Είναι από τα ζητήματα που σηκώνουν συζήτηση: κάποιοι γράφουν μυθιστορήματα ελαφρά τη καρδία, χωρίς κάποια ιδιαίτερη γνώση, επαφή εν γένει με το αντικείμενο. Σ’ αυτούς, και λόγω των ημερών, θα μπορούσε να ταιριάζει ο λόγος «ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Αλλοι πάλι, όπως ο αείμνηστος Ανταίος Χρυσοστομίδης, γνωρίζουν πολλά, έχουν διαβάσει πολύ, έχουν συγχρωτιστεί με πολύ σημαντικούς συγγραφείς του καιρού τους, αλλά δεν τολμούν να γράψουν ενώ το θέλουν. Κι αυτό γιατί αισθάνονται δέος απέναντι στην τεράστια κληρονομιά που σέρνεται πίσω τους αλλά και στη συγγραφική αξία μερικών από τους συγχρόνους τους –στην περίπτωση του Ανταίου και μερικών από εκείνους που συναναστρεφόταν.

Χρυσή τομή σε αυτό το ζήτημα δεν υπάρχει, ο καθένας πράττει όπως αισθάνεται και κρίνεται γι’ αυτό. Ο Ανταίος Χρυσοστομίδης, που είχε εκδώσει, επιμεληθεί και μεταφράσει, αλλά επίσης συναναστραφεί συγγραφείς επιπέδου Νομπέλ, ξεκλείδωσε το συγγραφικό του ανάστημα μόνο αφότου αρρώστησε, όταν είδε τον θάνατο κατάματα. Πρόλαβε και έγραψε μόνο τρία διηγήματα: τα δύο («Τα κίτρινα παπούτσια» και «Ιβίσκος») έχουν να κάνουν με την ίδια την ασθένεια, είναι σπαρακτικά, γραμμένα εξαιρετικά, την περιγράφουν μέσα από στιγμιότυπα της ζωής του, με βλέμμα παρατηρητή, οξυδερκές, διαυγές, καμιά φορά (αυτο)σαρκαστικό. Το άλλο είναι μια ιστορία με τον Αντόνιο Ταμπούκι, εξαιρετικά απολαυστική, καθώς ο Ταμπούκι, εκτός από σπουδαίος συγγραφέας παγκόσμιας εμβέλειας και εκτός από σπουδαίος φίλος του Ανταίου, υπήρξε και τύραννός του –ως εξαιρετικά ανασφαλής και κυκλοθυμικός άνθρωπος. Η ξαφνική πτήση του στην Αθήνα για να πάνε με τον Ανταίο στους Δελφούς επειδή δεν αισθανόταν καλά –«δεν είμαι στα καλά μου, παίρνω το αεροπλάνο κι έρχομαι» –έγινε στα χέρια του Ανταίου ένα καταπληκτικό διήγημα με τον εύγλωττο τίτλο «Νεκρή φύση με κουραμπιέδες σε νοσοκομείο».

