Αν αισθάνεσαι την ανάγκη να διαβάσεις όσα ποιήματα έχουν γραφεί και περιέχουν τη λέξη «Σύμπαν» ή είσαι σε έναν διάλογο με το Σύμπαν ή ακόμη να φτιάξεις μιαν ανθολογία με τα ανάλογα ποιήματα, διαβάζοντας το βιβλίο του Δημήτρη Νανόπουλου «Στον τρίτο βράχο από τον Ηλιο», είναι ακριβώς γιατί έχει συντεθεί με έναν τρόπο άκρως ποιητικό. Οσο και αν η ίδια η ποίηση φαίνεται να έχει εξοριστεί από το βιβλίο του, παρότι συναντάει κανείς μια πλειάδα ονομάτων συγγραφέων και καλλιτεχνών, δεν παύει να γυρίζουν διαρκώς στο μυαλό του οι στίχοι ενός άδικα λησμονημένου κύπριου ποιητή, του Τεύκρου Ανθία, «Τώρα που ο άνθρωπος έκανε τη Γη/ κι όλο το Σύμπαν σπίτι». (Μια πολύ καίρια επιλογή ποιημάτων του μπορεί να διαβάσει κανείς στη σειρά «Εκ νέου» των εκδόσεων Γαβριηλίδη).

Ισως να μην το είχε συνειδητοποιήσει και ο ίδιος ο Δημήτρης Νανόπουλος καθώς έφτιαχνε το αυτοβιογραφικό αυτό βιβλίο του μαζί με τον Μάκη Προβατά, υπάρχει όμως μια σύμπτωση ανάμεσα στη ζωή του και στον τελικό του στόχο που είναι η δημιουργία μιας ενοποιημένης θεωρίας όλων των δυνάμεων στη Φύση (μια «Θεωρία του Παντός») όπου θα δίνεται μια επιστημονική ερμηνεία του Σύμπαντος, μια σύμπτωση που θα τη χαρακτήριζε κανείς ταυτόχρονα συγκινητική και ηθική με την ευρύτερη σημασία της λέξης.

Το σωματίδιο του Θεού

Την ενότητα των δυνάμεων στη φύση που ερευνά ο καθηγητής των Υψηλών Ενεργειών, ίσως να την έχει αναγνωρίσει σε προσωπικό επίπεδο στο βιβλίο του, έτσι όπως αισθάνεσαι να μην παρεμβάλλονται καν μερικά δευτερόλεπτα ανάμεσα στο Σέλσι της Βορείου Ηπείρου, όπου γεννήθηκε το 1916 ο πατέρας του Βάιος και στον ίδιο, όταν στις 10 Δεκεμβρίου 2013 παραλαμβάνοντας ο Πίτερ Χιγκς στην Στοκχόλμη το Νομπέλ Φυσικής έκανε λόγο για τον Δημήτρη Νανόπουλο. Οτι ήταν ένας από τους πρώτους (οι άλλοι δύο ήταν ο Ellis και ο Gaillard) «που παρότρυναν το 1976 τους πειραματικούς φυσικούς του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Πυρηνικών Ερευνών (CERN) να αναζητήσουν το μποζόνιο Higgs».

Αν αποφασίζαμε να χωρίσουμε σε ενότητες το βιβλίο του Δημήτρη Νανόπουλου (το ίδιο ολοκληρώνεται σε είκοσι δύο κεφάλαια), ενότητες όμως που συμπλέκονται με έναν διαρκή διάλογο ανάμεσά τους, θα μιλούσαμε, χωρίς να θεωρούμε ότι ο αριθμός δεν θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερος, για τέσσερις βασικές ενότητες. Με τις δύο πρώτες να αναφέρονται, όπως είναι φυσικό, στην παιδική ηλικία και στην εξίσου πλούσια συναισθηματική ζωή του ενηλίκου και στον χώρο της επιστήμης του, τόσο πιο συναρπαστικό καθώς ο μετρημένα και σχεδόν ταπεινόφρονα αυτοβιογραφούμενος συγγραφέας τον λογαριάζει ως ένα «κλειδί» για την εξερεύνηση ενός άλλου σύμπαντος, εννοείται το σύμπαν που φέρει ο κάθε άνθρωπος μέσα του.

Με τις δύο άλλες ενότητες να διεκδικούνται –ευτυχώς όχι ισόποσα –η μεν μία από παρατηρήσεις μιας τεράστιας πνευματικής και ηθικής σημασίας και εμβέλειας, η δε άλλη –που είναι και η μικρότερη –από κάποιες αναπόφευκτες κοινοτοπίες όπως για παράδειγμα «οι άνθρωποι πρέπει διαρκώς να κρίνουν τις επιλογές τους και, αν χρειαστεί, να τις αλλάξουν, οπωσδήποτε όμως μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα». Ομως ακόμη και αν ξεχνούσαμε τις κοινοτοπίες που υπάρχουν πάντα στα απομνηματογραφήματα όλων των μεγάλων (όπως για παράδειγμα στον Ουίνστον Τσόρτσιλ ή στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο), θα μας έφθανε η παρατήρηση του Αγγελου Τερζάκη ότι η κοινοτοπία, ή μάλλον η χρήση της, είναι ένα συνειδητό τέχνασμα προκειμένου να προκαταλάβει ένας συγγραφέας τον αναγνώστη του ώστε να θεωρήσει τη ρηξικέλευθη σκέψη που ακολουθεί εξίσου εγγυημένη στην κανονικότητά της, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κοινοτοπία.

