Στο θέατρο της «Οδού Κεφαλληνίας» παίζεται το «Σπίτι της Μπερνάρντα Αλµπα» µε την Μπέττυ Αρβανίτη
Στην Ελλάδα είχαµε τρεις µείζονες παρεξηγήσεις όσον αφορά την αισθητική και ιδεολογική συµπεριφορά έργων τριών µεγάλων δραµατουργών. Θα έβαζα και τέταρτο τον Μπρεχτ, αλλά το έχω άλλοτε διεξοδικά τεκµηριώσει. Πρόκειται για τον Τσέχοφ, τον Πιραντέλο και τον Λόρκα. Και οι τρεις παίχτηκαν, όχι άστοχα αλλά και αποκλειστικά, µε έναν παγιωµένο τρόπο που µε τον καιρό κατήντησε κανόνας σχεδόν απαράβατος. Η παράδοση Στανισλάβσκι που σε εµάς εδώ εµφυτεύτηκε ιδιοφυώς από τον Κουν έδωσε και «νοµιµοποίησε» έναν Τσέχοφ αργό, σερνάµενο, πλήττοντα, εσωστρεφή, ηθογραφικά µικροαστικό. Ο Πιραντέλο κουβάλησε στον τόπο µας τον τρόποπου τον σκηνοθέτησεστη Γαλλία ο µυστικιστής ρώσος εµιγκρές Πιτοέφ, ως θέατρο µυστικιστικό, βαρύ, αινιγµατώδες, βαριά διανοουµενίστικο, βασανισµένων ιδεών. Ο Λόρκα είχε δύο παράλληλες και αντίθετες µεταχειρίσεις. Ο Κουν µε τον Γκάτσο και τον Χατζιδάκι τόνισαν την αγροτική, ηθογραφική, λυρική διάστασή του και ο Μινωτής µε την τραγική χορδή του σε εγρήγορση είδε και την «Μπερνάρντα» και τον «Γάµο» σαν την «Εκάβη»και τον «Ιππόλυτο»! Ο πρώτος που ανέτρεψε τηµονοφαγία Τσέχοφ, ο Μίνως Βολανάκης, καιτην ολοκλήρωσε ο Εφραίµοφµε τον «Βυσσινόκηπο» των Καρέζη – Καζάκου. Τον Πιραντέλοτον ανέτρεψαν και ο Μπάκας και ο Ευαγγελάτος πρόσφατα και τον ανασκολόπισε πιο κοντά µαςο Μαυρίκιος, παλαιότερα αυθεντικός ανανεωτής του σικελού συγγραφέα.

Ο πρώτος που ανέβασε το «Σπίτι της Μπερνάρντα Αλµπα» µε απόλυτο σεβασµό στις προθέσεις του Λόρκα ήταν ο Ευαγγελάτος. Φωτογραφική αποτύπωση ζητούσε ο ισπανός ποιητής, ανατρέποντας ο ίδιος την προηγούµενη δραµατουργική γραφή του. Εγραφα πριν από 14 χρόνια, µε την ευκαιρία αυτής της παράστασης: «∆εν υπάρχει αµφιβολία πως ο ποιητήςαλλάζοντας γραφή, αλλάζεικαι άξονα.Πριν αναζητούσε την ψυχή του λαού του,τώρα κοιτάει την ίδια αυτή ψυχή µέσα στη δεδοµένη κοινωνικήδοµή που την περιέχει και την καθορίζει. ∆εν είναι τυχαίο πως ο τίτλοςτου έργου µετατοπίζει τον άξονα από την Μπερνάρντα στο Σπίτι! Εχεις την εντύπωση αίφνης πως ο ποιητής αποκαλυπτικά ανακάλυψε ότι η ∆όνα Ροζίτα, η Γέρµα, η Μπαλωµατού, η Μπελίσα,η Νύφη ήταν κάτοικοι ενός οίκου που καθόριζε τυραννικά τη συµπεριφορά τους και ερµήνευε τα διαβήµατά τους. Αυτό το σπίτι είναι ιδεολογία και για να το πούµε στη γλώσσα του Μαρξ, «ψευδής συνείδηση». Είναι το πλέγµα θεσµών, κανόνων,συµπεριφορών, αρχών, αξιών και κατηγορικών προσταγών που επικάθηνται πάνω στην πρωτογενή µας ετερότητα, αναγκάζοντάς την να τείνει στην οµοιοµορφία και στον επικρατούντα ρυθµό.

Η Μπερνάρντα Αλµπα είναι θύµα και θύτης αυτής της ιδεολογικής τυραννίδος. Υπόκειται και υποκύπτει στους κανόνες αναγκαστικά και εξαναγκάζει και τους άλλους να τους εφαρµόσουν πιστά χωρίς παρεκκλίσεις… Το Σπίτι ως µικροµοντέλο της Ισπανίας και η Μπερνάρντα ως θεµατοφύλακάς του και θύµα του, είναι κλειστή δοµή που σαν µυλόπετρα συνθλίβει καθετί που αντιστρατεύεται την ιδεολογία της οµοιοµορφίας.

