Ευρωπαϊκή πολιτική κυβερνοασφάλειας ως βασικός πυλώνας της πολιτικής ασφάλειας της Ενωσης

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ευρωπαϊκή πολιτική κυβερνοασφάλειας
ως βασικός πυλώνας της πολιτικής
ασφάλειας της Ενωσης
Η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο καθώς και η πρόληψη και καταπολέμηση του κυβερνοεγκλήματος είναι πολιτικές προτεραιότητες για την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Στο πλαίσιο αυτό, τον Δεκέμβριο του 2020 υιοθετήσαμε μια νέα πενταετή ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο προτείνοντας μια σειρά από νομικές και πολιτικές πρωτοβουλίες με στόχο να ενισχύσουμε το επίπεδο ασφάλειας αλλά και τη συλλογική ανθεκτικότητα και ετοιμότητα της Ευρώπης έναντι κάθε είδους κυβερνοαπειλών.
Μια εμβληματική νομοθετική πρωτοβουλία για την ενίσχυση της κυβερνοασφάλειας στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι η πρόταση για την αναθεώρηση της Οδηγίας NIS (γνωστή ως NIS2). H Οδηγία NIS, που τέθηκε σε ισχύ το 2018 και έχει πλήρως ενσωματωθεί και στην ελληνική νομοθεσία. Η Οδηγία NIS ήταν το πρώτο ευρωπαϊκό νομοθετικό κείμενο που θεσπίζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο συγκεκριμένα μέτρα και υψηλά πρότυπα για την ενίσχυση της κυβερνοασφάλειας σε όλους τους κρίσιμους τομείς της οικονομίας και κοινωνίας μας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Με την εξέλιξη και τη δραματική αύξηση των κυβερνοεπιθέσεων, ειδικά την περίοδο της πανδημίας, είναι πλέον αναγκαίο να επικαιροποιήσουμε αυτή την Οδηγία ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες κυβερνοαπειλές.
Μαζί με τη NIS2 καταθέσαμε και μια πρόταση για μια νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία για την ανθεκτικότητα σε κρίσιμες υποδομές (γνωστή με το ακρωνύμιο CER) θέλοντας να εναρμονίσουμε τους τομείς που καλύπτει η οδηγία NIS2, που αφορά αποκλειστικά την κυβερνοασφάλεια, με την αντίστοιχη Οδηγία που αφορά γενικότερα την ανθεκτικότητα των κρίσιμων υποδομών ενάντια σε απειλές ή καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Και οι δυο αυτές νομοθετικές προτάσεις βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και ελπίζουμε σύντομα να υιοθετηθούν.
Οι αναθεωρήσεις αυτές έχουν ως στόχο την επικαιροποίηση των ευρωπαϊκών κανόνων σύμφωνα με το νέο στρατηγικό δόγμα της ΕΕ για την πολιτική ασφάλειας, που καταργεί την εσφαλμένη διάκριση μεταξύ κυβερνοχώρου και φυσικού χώρου και αντιμετωπίζει την ασφάλεια ολιστικά και όχι θεματικά και αποσπασματικά. Δηλαδή δεν αναγνωρίζει τη διάκριση μεταξύ φυσικών/παραδοσιακών απειλών και ψηφιακών απειλών/κυβερνοαπειλών. Η νέα αυτή προσέγγιση είναι καθοριστική για την αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών. Οι υβριδικές απειλές εστιάζουν στην αποσταθεροποίηση των κοινωνιών μας και των δημοκρατιών, με πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα τις υβριδικές επιθέσεις στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το νέο στρατηγικό δόγμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την ασφάλεια περιγράφεται διεξοδικά στη στρατηγική για την Ενωση Ασφάλειας 2020-2025. Η νέα αυτή στρατηγική έχει ως στόχο την καλύτερη θωράκιση της Ενωσης και των κρατών μελών της απέναντι στις σύγχρονες απειλές και επιδιώκει να προστατεύσει όλους τους ευρωπαίους πολίτες, με απόλυτο σεβασμό στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.
Η Δέσποινα Σπανού είναι επικεφαλής του ιδιαίτερου γραφείου του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτη Σχοινά
Οι προκλήσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης
Η πανδημία επέσπευσε την εισβολή των ψηφιακών εργαλείων και έφερε στο προσκήνιο με ένταση τον ρόλο της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Από τον τρόπο χρήσης και ελέγχου της θα εξαρτηθεί εάν θα έχουμε ένα μέλλον ευοίωνο ή δυστοπικό. Η πρόκληση για τις κυβερνήσεις, την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα όργανά της είναι μεγάλη.