Πλούσιο χρονολόγιο ζωής

Πράγμα που φαίνεται να ισχύει απολύτως για τον Δημήτρη Νανόπουλο, αφού σκέψεις όπως «Είναι πολύ εντυπωσιακό ότι, ακόμα και σήμερα, στον 21ο αιώνα, όσοι επιδιώκουν να συσκοτίζουν τη σκέψη επηρεάζουν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τους ανθρώπους» πλημμυρίζουν ένα βιβλίο με άκρως συναισθηματικό –προς τιμήν του –υπόβαθρο. Για παράδειγμα ας απομονώσουμε από το πλούσιο χρονολόγιο της ζωής του Δημήτρη Νανόπουλου, που δημοσιεύεται στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, την εγγραφή τού 1989 που τον αναφέρει ως «Διευθυντή της Ομάδας Αστροσωματιδιακής Φυσικής στο Κέντρο Προχωρημένων Ερευνών (HARC) στο Χιούστον του Τέξας» και ας τη συνδυάσουμε με την εξομολόγησή του στις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου: «Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 αποκτήσαμε για πρώτη φορά στο σπίτι μας ραδιόφωνο. Ενα μεγάλο, υπέροχο καφέ ξύλινο ραδιόφωνο». Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ποια από τις δύο καταγραφές έχει ξεχωριστή σημασία για τον σημερινό αλλά και για τον πολύ μελλοντικό αναγνώστη του Δημήτρη Νανόπουλου –όπως είναι απολύτως βέβαιο ποια μετράει περισσότερο και για τη συμπαντική συνείδηση του ίδιου.

Γεγονός που γίνεται ακόμη εναργέστερο φθάνει να σκεφθούμε ότι η πρώτη του «συνάντηση» με τον άνθρωπο που καθόρισε τη ζωή του, τον Richard Feynman, γίνεται το 1966, με τον Νανόπουλο δεκαοκτώ μόλις χρόνων, στο βιβλιοπωλείο του Ελευθερουδάκη στην οδό Νίκης, με τους τρεις τόμους «Feynman Lectures on Physics», ενώ η πρωτοσέλιδη φωτογραφία του Αλμπερτ Αϊνσταϊν με την είδηση τού θανάτου του στα «ΝΕΑ» τον Απρίλιο του 1955, με τον Νανόπουλο επτά χρόνων, μοιάζει να προδικάζει το μέλλον του. Θα ‘λεγες πως ένα ραδιόφωνο, ένα βιβλιοπωλείο και μια εφημερίδα γίνονται η απαραίτητη στενωπός που χρειάζεται να την περάσει κανείς προκειμένου να φθάσει κάπου –ακόμη και στο Σύμπαν.

Οσο καταληπτά, γλαφυρά ή ποιητικά είναι αυτά που γράφει ο Νανόπουλος ως καθηγητής της Φυσικής Υψηλών Ενεργειών, με ονόματα, περιστατικά ή παραδείγματα, δεν παύει να αισθάνεσαι ότι το βιβλίο αποτελεί μια «παραχώρηση» στον χώρο της Επιστήμης αφού πρυτανεύει ως πνεύμα ο στίχος του Ελύτη «Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας». Καθώς όλες οι σκέψεις του Νανόπουλου έχουν ως απόληξη τον μικρόκοσμό μας, μέσω της ενατένισης του Σύμπαντος, συνειδητοποιείς ότι ο πραγματικός αναρχικός όταν συγκρούεται με τις κατεστημένες δομές δεν γίνεται ποτέ ασεβής. Το λέει θαυμάσια σε μια σελίδα του όταν, σε συνδυασμό με την εγνωσμένη αθεΐα του, γράφει: «Οσες φορές μου έχει ζητηθεί από κάποιον δικό μου άνθρωπο να πάμε στην εκκλησία, ακολουθώ χωρίς αντίρρηση. Θεωρώ λανθασμένη και υπερβολική τη στάση όσων λένε «δεν πηγαίνω ποτέ στην εκκλησία και για χάρη κανενός»».

«Χωνί που τα μεταφέρει»

Θεωρούμε τη στάση του αυτή ακόμη πιο συγκλονιστική καθώς θα εξέφραζε απολύτως τον μέγιστο Γιάννη Τσαρούχη που, χωρίς να έχει δηλώσει άθεος και ενώ αντιλαμβανόσουν τις αμφιβολίες του, εκκλησιαζόταν ωστόσο τακτικότατα. Χωρίς αυτή να είναι η μόνη συγγένεια του Δημήτρη Νανόπουλου με τον δημιουργό των «Τεσσάρων εποχών», αφού η απάντηση του τελευταίου σε ό,τι του καταμαρτυρούσαν ως σπουδαίο, σε σχέση με αυτά που έλεγε, ήταν: «Δεν είμαι εγώ που τα λέω. Εγώ είμαι το χωνί που τα μεταφέρει». Για να ολοκληρώσει ο Δημήτρης Νανόπουλος: «Υπάρχει μια σπάνια κατηγορία σκέψεων που κάνουμε στη ζωή μας και την ίδια στιγμή ξέρουμε ότι δεν μας «ανήκουν». Ερχονται και μας βρίσκουν «από κάπου αλλού»».

Δημήτρης Νανόπουλος

Στον τρίτο βράχο από τον Ηλιο

Μια ζωή,η επιστήμη και άλλα παράλληλα σύμπαντα

Σε συνεργασία με τον Μάκη Προβατά

Εκδ. Πατάκη, 2015, Σελ. 272

Τιμή: 12 ευρώ