«Πρώτος άνθρωπος» (First man, ΗΠΑ, 2018). Εξιστορώντας όλο το παρασκήνιο της αποστολής του διαστημοπλοίου «Απόλλων 11» στη Σελήνη, ο νεαρός, ταλαντούχος και βραβευμένος με Οσκαρ σκηνοθεσίας Ντάμιεν Σαζέλ («La La Land») έφτιαξε μια ποιητική ταινία με ιστορικό περιεχόμενο. Αξονάς της η πολυσχιδής προσωπικότητα του αστροναύτη Νιλ Αρμστρονγκ (Ράιαν Γκόσλινγκ), που ήταν ο πρώτος άνθρωπος που πάτησε το πόδι του στη Σελήνη. Ομως η μαστοριά του «Πρώτου ανθρώπου» έγκειται κυρίως στον αρμονικό και πολύ συγκινητικό  συνδυασμό της ανθρώπινης περιπέτειας των αστροναυτών της NASA με τον εσωτερικό κόσμο του Αρμστρονγκ: ενός σταθερού, ευθέος, έξυπνου και σκεπτόμενου Αμερικανού. Δεν μιλούσε παρά μόνο όταν έπρεπε και προτιμούσε να πράττει αντί να αναλύει. Ο «Πρώτος άνθρωπος» είναι κατ’ αρχάς μια πέρα για πέρα ανθρώπινη ταινία που ενδιαφέρεται να δει πως το προσωπικό δράμα του Αρμστρονγκ, ο θάνατος της μικρής κόρης του από καρκίνο πολλά χρόνια πριν από την αποστολή στη Σελήνη, ήταν που τελικά του έδωσε το κουράγιο να προχωρήσει και να γίνει αυτό που έγινε. Σε μια ερμηνεία που θα ήθελα να δω στα Οσκαρ, ο Ράιαν Γκόσλινγκ σε κερδίζει με την αινιγματική ματιά του και το cool στυλ χάρη στο οποίο έγινε ο επάξιος διάδοχος του Στιβ ΜακΚουίν.

«Loro» (Ιταλία, 2018). Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Πάολο Σορεντίνο ασχολείται με πρόσωπο της ιταλικής πολιτικής σκηνής κάνοντας ένα διασκεδαστικό «παιχνίδι» ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία, όμως το «Il divo» για τον Τζούλιο Αντρεότι ήταν ένα πολύ πιο ουσιαστικό φιλμ συγκριτικά με το «Loro» για τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Η ταινία που βλέπουμε στην Ελλάδα είναι μια ειδικά μονταρισμένη συμπύκνωση δυο ταινιών, του «Loro 1» και «Loro 2» που παίχθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές στην Ιταλία. Διαρκεί περισσότερο από δύο ώρες αλλά έχει εξαντληθεί πολύ πιο νωρίς: στο μεγαλύτερο μέρος της δεν είναι κάτι πέρα από μια έξυπνη, ελκυστική στην όψη εικονογράφηση μιας χώρας σε παρακμή. Οπως ο Μάρτιν Σκορσέζε στον «Λύκο της Wall Street», ο Σορεντίνο ενδιαφέρεται να κινηματογραφήσει την υπερβολή στη διαπασών. Βίλες οργίων, γυναίκες που κουνιούνται σαν ελατήρια και περιφέρονται ολοτσίτσιδες, τόνοι κοκαΐνης, πισίνες, μουσική, μια χώρα με τη γλώσσα έξω, αποχαυνωμένη, σε ντελίριο. Ομως όλη αυτή η εικόνα, έντεχνα παρουσιασμένη με ιδέες καταπληκτικές στη σκηνογραφία και στο design, σύντομα αρχίζει και κουράζει. Φυσικά, η ταινία σώζεται από τον Τόνι Σερβίλο, αυτόν τον θησαυρό της υποκριτικής, ο οποίος όποτε κάνει την εμφάνισή του είναι μαγνήτης πραγματικός: είτε όταν μιλά με το υποσυνείδητό του, είτε στην σκηνή όπου «τ’ ακούει» από τηνγυναίκα του, ή με το νεαρό κολ γκερλ που του δίνει την αλήθεια κατάμουτρα: είναι ένας θλιβερός γέρος που βρωμάει.

«Το ένστικτο της επιβίωσης» (Journeyman, Αγγλία, 2017). Ξεφεύγοντας από τα κλισέ τόσο των ταινιών πυγμαχίας όσο και των δραμάτων που πραγματεύονται μορφές αναπηρίας, ο Πάντι Κόνσινταϊν αφηγείται τη συγκινητική ιστορία ενός βρετανού πυγμάχου, πρωταθλητή μεσαίων βαρών, ο οποίος παρότι νίκησε στα σημεία στον τελευταίο αγώνα του έμεινε τελικά παράλυτος ύστερα από ένα σοβαρό χτύπημα στο κεφάλι. Ο Κόνσινταϊν εστιάζει στην προσπάθεια του ήρωα να σταθεί και πάλι στα πόδια του, μια πάλη που αποδεικνύεται ο δυσκολότερος αγώνας της ζωής του. Καλοπαιγμένο δράμα δωματίου, με τον ίδιο τον σκηνοθέτη πραγματικά σπαρακτικό στον ρόλο του πυγμάχου, ιδίως στις σκηνές που περιμένει την επιστροφή της γυναίκας του (Tζόντι Γουίτακερ) που, μην αντέχοντας την κατάσταση, πρόσκαιρα τον εγκαταλείπει.