Μετά την πρόσφατη δηµοσίευση των «Σονέτων του σκοτεινού έρωτα» του Λόρκα, όπου οµολογείται η οµοφυλοφιλία του, µπορούµε να ισχυριστούµε πως πίσω από τις ηρωίδες του Λόρκα και πίσω από την Αντέλα του «Σπιτιού» κρύβεται ο ποιητής που µέσασε ένανκόσµο που «συσχέτιζε κουτά», όπως λέει ο Καβάφης, νιώθει να συνθλίβεται από την ιδεολογία τουολοκληρωτι σµού,δηλαδή της οµοιοµορφίας και της ηθικής καθαρότητας. Ετσι, στην τελική υστερική κραυγή τηςΜπερνάρντα, «η κόρη µου πέθανε παρθένα», κρύβεται όλη η φασιστική ηθική που συνέτριψε την Αντιγόνη, την Ζαν ντ’ Αρκ, την Εύα Γκάµπλερ, τη Μις Τζούλια, την Ερσίλια Ντρέι και τη Στέλλα Βιολάντη».

Ο Στάθης Λιβαθινός που τόλµησε να ακολουθήσει και στην τσεχοφική παράδοση αντίθετη αισθητική µε τον «Βυσσινόκηπο», τόλµησε να ανατρέψει και τον κανόνα της µονόπλευρης λυρικής εκδοχής της δραµατουργίας του Λόρκα στην «Μπερνάρντα». Χωρίς να µε ενθουσιάζει,η µετάφραση της Εφης Γιαννοπούλου εισήγαγεµια φωνή ωµής οικειότητας στη γνωστή και ιστορικά έγκυρη λαϊκή λαλιά του Γκάτσου.

Η Μανωλοπούλου αντελήφθη πως στον συγκεκριµένο χώρο, µε τέσσερις πλευρές θεατών να περικλείουν, το σκηνικό τετράγωνο δεν µπορούσε να «κτίσει» ασφυκτικό ισπανικό πάτιο. Εστησε µια περίκλειστη αυλή, εσωτερική, έκθετη στους ήχους του χωριού και σταοργασµικά χλιµιντρίσµατα των φοράδων του στάβλου. Τα κοστούµια της, έξοχα. Και εύρηµα της σκηνοθεσίας, η «γούρνα» της αυλής που κάθετόσο τη γέµιζαν µε κουβάδες νερό οι ευνουχισµένες ερωτικά κόρες χύνοντας κρουνούς ύδατος!

< INFO

«Το σπίτι της Μπερνάρντα Αλµπα». Στο θέατρο «Οδού Κεφαλληνίας» (Κεφαλληνίας 16, Κυψέλη.

Τηλ.210.8838727)

Δίδαξε ζωή, όχι σύµβολα


Ο Λιβαθινός δίδαξε ζωή, όχι σύµβολα ζωής. Ερωτικά κορίτσια σαν φοραδίτσες σε οχεία χωρίς αρσενικό. Κάθε φορά που φουριόζες εγκατέλειπαν τη σκηνή, ένιωθες πως σε κάποια σκοτεινή γωνιά φαντασιώνονταν αυτοϊκανοποιούµενες. ∆εν θα ξεχωρίσω καµία. Ο Λιβαθινός χάρη στη γενναιοδωρία της Μπέττυς Αρβανίτη και του Βασ. Πουλατζά είχε έναν ιδανικό, ζηλευτό θίασο. Καµιά παραφωνία, κανένας σκηνικός ανταγωνισµός, υψηλή αισθητική και αφοσίωση στον στόχο: Τζίνη Παπαδοπούλου, Μπρέµπου, Καρβούνη, Ντούµα, Μιχαλοπούλου, µια υποκριτική ικεµπάνα. Η Σµυρναίου, παρά το ανοίκειο της εγγύτητας των θεατών για την υπερρεαλιστική της ποιητικής τάξεως ρωγµή, έξοχη. Η Μπέττυ Αρβανίτη ισορρόπησε πολλά αντιφατικά στοιχεία της συστάσεως του χαρακτήρα. Αρσενικό ήθος, θηλυκή καταπιεσµένη διαθεσιµότητα, κοινωνική επιταγή και ηθική φενάκη. Κατόρθωµα ζυγιάς.

∆υστυχώς, δεν θα συµφωνήσω µε τις παράδοξες τουλάχιστον και επιεικώς παρεκκλίσεις από τον σκηνοθετικό κανόνα της Ανέζας Παπαδοπούλου. Αλλο κόντρα τέµπο παίξιµο και άλλο φάλτσο. Αντίθετα µε τη µουσική του Μούσα.