Χιλιάδες πακέτα αξίας έως 150 ευρώ παραδίδονται καθημερινά στα σπίτια ή σε θυρίδες σε όλη τη χώρα δημιουργώντας μια στρεβλή και άνιση κατάσταση για τις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της αγοράς, η σημερινή πραγματικότητα έτσι όπως έχει διαμορφωθεί, που επιτρέπει την αδασμολόγητη είσοδο προϊόντων κυρίως από την Κίνα και άλλες τρίτες χώρες, αλώνει την αγορά, την ίδια ώρα που οι ελληνικές επιχειρήσεις για να εισάγουν τα ίδια είδη επιβαρύνονται με δασμούς, ΦΠΑ, έξοδα εκτελωνισμού και τηρούν τις απαιτήσεις συμμόρφωσης με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), άνω του 91% των δεμάτων αξίας κάτω των 150 ευρώ που εισάγονται στην ΕΕ προέρχονται από την Κίνα, ενώ στην Ελλάδα εκτιμάται ότι ημερησίως φτάνουν έως και 50.000 παραγγελίες χαμηλής αξίας, με την τάση να είναι ανοδική. Είναι μάλιστα ενδεικτικό, σύμφωνα με έρευνες, ότι 1 στα 5 ευρώ από τις αγορές των Ελλήνων από ηλεκτρονικές πλατφόρμες καταλήγει στην Κίνα, με τον εκτιμώμενο τζίρο των αγορών να κυμαίνεται μεταξύ 529 και 627 εκατ. ευρώ.

Οι συνθήκες για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι ασφυκτικές, λένε οι εκπρόσωποι της ΕΣΕΕ, του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GRECA) αλλά και εμπορικών συλλόγων ανά τη χώρα, καθώς ούτε λίγο ούτε πολύ σήμερα οι μεγάλες πλατφόρμες, με πρώτες τις Temu και Shein, έχουν ήδη κατακτήσει το 15%-20% της ελληνικής αγοράς ηλεκτρονικού εμπορίου.

Μάλιστα, σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΕΜΥ, οι συνολικές απώλειες για την ελληνική οικονομία από την «επέλαση» των ηλεκτρονικών πλατφορμών υπολογίζονται μεταξύ 188,1 και 204,3 εκατ. ευρώ, δηλαδή τρεις φορές τα έσοδα της τεκμαρτής φορολόγησης των λιανικών επιχειρήσεων ή 100% του τέλους επιτηδεύματος.

Οι άνθρωποι του εμπορίου ζητούν εδώ και καιρό την παρέμβαση της ΕΕ και έχουν στρέψει την προσοχή τους στη διπλή μάχη που ήδη διεξάγεται στην Ευρώπη κατά του αθέμιτου ανταγωνισμού και αφορά τις αποφάσεις του ECOFIN για την εφαρμογή της πολιτικής συμφωνίας του περασμένου Νοεμβρίου για την επιβολή δασμών στα δέματα έως 150 ευρώ από τρίτες χώρες αλλά και την έκβαση της δικαστικής δίωξης της Shein από το γαλλικό Δημόσιο, υπόθεση η οποία θεωρείται, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της ΕΣΕΕ, ως «test case» για τα κράτη – μέλη της ΕΕ, επιχειρήσεις, καταναλωτές και πλατφόρμες.

Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται μάλιστα, όπως σημειώνουν, ιδιαίτερα στο νομικό οπλοστάσιο του γαλλικού Δημοσίου που του επιτρέπει να διεκδικεί την τρίμηνη αναστολή λειτουργίας της πλατφόρμας ηλεκτρονικού εμπορίου που διατηρεί η Shein στη Γαλλία.