«Πόθος» (Ca’ agua, Ισραήλ, 2017) του Σάβι Γκάμπιζον. Ισραηλινό «οικογενειακό» δράμα πάνω στην προσπάθεια ενός πλούσιου πατέρα (Σάι Αβίβι) ν’ ανακαλύψει το παρελθόν του γιου που ποτέ δεν έμαθε ότι έχει παρά μόνο όταν το παιδί έχασε τη ζωή του (η μητέρα είχε αποκρύψει τη σύλληψη και γέννα του μετά τη σύντομη σχέση που είχε με τον πατέρα). Μέσα από αυτή την αμήχανη διαδικασία που καταλήγει σε μια πρόταση άκρως λυτρωτική και συμφιλιωτική για τους θρηνούντες, ο σκηνοθέτης σταθερά, υπομονετικά, χτίζει ένα καλοδουλεμένο ανθρώπινο δράμα που στηρίζεται κυρίως στους μεστούς, ουσιαστικούς διαλόγους ανάμεσα στον πατέρα και τον κόσμο που συναντά· ένας κόσμος που με τη στάση του αποδεικνύει ότι το παιδί που πέθανε ήταν η μόνη ειλικρινής φωνή μέσα στο περιβάλλον υποκρισίας το οποίο τελικά τον κατέστρεψε.

«Δύσκολες ώρες στο Εl Royale» (Bad times at the El Royale, ΗΠΑ, 2018). Θρίλερ του Ντρού Γκόνταρντ. Ο Τζεφ Μπρίτζες, η Νακότα Τζόνσον και ο Τζον Χαμ είναι μερικά από τα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στο άλλοτε σουρεαλιστικά αστείο και άλλοτε απρόσμενα βίαιο αυτό θρίλερ το οποίο εκτυλίσσεται στα μέσα της δεκαετίας του 1960 σε ένα ξενοδοχείο που «πατά» σε δύο πολιτείες των ΗΠΑ: στην Καλιφόρνια το μισό και στη Νεβάδα το άλλο μισό. Η ιστορία είναι μοιρασμένη σε κεφάλαια, ο Γκόνταρντ ξέρει να στήνει πλάνα που κινούν την περιέργεια, αλλά δεν ξέρει που να βάλει τελεία (2 ώρες και 10 λεπτά είναι η εξαντλητική διάρκεια). Μια όμορφη στην όψη αλλά φλύαρη άσκηση πάνω στο σινεμά του Κουέντιν Ταραντίνο με μια πινελιά μυθιστορήματος Αγκαθα Κρίστι.

«Κτήνος» (Beast, Αγγλία, 2017). Πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Βρετανού Μάικλ Πιρς, αυτό το έντονων συναισθημάτων ψυχολογικό – ερωτικό δράμα έχει στον πυρήνα του ένα νεαρό ζευγάρι απροσάρμοστων, των οποίων η σχέση κρύβει κάποιο σκοτεινό μυστήριο. Εκείνος (Τζόνι Φλιν) είναι ο σιωπηλός, ατίθασος, ίσως και επικίνδυνος νέος με το βεβαρημένο παρελθόν που ζει και εργάζεται μόνος. Εκείνη (Τζέσι Μπάκλεϊ), επίσης  σημαδεμένη από ένα δυσάρεστο περιστατικό της εφηβικής ηλικίας της, γοητεύεται από την ιδιομορφία του και τον ακολουθεί φέρνοντας τον εαυτό της σε κατά μέτωπο αντιπαράθεση με την οικογένειά της.

«Peppermint» (ΗΠΑ, 2018). Η Τζένιφερ Γκάρνερ είναι  αποφασισμένη να μην αφήσει τους δολοφόνους του παιδιού και του ανδρός της να ξεφύγουν ζωντανοί, οπότε τίποτε δεν θα μείνει όρθιο στο Λος Αντζελες όπου λαμβάνει χώρα μια ιστορία που σου δίνει την εντύπωση ότι την έχεις ξαναδεί, ακριβώς επειδή το θέμα της είναι τόσο χιλιοειπωμένο. Υπάρχει μια έξυπνη ανατροπή αλλά σε γενικές γραμμές βλέπεις ό,τι ακριβώς περιμένεις να δεις.

«Το τρίτο έγκλημα» (The third murder, Ιαπωνία, 2017) του Χιροκάζου Κόρε Εντα είναι ένας αλλόκοτος συνδυασμός δικαστικού θρίλερ – ταινίας μυστηρίου – ψυχοδράματος με άξονα τη σχέση που καλλιεργείται ανάμεσα σε έναν κατηγορούμενο για κλοπή και φόνο (Γιακούσο Κόζι) και τον δικηγόρο που τον υπερασπίζεται (Φουκουγιάμα Μασαχάρου), ο οποίος δεν είναι σίγουρος για την ενοχή του πελάτη του, παρότι ο τελευταίος έχει ομολογήσει.