Οτι δεν θα ήταν μια συνηθισμένη παρουσίαση βιβλίου φαινόταν ήδη από το όνομα του εκλεκτού προσκεκλημένου. Ο Ερικ Τσέλαν εμφανίστηκε το περασμένο Σάββατο στη Δραματική Σχολή Θεοδοσιάδη, καλεσμένος των εκδόσεων Κίχλη, μεταφέροντας τη μνήμη για τον ποιητή που με την τέχνη του απαντούσε στο ερώτημα του Αντόρνο «εάν μπορεί να υπάρξει ποίηση μετά το Αουσβιτς». Μαζί με τον Μπερτράν Μπαντιού, επιμελητή των καταλοίπων και βιογράφο του πατέρα του, σύστησαν στο ελληνικό κοινό τη δεύτερη, αναθεωρημένη έκδοση της «Καμπής πνοής» (με το βαθύ μπλε αντί για το χλωρό εξώφυλλο του 2018), στη μετάφραση του έμπιστου φίλου και στενού συνεργάτη τους Μιχάλη Καρδαμίτση, η οποία κρύβει δεκαετίες διάβασης μέσα στους λαβυρίνθους του Πάουλ Τσέλαν. Εκεί όπου το «χαλίκι» υποδηλώνει το κύμα που το τρόχισε για να γίνει όργανο γραφής και τα «κοτσύφια» τα κιγκλιδώματα μιας ψυχιατρικής κλινικής, παραπέμποντας συνάμα στη σημασία των ονομάτων Αντσελ και Κάφκα.

«Από την αρχή της σταδιοδρομίας του είχε μεγάλους θαυμαστές, στους οποίους προστέθηκαν οι Χάιντεγκερ, Γκάνταμερ, Μπλανσό, Λεβινάς, Ντεριντά, Τζορτζ Στάινερ κ.ά. Ούτε αυτοί όμως κατάφεραν να ξεκλειδώσουν ολόκληρα ποιήματα, παρά μόνο να σχολιάσουν μεμονωμένες φράσεις. Η πρόκληση είναι να διαβάζει κανείς σε μακρινό ορίζοντα, χωρίς όμως να αγνοεί πραγματολογικά στοιχεία και διακειμενικές αναφορές» δήλωσε ο μεταφραστής, τονίζοντας ότι τα σχόλια δεν εξαντλούν το ποίημα. Στο ίδιο πνεύμα ανέλυσε έναν αφορισμό του Π. Τσέλαν μαζί με τον Μπ. Μπαντιού, όπου συνεσέφερε και ο φιλόσοφος Χρήστος Μαρσέλλος: «Οσο περισσότερο τα ποιήματά μου σφίγγουν γύρω από κάτι συγκεκριμένο τόσο πιο πολύ διευρύνονται, τόσο πιο φιλόξενα γίνονται» (7/7/1961). Που πάει να πει ότι ο αναγνώστης σκοντάφτει μεν πάνω στο σκάνδαλο των πραγματολογικών στοιχείων, αλλά χάρη σε αυτά το ποίημα είναι έτοιμο να υποδεχθεί και τον Αλλο. Ο Τσέλαν βγαίνει από τον εαυτό του και συναντάει τον αναγνώστη. «Απεργάστηκε μια γλώσσα πιο σκληρή, πιο ωμή, πιο “ξηρή”» σχολίασε από την πλευρά του ο Μπαντιού υποδεικνύοντας τις αναλογίες με την ατονική μουσική του Σένμπεργκ και τη ζωγραφική του Καντίνσκι.

Η παρουσίαση του περασμένου Σαββάτου είχε προφανώς πολλή ποίηση, δίνοντας στο κοινό την ευκαιρία να «ανακαλύψει» ποιήματα του Τσέλαν μέσα από τις απαγγελίες και τις ερμηνείες του Μιχάλη Καρδαμίτση, ο οποίος μετέφερε τη μακρά του πείρα από το εργαστήριο του μεταφραστή και μελετητή. «Ως το μυαλό λαβωμένος -στη μέση; στα τρία τέταρτα;-/ δίνεις, σκοτεινιασμένος, τα συνθήματα – ετούτα». Στο ποίημα «Give the word» ο Τσέλαν, παθιασμένος αναγνώστης του Σαίξπηρ, ταυτίζεται με τον γέροντα που έχασε τα λογικά του. «Πες το σύνθημα» – αυτό σημαίνει ο τίτλος – είναι λόγια του βασιλιά Ληρ προς τον Εντγκαρ στην τέταρτη πράξη της έκτης σκηνής του σαιξπηρικού έργου. Με αυτή την αναδρομή ο Τσέλαν σχολιάζει ειρωνικά τη δική του κατάσταση την περίοδο που νοσηλεύεται στην ψυχιατρική κλινική Λε Βεζινέ και πρέπει να δίνει στους θεράποντες γιατρούς τις σωστές απαντήσεις.