Η Γαλλία

Οπως αναφέρει η Βάλια Αρανίτου, επιστημονική διευθύντρια του Ινστιτούτου της ΕΣΕΕ και εκπρόσωπος της Συνομοσπονδίας στη EuroCommerce, «στην πρόσφατη συνεδρίαση της EuroCommerce παρουσιάστηκαν οι πρωτοβουλίες που έλαβε η Γαλλία σε μια εκτεταμένη προσπάθεια κατά της Shein και άλλων μεγάλων μη ευρωπαϊκών πλατφορμών. Ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης, είναι σημαντικό ότι η Γαλλία εκμεταλλεύτηκε ένα ολοκληρωμένο νομικό οπλοστάσιο για να εγείρει την αξίωση αναστολής λειτουργίας της πλατφόρμας.

Οι γαλλικές Αρχές εντόπισαν συστηματικές παραβιάσεις της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας που συνοδεύτηκαν από σημαντικά πρόστιμα. Οι επιπτώσεις για τη Shein στη Γαλλία τον Νοέμβριο ήταν αισθητές: οι πωλήσεις της μειώθηκαν κατά 70% αμέσως μετά την έντονη κάλυψη της υπόθεσης από τα Μέσα, ενώ η πλατφόρμα υποχώρησε στην 46η θέση μεταξύ των online «λιανοπωλητών».

Μόνο κατά το 2024 εισήχθησαν στην ευρωπαϊκή αγορά 4,6 δισ. πακέτα εμπορευμάτων αξίας έως 150 ευρώ δημιουργώντας πίεση στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, με την εκτίμηση για το 2025 να φτάνει τα 6 δισ. πακέτα. Οπως λένε οι έμποροι, οι ευρωπαϊκές και ελληνικές επιχειρήσεις, που τηρούν αυστηρά πρότυπα ποιότητας, εργασίας και περιβαλλοντικής προστασίας, καλούνται να ανταγωνιστούν προϊόντα αμφίβολης προέλευσης και ελέγχου, πίεση στις τιμές, μείωση του κύκλου εργασιών και, τελικά, αποδυνάμωση της τοπικής αγοράς.

Τα ερωτήματα

Το ECOFIN καλείται πλέον να επιβεβαιώσει έμπρακτα την αποφασιστικότητα της ΕΕ, η οποία αποφάσισε τον περασμένο μήνα την επίσπευση κατά δύο χρόνια, το 2026 αντί για το 2028, της επιβολής δασμών από το πρώτο ευρώ στα μικροδέματα αξίας έως 150 ευρώ.

Ανάμεσα στα ερωτήματα όμως που προκύπτουν είναι πλέον πότε εντός του 2026 θα τεθεί σε ισχύ η κατάργηση της απαλλαγής από δασμούς των μικροδεμάτων, αν θα υπάρχει ενιαία ημερομηνία εφαρμογής για όλα τα κράτη – μέλη, ποια θα είναι η αρχιτεκτονική της μεταβατικής λύσης, πότε και πώς θα καθοριστούν το ύψος, ο χρόνος εφαρμογής και ο υπόχρεος του προτεινόμενου διαχειριστικού τέλους στα μικροδέματα ώστε να διασφαλιστεί ότι αυτό δεν θα μετακυλιστεί στον καταναλωτή, αλλά και πώς θα αντιμετωπιστούν οι πλατφόρμες που διαθέτουν ήδη αποθήκες εντός της Ενωσης ώστε να μην υπάρχουν «παραθυράκια» για την παράκαμψη των νέων κανόνων τελωνειακής επιβολής.

Πάντως, το ελληνικό εμπόριο διά των εκπροσώπων του, συμμετέχοντας ενεργά στην παραγωγή των θέσεων της EuroCommerce και των γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ προς την Κομισιόν, τάχθηκε υπέρ της θεσμοθέτησης ενός ενιαίου μηχανισμού σε επίπεδο ΕΕ, ο οποίος θα επιτρέπει στην Κομισιόν να επιβάλλει σε εξαιρετικές αλλά κρίσιμες περιπτώσεις ακόμα και προσωρινό περιορισμό ή αναστολή πρόσβασης στην ευρωπαϊκή ενιαία αγορά για ηλεκτρονικές πλατφόρμες και εμπόρους τρίτων χωρών.