Η ΤΝ, η αυτοματοποίηση και αυτονομία διαδικασιών που μπορεί να πετύχει, παρέχει τα εργαλεία για να υπάρξουν θεαματικές βελτιώσεις σε Υγεία, Παιδεία, μετακινήσεις, Εργασία, Κλιματική Αλλαγή, Επικοινωνία, αξιοποίηση των πόρων και αλλού.
Αλλά εγείρονται τεράστια ηθικά ζητήματα. Δεν θέλουμε ένα μέλλον όπου οι αλγόριθμοι θα αποφασίζουν για όλα, χωρίς συναισθηματική και κοινωνική νοημοσύνη. Ούτε να παραδώσουμε πλήρη έλεγχο για να επιτευχθεί μεγιστοποίηση του κέρδους, με παράπλευρες απώλειες την πρόβλεψη και χειραγώγηση συμπεριφορών, αλλά και των σκέψεών μας.
Η ΕΕ νομοθετεί ήδη ένα πλαίσιο αρχών (ΑΙ act), ενώ απορρίπτει ό,τι αντιβαίνει το θεμελιώδες δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως προτάσεις που ζητούν τη «Μαζική βιομετρική επιτήρηση» του πληθυσμού ή την κατηγοριοποίηση των πολιτών με βάση την επιρρέπειά τους σε μελλοντική εγκληματικότητα!
Είναι αναγκαίο να προστατευτεί η «Πνευματική Ιδιωτικότητα» (Mental privacy) - να μην μπορούν να διαβαστούν οι σκέψεις μας, η εξέλιξη του σκεπτικού μας, καθώς η ανίχνευσή τους μπορεί να οδηγήσει σε προληπτικές δράσεις οδηγώντας την κοινωνία μας σε σκοτάδια που δεν συνάδουν με τον πολιτισμό μας. Η «Γνωστική Ελευθερία» (Cognitive liberty) πρέπει να προστατευθεί ως ανθρώπινο δικαίωμα, ώστε να μην επιτρέπεται οποιαδήποτε καθοδήγηση της σκέψης μας (βλέπε τεχνολογία της Neuralink). Χωρίς επαγρύπνηση και έγκαιρη δράση, υπάρχει φόβος ότι ειδικά στα χέρια απολυταρχικών κυβερνήσεων τα εργαλεία της ΤΝ θα οδηγήσουν σε ένα οργουελικό τοπίο. Είναι ευθύνη μας να δράσουμε προληπτικά και με ασφάλεια να αποκομίσουμε τα οφέλη των τεχνολογιών αυτών.
Η Εύα Καϊλή είναι ευρωβουλευτής, πρόεδρος της Επιτροπής για το Μέλλον της Επιστήμης, της Τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης, ΕΚ
Η «ρύθμιση» της Τεχνητής Νοημοσύνης
Η Τεχνητή Νοημοσύνη αναδεικνύεται σε βασικό πυλώνα και μοχλό της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Η διείσδυσή της σε πολλές πτυχές της οικονομίας, της κοινωνίας και της διοίκησης συνοδεύεται από μεγάλες προσδοκίες. Ωστόσο, όπως κάθε τεχνολογικό κύμα, η ΤΝ κινείται σε ένα εκκρεμές μεταξύ ελπίδας και φόβου, θέτοντας το ζήτημα της νομοθετικής παρέμβασης, ώστε να υπηρετεί την ανθρώπινη και κοινωνική ευημερία, χωρίς να διακυβεύονται βασικές αρχές του κράτους δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες των πολιτών.