Η ΠΛΗΓΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ.   Η συλλογή «Καμπή πνοής» περιέχει έξι κύκλους ποιημάτων που ο Τσέλαν ολοκλήρωσε μεταξύ 1963-1965 στο Παρίσι, όπου ζούσε ήδη από το 1948 έχοντας εγκαταλείψει τη γενέθλια πόλη του Τσέρνοβιτς της πάλαι ποτέ Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Από το 1962 η ψυχική του υγεία είχε κλονιστεί με αφορμή μια εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμησης, παρά τον γάμο του με την εικαστικό Ζιζέλ ντε Λετράνζ, οκτώ χαρακτικά της οποίας συνόδευαν την πρώτη, αυτοτελή έκδοση του πρώτου κύκλου της συλλογής υπό τον τίτλο «Κρύσταλλος πνοής» σε βιβλιοφιλική έκδοση 85 αντιτύπων τον Σεπτέμβριο του 1965 (τα χαρακτικά της Ζιζέλ Σελάν-Λετράνζ αναπαράγονται σε παράρτημα της ελληνικής έκδοσης).

Στην «Καμπή πνοής» επανέρχεται στην πληγή της ύπαρξης, της εβραϊκής μνήμης και της γλώσσας, ανανεώνει τους δεσμούς ανάμεσα σε επιζώντες και νεκρούς («υπάρχουν / ακόμα τραγούδια να πεις εκείθε / απ’ τους ανθρώπους»), υπενθυμίζει τις οφειλές του στον Κάφκα (όπως σε ένα ποίημα όπου ο «Γιατρός της επαρχίας» συναντά τη Ρόζα Λούξεμπουργκ), αλλά πάνω απ’ όλα νιώθει την πιεστική ανάγκη να «καταθέσει μαρτυρία» μέσω της ποίησης («Το Γραπτό γίνεται κοίλο, το/ Προφορικό, θαλασσοπράσινο,/ καίει στους όρμους…». Σκάβει εντός του ακόμη πιο βαθιά αναλαμβάνοντας το υπέρτατο ρίσκο: «Να στέκεις, στον ήσκιο/ του σημαδιού πληγής στον αέρα/ Να-στέκεις-για-κανέναν-και-τίποτε./ Ανεγνώριστος,/ για σένα/ μόνο./ Με καθετί που μέσα του χωρά,/ ακόμα και δίχως/ γλώσσα». Μια ποίηση δίχως γλώσσα, λοιπόν: στην επιφυλακτικότητά του απέναντι στη Γερμανία δεν θα υπάρξει κάθαρση.

ΕΡΙΚ ΤΣΕΛΑΝ

«Τον θυμάμαι να τραγουδάει επαναστατικά τραγούδια στο Παρίσι»

Ο Ερικ Τσέλαν γεννήθηκε το 1955, όταν ο πατέρας του είχε ήδη μεταμορφώσει τη γλώσσα των δημίων σε γλώσσα-της-ποίησης-μετά-το-Αουσβιτς. Στην αλληλογραφία των γονέων του, η ελληνική μετάφραση της οποίας από τον Μιχάλη Καρδαμίτση αναγγέλθηκε επίσης στην εκδήλωση, αναδύεται ακριβώς η αγωνία ενός ποιητή που αναμετριέται με την πατρότητα εν μέσω καταθλιπτικών επεισοδίων. Στο σώμα των γραμμάτων περιλαμβάνονται πάνω από 60 επιστολές και καρτ ποστάλ που απευθύνονται στον Ερικ. Αποκαλύπτουν έναν πατέρα που αγωνίζεται να ισορροπήσει ανάμεσα στην τέχνη και την οικογενειακή ζωή. Και μια ρωγμή που συγκλονίζει όταν ο Τσέλαν γράφει στον 10χρονο Ερικ από την ψυχιατρική κλινική: «Εσύ είσαι καλά, η μητέρα σου είναι καλά, θα γίνω κι εγώ καλά σύντομα… τίποτε δεν μπορεί να μας χωρίσει». Με τη μεσολάβηση του Καρδαμίτση, συναντήσαμε τον Ερικ για λίγα λεπτά πριν από την εκδήλωση του περασμένου Σαββάτου και είχαμε μια σύντομη συνομιλία με τη συνδρομή του Χρήστου Μαρσέλλου.

