που κάπως  βελτίωσε μια εικόνα που στο παρελθόν κατά βάση επικέντρωνε στην προτίμησή του στα ναζιστικά κοστούμια  ως αποκριάτικη ενδυμασία.

Ωστόσο φαίνεται πώς τα πράγματα κάθε άλλο παρά παραμυθένια ήταν ακόμη και σε μια ιστορία με… πραγματικούς πρίγκιπες. Η πρόσφατη συνέντευξη του πριγκιπικού ζεύγους στην Όπρα Γουίνφρεϊ ήρθε να συμπληρώσει τα κενά στην ιστορία της σταδιακής απομάκρυνσής τους από τη βασιλική οικογένεια, με αποκορύφωμα την απόφαση να μην παραιτηθούν των επίσημων καθηκόντων τους ως μελών της και να μετοικήσουν στην Καλιφόρνια.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε σε αυτή τη συνέντευξη το γεγονός ότι πλάι σε όλα όσα μάθαμε παρακολουθώντας τη σειρά The Crown, δηλαδή τα ιδιότυπα καψόνια στα οποία υποβάλλει η βασιλική οικογένεια όσους δεν ανήκουν σε αυτήν, υπάρχουν και πολύ συγκεκριμένες πολιτικές προκαταλήψεις, με αποκορύφωμα την εμφανώς ρατσιστική αγωνία ως προς το πόσο… σκουρόχρωμα θα ήταν τα τέκνα του ζεύγους.

Μια όχι και τόσο παραμυθένια ιστορία

Στην πραγματικότητα η Βρετανική Μοναρχία είναι ένα ιστορικό απολίθωμα που αποτελεί μέρος του ιδιότυπου αρχαϊσμού μιας χώρας που επαίρεται για την μακρά διάρκεια του κοινοβουλευτισμού της, όμως εξακολουθεί να μην έχει γραπτό σύνταγμα, να αποδίδει ρόλο (και θέσεις στις διοικήσεις των επιχειρήσεων ή το κράτος) στα τέκνα της αριστοκρατίας και να καταβάλλει ένα γενναίο ποσό κάθε χρόνο για να συντηρεί μια βασιλική οικογένεια που δεν ασκεί καμία στην πραγματικότητα εξουσία.

Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι η τελευταία φορά που ένα μέλος της ευρύτερης βασιλικής οικογένειας έπαιξε πραγματικό πολιτικό ρόλο, όταν ο Λόρδος Λούις Μαουντμπάντεν, θείος του πρίγκιπα Φιλίππου και θύμα βόμβας του IRA το 1979, ήταν αντιβασιλέας της Ινδίας, το αποτέλεσμα δεν ήταν ιδιαίτερα θετικό, εάν αναλογιστούμε ότι ακόμη και σήμερα υφιστάμεθα τις καταστροφικές επιπτώσεις του τρόπου που έχει ο διαμοιρασμός των εδαφών ανάμεσα στην Ινδία και το Πακιστάν.

Οι υποστηρικτές της Μοναρχίας πάντα αναφέρουν τον τρόπο που αυτή λειτουργεί ως ένα ενοποιητικό σύμβολο της κοινωνίας. Μόνο που αυτό δεν αναφέρουν είναι όλες οι άλλες «συνδηλώσεις» της μοναρχίας: ο βαθιά οπισθοδρομικός συντηρητισμός, η αντίληψη μιας άκαμπτης κοινωνικής ιεραρχίας, η μνήμη της αποικιοκρατίας.

Στην πραγματικότητα η βασική λειτουργία της μοναρχίας είναι να συντηρεί μια πολλαπλά επικίνδυνη ιδεολογία και την ταύτιση πολλών ανθρώπων μαζί της. Αυτή που συντηρεί μια σχεδόν παρανοειδή εξιδανίκευση της αυτοκρατορίας και όλη τη μυθολογίας μιας «βρετανικής εξαίρεσης» σε μια χώρα όχι μόνο πολύ πολυπολιτισμική αλλά και περισσότερο παρά ποτέ διαιρεμένη.