Απρόσμενο

Σε ένα σεμνό και ταυτόχρονα πολύ καλόγουστο βιβλίο, οι φίλοι του Ανταίου προσφέρουν λοιπόν στο αναγνωστικό κοινό κάτι απρόσμενο: μια μεταθανάτια έκδοση με τα τρία διηγήματα του Ανταίου Χρυσοστομίδη (τα δύο δημοσιεύονται για πρώτη φορά) αλλά και κείμενα για τον Ανταίο 19 διάσημων ξένων συγγραφέων με τους οποίους συνεργάστηκε και συνδέθηκε: Νικολό Αμανίτι, Μορίς Ατιά, Αρης Φιορέτος, Αλαν Χόλινγκχερστ, Ντάνιελ Κέλμαν, Ντόνα Λεόν, Νόρμαν Μανέα, Κόλουμ ΜακΚαν, Χέρτα Μίλερ, Αμος Οζ, Λεονάρδο Παδούρα, Πάολο ντι Πάολο, Ανι Πρου, Σαντιάγο Ρονκαλιόλο, Ινγκο Σούλτσε, Γκράχαμ Σουίφτ, Ενρίκε Βίλα-Μάτας, Σάρα Γουότερς, Αβραάμ Γεοσούα. Υπάρχει επίσης κείμενο του μεταφραστή Κώστα Κοσμά και εργοβιογραφία του Ανταίου γραμμένη από τον Γιώργο Μπράμο. Ενώ το καταπληκτικό φωτογραφικό υλικό παραχωρήθηκε από τον σύντροφό του Λουκά Μελά (στον οποίο ο Ανταίος αφιερώνει τα «Κίτρινα παπούτσια» και αναφέρεται στον «Ιβίσκο»). Οι συγγραφείς έγραψαν με πρωτοβουλία της επιμελήτριας του τόμου Μικέλας Χαρτουλάρη, άλλοι όσο ήταν ακόμη ασθενής, άλλοι μετά τον θάνατό του. Από απλές ευχές (Ντόνα Λεόν) μέχρι ολόκληρα ποιήματα (τέσσερα ποιήματα του αφιερώνει η νομπελίστρια Χέρτα Μίλερ) ή διηγήματα (Ινγκο Σούλτσε) και –όλοι –ωραία περιστατικά μαζί του που διηγούνται γλαφυρά και με απέραντο σεβασμό και αγάπη. «Ο κόσμος της λογοτεχνίας είναι πιο μουντός χωρίς αυτόν τον εξαιρετικό άνθρωπο των γραμμάτων» γράφει η Ανι Πρου από το μακρινό Ουαϊόμινγκ, ενώ ο Ισραηλινός Αμος Οζ λέει ότι «ο Ανταίος είναι ένας από τους σπουδαιότερους διευθυντές σειρών και επιμελητές εκδόσεων που έχω συναντήσει».

Για την έκδοση συνεργάστηκαν τρεις εκδοτικοί οίκοι: η Αγρα, καθώς εκεί μετέφραζε αδιαλείπτως από το 1990 (έργα Ταμπούκι, Καλβίνο, Παζολίνι κ.ά.), ο Καστανιώτης, του οποίου διηύθυνε τη σειρά ξένης λογοτεχνίας από το 1998 με τη γνωστή, εντυπωσιακή επιτυχία, και ο Ικαρος, στον οποίο μετέφραζε τα τελευταία χρόνια αλλά και δημοσίευσε για πρώτη φορά διήγημά του. Είχε βέβαια δημοσιεύσει νωρίτερα στον Καστανιώτη τα μη μυθοπλαστικά βιβλία του «Λεωνίδας Κύρκος: Η δυναμική της ανανέωσης» (2011) και το δίτομο «Οι κεραίες της εποχής μου» (2012, 2013), βασισμένο στην ομότιτλη τηλεοπτική σειρά.

Οργανωμένο σχέδιο
Σε μια εξαιρετική ομιλία του στο πλαίσιο παρουσίασης του βιβλίου, ο εκδότης Σταύρος Πετσόπουλος (Αγρα), αφού μίλησε και για το ατυχές περιστατικό να προταθεί ο Ανταίος για διευθυντής της «Αυγής» το 1997 και μετά η υποψηφιότητά του να συκοφαντηθεί με απαξιωτικό τρόπο, ανέλυσε εκτενώς τη σημασία της προσφοράς του ως διευθυντή σειράς στον Καστανιώτη καταλήγοντας: «Ο Ανταίος Χρυσοστομίδης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους editors στο διεθνές στερέωμα. Και ως editor, μια και δεν έχουμε στη γλώσσα μας την ακριβή λέξη που αποδίδει τις ιδιότητες του editor, εννοούμε τον διευθυντή μιας σειράς που επιλέγει τους συγγραφείς, τους τίτλους, τους μεταφραστές, τους επιμελητές και το γενικότερο ύφος της σειράς, αλλά επίσης εννοούμε και τον επιμελητή ενός κειμένου προς έκδοση. Ο Ανταίος Χρυσοστομίδης δεν έφτιαξε στη σειρά του απλώς μια ωραία ανθοδέσμη σπουδαίων συγγραφέων, αλλά είχε ένα οργανωμένο σχέδιο και συνέπεια επιλογών που συνεχώς εξέλισσε».

