Το φαινόμενο είναι οικουμενικό: οι γέροι ενοχλούν. Αρρωσταίνουν συνεχώς,

απαιτούν κάθε μήνα τη σύνταξή τους και, το κυριότερο, αρνούνται να πεθάνουν.

Προς την αθανασία: παρά τα επιτεύγματα της επιστήμης, το γήρας εξακολουθεί να

θεωρείται μια ανίατη ασθένεια

Γύρω στο 100 μ.Χ., ο Πλίνιος ο Νεώτερος κληρονόμησε ένα σημαντικό χρηματικό

ποσό. Αγόρασε τότε ένα κορινθιακό γλυπτό που απεικόνιζε έναν ηλικιωμένο, γυμνό

άνδρα και το προσέφερε στη γενέτειρά του, το Κόμο, για να κοσμήσει τον Ναό του

Διός. Ο Ρωμαίος ύπατος και συγγραφέας πίστευε ότι τα αραιά μαλλιά, το

ρυτιδιασμένο πρόσωπο, ο αδύνατος λαιμός και το άτονο στήθος αποτελούν

ενδείξεις ωριμότητας και ότι το άγαλμα αυτό προσέφερε, κατά συνέπεια, την

καλύτερη υποδοχή για τους πολυάριθμους επισκέπτες του ναού. Η αδυναμία των

ηλικιωμένων ήταν, κατά την άποψή του, ένα επιφανειακό φαινόμενο.

Ο σεβασμός απέναντι στους ηλικιωμένους αποτελούσε κυρίαρχο στοιχείο όλων των

πολιτισμών μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, επισήμαναν οι ιστορικοί, οι

κοινωνιολόγοι και οι νομικοί που συγκεντρώθηκαν πριν από λίγες μέρες στη

Στουτγάρδη για να συζητήσουν την «Κοινωνική Ιστορία της Γήρανσης». Ο Αντρέ ντυ

Λωράνς, προσωπικός γιατρός της Γαλλικής Αυλής, σημείωνε το 1594 σε ένα

σύγγραμμά του ότι οι ηλικιωμένοι άνθρωποι χάνουν την ισορροπία των σωματικών

τους υγρών, με αποτέλεσμα να αισθάνονται κρύοι και ξηροί. Η συνταγή που

πρότεινε ήταν να εξασφαλιστεί στους ανθρώπους αυτούς ένα ζεστό δωμάτιο, που να

μυρίζει δεντρολίβανο, κυπαρίσσι και κέδρο. Να ακούνε μουσική, να τρώνε

πικάντικα φαγητά και να περιβάλλονται από χρώματα, ώστε να διεγείρονται οι

αισθήσεις τους.

Η στάση αυτή απέναντι στους απομάχους άρχισε να αλλάζει την εποχή του

Διαφωτισμού. Ένα σατιρικό ποίημα του Κρίστιαν Γκέλερτ από τα μέσα του 18ου

αιώνα είναι χαρακτηριστικό. Λέγεται «Η φήμη που απέκτησε ο γέρος μου» και

ανακεφαλαιώνει τα επιτεύγματα της ζωής του: «Γεννήθηκε, έζησε, παντρεύτηκε,

έσβησε». Εξίσου σκληροί είναι οι πίνακες με τα «βήματα της ζωής», που

διακοσμούσαν τα μικροαστικά σαλόνια του 19ου αιώνα. Σύμφωνα μ’ αυτούς η ζωή

αποτελείται από εννέα στάδια, και η κάθοδος στον τάφο ξεκινά από το πέμπτο,

δηλαδή την ηλικία των 50 ετών. Από εκεί κι ύστερα, ο άνθρωπος είναι άρρωστος,

αντιπαραγωγικός, ένα βάρος για την κοινωνία.

Κάπου 250 χρόνια πριν από τον Πλίνιο, ο Τερέντιος είχε πει αστειευόμενος ότι

το γήρας είναι μια ασθένεια που αντιμετωπίζεται δύσκολα και δεν μπορεί να

θεραπευτεί. Πέρασαν δύο χιλιετίες, η επιστήμη είναι έτοιμη να παρουσιάσει τον

πρώτο κλωνοποιημένο άνθρωπο, το όνειρο της αθανασίας βρίσκεται κοντά στην

εκπλήρωσή του, αλλά ο Ρωμαίος ποιητής δεν έχει διαψευστεί. Εκείνος τουλάχιστον

φρόντισε να πεθάνει νωρίς: σε ηλικία 25 ετών ξεκίνησε για ένα ταξίδι στην

Ελλάδα και δεν επέστρεψε ποτέ. Οι ηλικιωμένοι του 21ου αιώνα, αντίθετα,

επιμένουν να παραμένουν ζωντανοί, επιβαρύνοντας τους νεώτερους. Μερικές φορές,

μάλιστα, καταφεύγουν σε διαδηλώσεις απαιτώντας να αντιμετωπίζονται με

αξιοπρέπεια. Δικαίως οι κυβερνήσεις απαντούν με δακρυγόνα: όλο και κάποιος θα

μείνει πίσω. Λίγο βάρβαρο, αλλά οπωσδήποτε αποτελεσματικό.