Η ΕΕ με την προτεινόμενη Πράξη για την Τεχνητή Νοημοσύνη φιλοδοξεί να ρυθμίσει (ίσως για πρώτη φορά σε τόσο ευρεία και οριζόντια έκταση) πώς (και εάν) πρέπει να χρησιμοποιείται μία «τεχνολογία». Το κύριο ερώτημα είναι, εάν μπορεί να οριστεί, να ρυθμιστεί, να περιοριστεί η χρήση της ΤΝ. Μέσω της Artificial Intelligence Act μεταβαίνουμε από τη συζήτηση για την ηθική στο στάδιο των δεσμευτικών κανόνων που πρέπει να διασφαλίσουν αρχές, όπως η διαφάνεια, η εξηγησιμότητα των διεργασιών ΤΝ, η ισότητα, η λογοδοσία αλλά και να συγκεράσουν την ανθρωποκεντρική προσέγγιση με την επιδίωξη της ασφάλειας των συστημάτων, χωρίς να υπάρξει ανάσχεση της εξέλιξης της ΤΝ και της ανταγωνιστικής θέσης της Ευρώπης. Διόλου εύκολη ισορροπία και εγχείρημα, καθώς η ΕΕ επιχειρεί να ρυθμίσει μία τεχνολογία ραγδαία εξελισσόμενη και εν πολλοίς μη προβλέψιμη, με τρόπο τεχνολογικά ουδέτερο και ταυτόχρονα με ασφάλεια δικαίου.
Η Λίλιαν Μήτρου είναι καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αιγαίου, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης
Να δώσουμε έμφαση στις δεξιότητες,
όχι στα τυπικά προσόντα
Ακούμε πολλά τελευταία για τις ψηφιακές δεξιότητες, όπως προγραμματισμός, ανάλυση δεδομένων, τεχνητή νοημοσύνη, κ.λπ. Οι δεξιότητες αυτές βρίσκονται αναμφίβολα σε μεγάλη ζήτηση σήμερα και στο εγγύς μέλλον. Είναι ενδιαφέρον ωστόσο ότι οι δεξιότητες που έχουν ακόμη πιο μεγάλη ζήτηση, είναι οι βασικές ανθρώπινες δεξιότητες όπως καλή επικοινωνία, ικανότητα συνεργασίας, κριτική σκέψη, περιέργεια, επιμονή, προσαρμοστικότητα. Οι δεξιότητες αυτές δεν διδάσκονται σήμερα στα περισσότερα επίσημα προγράμματα σπουδών και αποτελούν το μεγαλύτερο παράπονο της αγοράς εργασίας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο, σε ό,τι αφορά τους νέους πτυχιούχους.
Αυτό που με απασχολεί είναι ότι πολλά πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών δεν δίνουν ακόμη αρκετή έμφαση σε δεξιότητες και συνεχίζουν να προσφέρουν στείρες γνώσεις που δεν μεταφράζονται σε απτές ικανότητες. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο αλλά είναι ιδιαίτερα οξύ στην Ελλάδα, η οποία, παρότι παράγει επαρκή αριθμό πτυχιούχων ΑΕΙ, σύμφωνα με την υπηρεσία CEDEFOP, βρίσκεται στην τελευταία θέση της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ό,τι αφορά την αντιστοιχία δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού με τις ανάγκες της αγοράς.
Η ελληνική κοινωνία δίνει ακόμη έμφαση στα τυπικά προσόντα (π.χ. τα «πτυχία») και όχι αρκετά στο αντίκρισμα που έχουν αυτά σε πραγματικές δεξιότητες. Αν θέλουμε να μετασχηματίσουμε την οικονομία μας, αυτό θα πρέπει να αλλάξει ριζικά.
Ο Χρύσανθος Δελλαρόκας είναι αντιπρύτανης για την Ψηφιακή Μάθηση και την Ακαδημαϊκή Καινοτομία, καθηγητής Πληροφοριακών Συστημάτων, Boston University, αντιπρόεδρος Τομεακού Ερευνητικού Συμβουλίου Ανθρώπινου Δυναμικού & Αναβάθμισης Δεξιοτήτων, ΕΣΕΤΕΚ
KYKΛΟΣ ΙΙ Το στοίχημα της συμπεριληπτικότητας: οικονομία, κρίση, ανάκαμψη, μετασχηματισμός
Χρηματοδότηση και ανάπτυξη
Η προγραμματισμένη εισροή ευρωπαϊκών πόρων, κυρίως μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά τους ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομίας. Την περυσινή ύφεση 9% φαίνεται πως μπορεί να ακολουθήσει ισχυρή φετινή ανάκαμψη, λίγο μικρότερη, και στην επόμενη τριετία ετήσιοι ρυθμοί πραγματικής μεγέθυνσης περί το 3-4%. Στο διάστημα αυτό, συμβάλλουν θετικά η σταδιακή μείωση ανεργίας και επενδυτικού κενού, η διατήρηση των επιτοκίων χαμηλά και η ανάκαμψη της ζήτησης διεθνώς. Καθώς, όμως, θα επουλώνεται το πλήγμα της πανδημίας, τα ζητήματα που αφορούν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας έρχονται στο προσκήνιο.