«Κάθε πέντε λεπτά εμφανιζόταν στην κορυφή ενός κύματος»

«Συνάντησα τον Ανταίο στη Λίμα, όπου με την ομάδα του γύριζαν μια εκπομπή. Και παραλίγο να τους σκοτώσω όλους.

Τους πήγα στην παραλία. Δεν ήταν η Μεσόγειος, αυτή η πισίνα για αρχάριους. Ηταν ο Ειρηνικός Ωκεανός, παγωμένος και επικίνδυνος. Ο Ανταίος όμως επέμενε πως προερχόταν από έναν ναυτικό λαό και ήθελε να κολυμπήσει. Κάθε πέντε λεπτά εμφανιζόταν στην κορυφή ενός κύματος, απλώς και μόνο για να τον τσακίζει το κύμα πάνω στην ακτή.

Υστερα από αυτό σκέφτηκα πως τα βιβλία μου δεν θα εκδίδονταν ποτέ στην Ελλάδα.

Ευτυχώς ο Ανταίος επέζησε και έγινε εκδότης μου και φίλος μου (…)»

(Απόσπασμα του κειμένου του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο για τον Ανταίο Χρυσοστομίδη «Ενα παράδειγμα για το πώς θα έπρεπε να ζούμε»)

«Ενα κουτί παρατημένο εδώ κι έναν χρόνο…»

«Κι ύστερα, την ώρα που πασχίζεις να βάλεις τα παπούτσια σου, βλέπεις κάθε πρωί το ίδιο πράγμα, ένα κουτί παρατημένο εδώ κι έναν χρόνο κάτω από την καρέκλα του δωματίου σου, από ανακυκλωμένο χαρτόνι, το κουτί είναι κλειστό, αλλά ξέρεις πολύ καλά τι περιέχει, είναι κάτι κίτρινα παπούτσια που είχες αγοράσει την καλή εποχή, τα είχες βρει σε τιμή ευκαιρίας, η αμερικανική εταιρεία άλλαζε αντιπρόσωπο στην Ελλάδα κι αυτός αποφάσισε να πουλήσει το στοκ που του είχε απομείνει στις αποθήκες, κι από διακόσια περίπου ευρώ που κόστιζαν τώρα τα πουλούσε σαράντα, πήρες λοιπόν τα κίτρινα παπούτσια, η Ρίτα που είναι θεόμουρλη και της αρέσουν τα έντονα χρώματα επέμενε, πάνε τα κίτρινα με το τζιν, έλεγε, είναι πολύ γαμάτα, άλλωστε τι κοστίζουν, τζάμπα είναι, κι εσύ τα πήρες, έντονα κίτρινο το χρώμα τους κι όλο ανέβαλλες την ημέρα που θα τα έβαζες, κι ύστερα έγινε αυτό που έγινε και τώρα πώς να τα φορέσεις, θα σε κοιτάζουν στον δρόμο και θα λένε κοίτα παπούτσια ο σακάτης, δεν κοιτάζει που περπατάει με το μπαστούνι, τα κίτρινα παπούτσια του έλειπαν».

(Απόσπασμα από το διήγημα του Ανταίου Χρυσοστομίδη «Τα κίτρινα παπούτσια»)

Αντίδωρο για τον Ανταίο Χρυσοστομίδη

Εκδ. Αγρα, Ικαρος, Καστανιώτης 2016, σελ. 160

Τιμή: 9 ευρώ