Φέτος, 2019, συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από τη γέννηση του ευρώ, του ενιαίου νομίσματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1999 ως λογιστικό νόμισμα για έντεκα αρχικά χώρες – μέλη και το 2002 έγινε πραγματικό νόμισμα με την κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων και κερμάτων, αλλά για δώδεκα πλέον χώρες, αφού στο μεταξύ είχε προστεθεί και η Ελλάδα στην ομάδα των ιδρυτικών χωρών. Στα είκοσι χρόνια που πέρασαν το ενιαίο νόμισμα αντιμετώπισε κρίσεις και προκλήσεις, αλλά γενικά μπορεί να θεωρηθεί ως το πλέον πετυχημένο – οικονομικά και πολιτικά – εγχείρημα στην ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ο αριθμός των κρατών – μελών που το υιοθέτησαν έχει αυξηθεί σε δεκαεννέα (340 εκατ. πολίτες), ενώ άλλες έξι χώρες – μέλη (όλες οι υπόλοιπες δηλαδή εκτός Δανίας και Σουηδίας) θα προσχωρήσουν σ’ αυτό αργά ή γρήγορα. Ομως και σειρά άλλων κρατών εκτός ΕΕ (π.χ. Μαυροβούνιο, Κόσοβο, κ.ά.) ήδη το χρησιμοποιούν ως νόμισμά τους. Το ευρώ είναι ήδη σήμερα το δεύτερο σημαντικότερο νόμισμα παγκοσμίως μετά το δολάριο, αφού το 36% των παγκόσμιων πληρωμών και το 20% των αποθεμάτων διεξάγονται σε ευρώ. Τα ποσοστά αυτά δεν κρίνονται ωστόσο ικανοποιητικά, γι’ αυτό και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε πρόσφατα μέτρα για τη διεύρυνση του διεθνούς ρόλου του.

Το ευρώ γεννήθηκε βέβαια στο πλαίσιο του ατελούς οικοδομήματος της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ / Συνθήκη Μάαστριχτ). Ως εκ τούτου πολλοί προεξοφλούσαν την αποτυχία του, την κατάρρευσή του, ιδιαίτερα μετά την έκρηξη της οικονομικής κρίσης το 2010. Παρά ταύτα, το ευρώ δεν κατέρρευσε. Επιβίωσε και βγήκε από την κρίση ισχυρότερο και περισσότερο δημοφιλές σήμερα. Ενδυναμώθηκε με δέσμη νέων θεσμών όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ – ESM), η (ατελής) τραπεζική ένωση, το δημοσιονομικό σύμφωνο, οι νέοι δημοσιονομικοί κανονισμοί (Six Pack, Two Pack) κ.ά. Και με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) δεν αντιμετωπίζει σήμερα προβλήματα επιβίωσης. Αλλά αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι έχει ολοκληρωθεί η ΟΝΕ. Κάθε άλλο. Παραμένουν πολλά να γίνουν κυρίως στο σκέλος της οικονομικής ένωσης, αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής. Και τούτο καθώς έχει ενισχυθεί η διαδικασία απόκλισης και διεύρυνσης των ανισοτήτων κυρίως ανάμεσα στις χώρες του Βορρά και αυτές του Νότου.

Η Ελλάδα τυπικά έγινε μέλος του ευρώ το 2000 και ουσιαστικά το 2002. Πρόκειται για τη σημαντικότερη απόφαση (μαζί με την ένταξη στην ΕΕ) στη μεταπολιτευτική Ιστορία που καθόρισε την πορεία της χώρας. Η συμμετοχή στο ευρώ – προσωπικό σχέδιο του Κ. Σημίτη – διέσωσε τη χώρα. Γιατί είναι εφιαλτική και μόνο η σκέψη για το πώς θα μπορούσε η χώρα να αντιμετωπίσει τη δεινή κρίση χρέους το 2010 χωρίς τη συμμετοχή της στην ευρωζώνη. Βεβαίως με την άφρονα πολιτική των πρώτων μηνών της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ η χώρα έφθασε ένα βήμα πριν από την έξοδο (Grexit). Ευτυχώς την τελευταία στιγμή η γνωστή κωλοτούμπα απέτρεψε την καταστροφή. Αντίθετα με άλλες χώρες – μέλη, η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη δεν έχει μόνο την αυτονόητη οικονομική σημασία. Συνιστά επίσης «επένδυση ασφάλειας» για τη χώρα αλλά και προϋπόθεση για την παρουσία της στον εσωτερικό πυρήνα λήψης αποφάσεων της Ενωσης.

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ, είναι μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του FEPS