Ούτε είναι τυχαίο ότι όλη η μυθολογία γύρω από την Βασιλική Οικογένεια, σε μεγάλο βαθμό συντηρείται και ανακατασκευάζεται συστηματικά από έναν ολόκληρο μηντιακό μηχανισμό, με προεξάρχοντα φυσικά τα βρετανικά ταμπλόιντ και τις ιστοσελίδες τους (που καθόλου τυχαία οπουδήποτε αλλού στον κόσμο διδάσκονται ως παραδείγματα του πώς δεν πρέπει να ασκείται η δημοσιογραφία), αλλά πλέον και άλλες πολύ πιο εκλεπτυσμένες τεχνικές εξιδανίκευσης εάν κρίνουμε από την προσεκτική αλλά πολύ συστηματική εκμετάλλευση της απήχησης που είχε η τηλεοπτική σειρά The Crown. Κατά μία έννοια η Βασιλική Οικογένεια προσπαθεί να εκμεταλλευτεί ακόμη και το γεγονός ότι «τα άπλυτά της βγαίνουν στη φόρα».

Το πόσο παράλογα αρχαϊκός αλλά και συνάμα συνδεδεμένος με τραγικές ιστορίες είναι ο θεσμός της Βρετανικής Μοναρχίας το αποτύπωσε με τον καλύτερο τρόπο ο Πάτρικ Φρέιν σε μια πρόσφατη στήλη του στους Irish Times: «Το να έχεις μια μοναρχία δίπλα σου είναι σαν να έχεις έναν γείτονα που του αρέσουν πραγματικά οι κλόουν και έχει διακοσμήσει το σπίτι του με τοιχογραφίες κλόουν, εμφανίζει κούκλες κλόουν σε κάθε παράθυρο και έχει μια ακόρεστη επιθυμία να ακούσει και να συζητήσει ειδήσεις σχετικά με κλόουν. Ειδικότερα, για τους Ιρλανδούς, είναι σαν να έχεις έναν γείτονα που του αρέσουν πραγματικά οι κλόουν και όπου ο παππούς σου δολοφονήθηκε από έναν κλόουν.»

Η αδυναμία απαλλαγής από το βάρος της Μοναρχίας

Παρ’ όλα αυτά στη Βρετανία απουσιάζει ένα πλατύ κίνημα κατά της μοναρχία, παρότι ιστορικά το αίτημα αυτό είχε συνδεθεί με τα περισσότερα προοδευτικά πολιτικά κινήματα.

Αυτό αποτυπώνεται και στην αμφίσημη στάση του Εργατικού Κόμματος πάνω στο θέμα. Παρότι ιστορικά η ιδεολογία του κόμματος περιλάμβανε τον «ρεπουμπλικανισμό» (δηλαδή την αντίληψη ότι η Βρετανία πρέπει να γίνει μια αβασίλευτη δημοκρατία), εντούτοις ποτέ το κόμμα δεν αποφάσισε να θέσει ως κεντρικό στόχο την κατάργηση της μοναρχίας, είτε γιατί θεωρήθηκε ότι η σοσιαλιστική προοπτική θα οδηγούσε ειρηνικά στην απαλλαγή από τη μοναρχία είτε γιατί  εκτιμήθηκε ότι θα αποτελούσε περισπασμό από πιο σοβαρά ζητήματα. Ούτε καν ο Τζέρεμι Κόρμπιν δεν επέλεξε να επικεντρώσει σε αυτό τον στόχο.

Πάντως στο εσωτερικό του Εργατικού Κόμματος παραμένει ενεργή μια ομάδα πίεσης με αντικείμενο ακριβώς την αντικατάσταση του Μονάρχη από έναν αιρετό αρχηγό κράτους, και η οποία ονομάζεται Labour for a Republic.