Το Αουσβιτς και το Ολοκαύτωμα διαπερνούν την ποίηση του Πάουλ Τσέλαν, χωρίς να κατανομάζονται. Ποια είναι η δική σας προσέγγιση στα ποιήματα του πατέρα σας;

Σίγουρα το Ολοκαύτωμα είναι το «κόκκινο νήμα» που ενώνει και συνδέει τα πάντα πίσω από τους στίχους. Αλλά υπάρχουν και άλλες έννοιες στα ποιήματα που ξεφεύγουν από το κεντρικό μοτίβο. Υπάρχει ένα ενδιαφέρον για όλον τον κόσμο, με ιστορίες που αφορούν όλους τους ανθρώπους. Προσωπικά βλέπω μια ποίηση πίσω από την κόκκινη γραμμή. Γιατί από ένα σημείο κι έπειτα τα γερμανικά στα οποία γράφει, δηλαδή η γλώσσα των «δημίων», απελευθερώνονται και γίνονται η γλώσσα της ποίησης, που δίνει απόλαυση στον αναγνώστη.

Υπάρχει ένα μόνο ποίημά του γραμμένο στα γαλλικά, αφιερωμένο σε εσάς, που καταλήγει με τους στίχους «Ο πατέρας σου, Ερικ / σε κράταει στους ώμους». Γιατί στα γαλλικά;

Με τον πατέρα μου μιλούσαμε πάντα στα γαλλικά, οπότε ήταν μια χειρονομία αυτόματη από την πλευρά του. Και μάλιστα δεν ήθελε να γίνω δίγλωσσος, όπως εκείνος, επειδή έβλεπε τις δυσκολίες που θα έφερνε στη ζωή μου μια τέτοια συνθήκη. Προφανώς εξαιτίας των δικών του εμπειριών και των προβλημάτων που αντιμετώπισε αρχικά στο σχολείο. Τα γερμανικά ήθελε να τα μάθω, αλλά αργότερα.

Τι θυμάστε από τον Πάουλ Τσέλαν στο σπίτι ή στους περιπάτους σας στο Παρίσι;

Εχω πολλές εικόνες και από τα δύο. Και αρκετά χαρούμενες παρόλη την τραγωδία. Σε μία από αυτές, μετά τον γαλλικό Μάη το 1968, είχαν χωρίσει οι γονείς μου και τις Πέμπτες που δεν είχα σχολείο ερχόταν και με έπαιρνε ο πατέρας μου για να κάνουμε τη δική μας μεγάλη βόλτα στην ηλιόλουστη πόλη. Περπατούσαμε στο Καρτιέ Λατέν ή κατά μήκος του Σηκουάνα και τον έβλεπα καθώς τραγουδούσε επαναστατικά τραγούδια της εποχής στα γαλλικά, τα ρωσικά ή τα γίντις.

ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ

Ο Μιχάλης Καρδαμίτσης έκλεισε την παρουσίαση διαβάζοντας και σχολιάζοντας το πρώτο και το τελευταίο ποίημα της συλλογής, υποστηρίζοντας ότι και τα δύο έχουν να κάνουν με τη γραφή, τον έρωτα και την ελπίδα. Στο πρώτο υπάρχουν υπαινιγμοί στην αγροικία των Τσέλαν στη Νορμανδία (το φύλλο της μουριάς), αλλά και σε μια ερωτική συνεύρεσή του μέσα στο χιόνι με την εθνολόγο Αριάν Ντελούζ στη Λωζάννη.

ΕΜΕΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ   άφοβα

να με φιλέψεις χιόνι:

κάθε φορά που ώμο τον ώμο

με τη μουριά μαζί δρασκέλιζα το θέρος,

ξεφώνιζε το πιο χλωρό της

φύλλο

Το τελευταίο σχολιάζει μια θεομηνία με όρους καβαλιστικούς.

ΜΙΑ ΦΟΡΑ,

τον άκουγα,

έπλενε τον κόσμο,

αθέατος, ολονυχτίς,

πραγματικά.

 

Εν και Απειρον,

εκμηδενισμένα,

πρόφεραν Εγώ.

 

Φως ήταν. Σωτηρία.

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.