Δεν υπάρχει πιο δόλια παγίδα από αυτή που στήνουν οι οικονομικές επιστήμες στους αδαείς. Στις θετικές επιστήμες δεν είναι δυνατόν να παραστήσεις ότι ξέρεις κάτι που αγνοείς. Υπάρχουν πειραματικές αποδείξεις των ισχυρισμών σου και άλλοι πολλοί τρόποι που ξεχωρίζουν το υπαρκτό από το υποτιθέμενο. Εγώ παραδείγματος χάριν, ήμουν άσχετος στις θετικές επιστήμες. Στα Μαθηματικά κουτσά-στραβά κάτι έκανα. Στη Φυσική όμως τα πράγματα γίνονταν πολύ πιο επικίνδυνα. Αν πεις δε για τη Χημεία, ουδέποτε κατάλαβα περί τίνος πρόκειται.

Στις θεωρητικές επιστήμες αντίθετα οι ιδέες ισχύουν άνευ αποδείξεως. Καμιά φορά μπορεί να ισχύσει η ιστορική λεγόμενη απόδειξη που προϋποθέτει συχνά ότι οι υπεύθυνοι για έναν πόλεμο έχουν πεθάνει ή είναι κοντά στον θάνατό τους. Εξού και το μεγάλο πρόβλημα της αξιοπιστίας. Δηλαδή να πιστεύουν όσοι σ’ ακούνε ότι αυτά που λες είναι σωστά επειδή τα λες εσύ.

Τα οικονομικά έχουν έναν νόθο χαρακτήρα. Είναι ένα σύνολο παραστάσεων και προβλέψεων για το μέλλον, που δεν στηρίζονται σε ένα σύνολο αποδεδειγμένων υποθέσεων. Οικονομία όμως υπάρχει. Αλλά και αυτήν είναι δυνατόν να την κατανοήσεις όπως σε συμφέρει. Οι στατιστικές δεν έχουν καμία αυτονομία. Εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από υποκειμενικούς ή τυχαίους παράγοντες. Ακούω να γαυριούν οι κυβερνητικοί ημιμαθείς γιατί υπάρχει στον δημόσιο τομέα πλεόνασμα που προκύπτει από τη διαχείρισή τους. Η λογική τους είναι απλή:

 – 100 γιδοπρόβατα, μεγάλο κοπάδι, αξιόλογος νοικοκύρης.

 – 500 γιδοπρόβατα, μεγαλύτερο κοπάδι, τσέλιγκας με μισθωτούς τσοπαναραίους.

 – 2.000 γιδοπρόβατα, μεγαλοτσέλιγκας. Μπορεί να συντηρήσει ληστοσυμμορία τύπου Γιαγκούλα.

Κάπου εκεί σταματάει το παιχνίδι. Για να βρει ικανοποιητική βοσκή ένα τόσο μεγάλο κοπάδι χρειάζεται να μετακινείται σε μεγάλες αποστάσεις με φορτηγά αυτοκίνητα, να τρώει τον χειμώνα μεγάλες ποσότητες ξηράς τροφής και να ποτίζεται (δημιουργούνται συνθήκες ενσταβλισμένης κτηνοτροφίας), να μπαίνει σε δημόσια δάση, ίσως και να περνάει τα σύνορα της χώρας. Ακόμα και το κοπάδι των ψηφοφόρων της Ακροδεξιάς συναντάει τα όριά του. Κάπου εκεί στο 10%. «Οσο μεγαλύτερο», δεν είναι απαραίτητα «τόσο καλύτερο».

Υπάρχουν και στις κοινωνικές επιστήμες άριστα μεγέθη. Αυτό ισχύει επίσης και για τη διαχείριση του δημοσιονομικού τομέα. Ενα 3% ορίστηκε ως ανυπέρβλητο έλλειμμα στη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Ενα 1% είναι το λεγόμενο ποσοστό τριβής. Υποτίθεται ότι στις δημοκρατίες, που δεν τις κυβερνούν φασίστες και κομμουνιστές, η προσπάθεια των κυβερνώντων είναι η ανανέωση της λαϊκής εμπιστοσύνης. Οταν είναι απαραίτητες οι παροχές και όταν το δημοσιονομικό περιθώριο τις επιτρέπει, τότε παρέχονται προς τον λαό όσα διεκδικούνται ως δικαίωμά του. Οχι ως κοινωνικές επεμβάσεις, αναδιανομή για λόγους ιδεολογικούς και ως επιβράβευση θυσιών του άμεσου παρελθόντος.

Η χώρα δεν ζει μόνο με οράματα. Ζει με τον σχεδιασμό του άμεσου και απωτέρου μέλλοντος. Από την εποχή του Φρανσουά Περού, που ήταν φανατικός αντικομμουνιστής, έπαψε ο σχεδιασμός της οικονομικής πολιτικής να είναι πλεονέκτημα ενός σταλινικού, αιμοσταγούς καθεστώτος. Αργότερα έγινε αμφισβητήσιμο αν ήταν πλεονέκτημα καθόλου. Εμείς δεν είμαστε νεοφιλελεύθεροι. Δεν θα ακολουθήσουμε, λοιπόν, αυτούς που θεωρούν ότι η οποιαδήποτε παρέμβαση του κράτους στην οικονομία δημιουργεί στρεβλώσεις. Αλλά γνωρίζουμε στοιχειώδη οικονομικά και ξέρουμε ότι όταν έχεις 6% πλεόνασμα κάποιο λάθος έχεις κάνει.

Τα λάθη στην πολιτική πληρώνονται. Ηρθε η ώρα να πληρώσει και ο κ. Τσίπρας και η παρέα του τα δικά τους.