Κατά τη δεκαετή κρίση, η ασθενής χρηματοδότηση ήταν κρισιμότατος παράγοντας της ύφεσης, όχι όμως η πηγή του προβλήματος. Πέρα από τη δημοσιονομική προσαρμογή, η έλλειψη σαφούς κατεύθυνσης και η ακραία αβεβαιότητα απομάκρυναν επενδύσεις και ανθρώπινο κεφάλαιο. Αλλωστε, σημαντικού ύψους εισροή ευρωπαϊκών πόρων στην ελληνική οικονομία υπάρχει για δεκαετίες, ενώ μεγάλα ποσά εισέρρευσαν τα πρώτα χρόνια της νομισματικής ένωσης, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος. Ταυτόχρονα, το πρόβλημα στην παραγωγή δεν ήταν τόσο στον δανεισμό όσο στα ίδια κεφάλαια.
Πλέον, το ερώτημα είναι σε αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, αν η χρηματοδότηση και οι συνολικές αποφάσεις πολιτικής θα υποστηρίξουν την αναγκαία στροφή παραγωγικού υποδείγματος προς εξωστρέφεια ή αν θα ενδυναμώσουν την υφιστάμενη δομή της οικονομίας, με παροδική μόνο επίδραση στα εισοδήματα.
Ο Νίκος Βέττας είναι γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Διακυβέρνηση σε συνθήκες
πολλαπλών αβεβαιοτήτων
Οι κοινωνίες μας έχουν ξεχάσει ότι τις δυσκολίες τις παλεύεις. Με κάθε νέο πρόβλημα πολλοί δυσφορούν - λογικό -, ψάχνουν ευθύνες σε «άλλους» και σωτήρες από οπουδήποτε. Κουρασμένοι από τόσα χρόνια κρίσης, ζούμε ξανά ένα διάχυτο κλίμα έωλης υπεραισιοδοξίας και προσδοκιών.
Συνήθως, στο παρελθόν είχαμε ένα δυο σοβαρά προβλήματα κάθε φορά. Η διαφορά σήμερα είναι, ότι με την αδιαφορία δεκαετιών και με την οικονομία κάτω - στο επίπεδο του 2003 -, έχουμε πλέον πολλές απειλές μαζί, σε πολλαπλούς συνδυασμούς: κλιματική αλλαγή, υπερχρέωση, δημογραφικό-ασφαλιστικό, αναπτυξιακό, ανισότητες, νομισματικές φούσκες, εκπαιδευτικό. Το χρέος μας προς το ΑΕΠ ήταν το 2020 206% - το τρίτο υψηλότερο στον κόσμο. Περίπου γιορτάζουμε γι' αυτό. Ολα αυτά όμως σημαίνουν έναν πιο σύνθετο κίνδυνο. O,τι κάνουμε στη δεκαετία αυτή για όλα αυτά, θα κρίνει το αύριο της χώρας για δεκαετίες. Μετά το 2030 τα προβλήματα θα είναι πιο έντονα και οι βαθμοί ελευθερίας μας λιγότεροι.
Οταν κοινωνία και κυβερνήσεις εγκαταλείπουν στο κενό την ευθύνη τους από την παράλληλη συσσώρευση μεγάλων απειλών, μετατρέπονται σε δευτερογενή πηγή απειλής που επιδεινώνει το μέλλον. Τότε εμφανίζονται οι «μαύροι κύκνοι». Είναι το σημείο όπου η απειλή γίνεται πραγματικότητα και πιέζει για πολιτικά επικίνδυνες διαδικασίες: ποιος θα χρεωθεί το κόστος, ποιος θα πληρώσει, ποιος θα προστατευθεί και ποιος όχι. Ο μεγάλος κίνδυνος δεν είναι καν οι παραπάνω απειλές. Είναι η κοντόφθαλμη αδιαφορία και απληστία που παραβλέπει το ίδιο της το συμφέρον και το κόστος που έχουν οι επιλογές της την επόμενη μέρα: οι μεγάλες αναστατώσεις και η κοινωνική - πολιτική αποσταθεροποίηση - η ιστορία μας μετά το 2010.
Ο Τάσος Γιαννίτσης είναι ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός
