Ηδη πριν από τη δικτατορία σχεδόν όλοι οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας επιχείρησαν να βελτιώσουν τις σχέσεις με την Τουρκία. Ομως, ανεξαρτήτως πολιτικής ταυτότητας ή άλλων παραμέτρων, κατέληξαν, επίσης σχεδόν όλοι, σε πανομοιότυπο αποτέλεσμα: να διαπιστώσουν ότι παρά τις προσπάθειες, ακόμα και την όποια διάθεση για κάποια «ελαστικότητα» προκειμένου να τελειώνει η ένταση, καλή γειτονία με τους Τούρκους ήταν δυστυχώς αδύνατον να επιτευχθεί.

Και μάλιστα πολύ πριν από τους νυν ακραίους μαξιμαλισμούς: «Γαλάζιες Πατρίδες», «κατεχόμενα νησιά», «πύραυλοι που θα φτάνουν στην Αθήνα» και τα λοιπά γνωστά του Ερντογάν. Οποιος κάνει τον κόπο να ανατρέξει πίσω θα το διαπιστώσει αμέσως. Ηταν άραγε όλοι τους… φασίστες πολεμοχαρείς εθνικιστές; Ή αυτά που απαιτεί η Τουρκία ουδείς ούτε διανοήθηκε ποτέ ότι θα ήταν δυνατόν να τα δώσει;

Αυτό το ερώτημα θα πρέπει να απασχολήσει πλέον πάρα πολύ σοβαρά τον νυν Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ιδίως τώρα που ετοιμάζεται για την Αγκυρα, σε έναν δρόμο στρωμένο με πολλά, επικίνδυνα αγκάθια που τα σπέρνει ο επικείμενος αμφιτρύωνάς του, αλλά που ο Πρωθυπουργός τα «ξεπερνάει» με την πρωτόγνωρη τακτική να κάνει ότι δεν τα βλέπει. Στα πιο πρόσφατα ανήκουν η NAVTEX στο Καστελλόριζο καθώς και τα θαλάσσια πάρκα. Είπε η κυβέρνηση να τα ορίσει για να δείξει τι σπουδαία οικολόγος είναι και οι Τούρκοι μέσα σε λίγη ώρα απάντησαν περίπου «ούτε να το σκέφτεστε». Οχι μόνο για το Αιγαίο. Και για το… Ιόνιο. Τέτοια τρομάρα δείχνει να πήρε ο Μητσοτάκης που ούτε στο… Αλσος Παγκρατίου δεν θα αφήνει πλέον να κουρεύουνε τα δέντρα μη θυμώσει ο Ερντογάν.

Ομως ο τούρκος πρόεδρος του κρατούσε κι άλλη έκπληξη: η «Γαλάζια Πατρίδα», που προϋποθέτει βέβαια (και) τον ενταφιασμό της Συνθήκης της Λωζάννης και την αντικατάστασή της με άλλη που θα ορίζει δραματικά μειωμένη κυριαρχία για την Ελλάδα υπέρ της Τουρκίας, μόλις ανακοινώθηκε ότι θα εισαχθεί στη διδακτέα ύλη των τουρκικών σχολείων! Τόσο βαθιά στο πνεύμα της «καλής γειτονίας» της καταγέλαστης «Διακήρυξης των Αθηνών» είναι ο Ερντογάν λίγο πριν δεχθεί τον έλληνα Πρωθυπουργό για να συνεχίσουν τον «ελπιδοφόρο» διάλογό τους, για τον οποίο ουδείς, στην Ελλάδα τουλάχιστον, γνωρίζει τίποτα. Εκτός από αυτό που έχουν πει ο ίδιος ο Μητσοτάκης και ο υπουργός Εξωτερικών Γεραπετρίτης: ότι πρέπει να ετοιμαστούμε για υποχωρήσεις!

Μπορεί ο Πρωθυπουργός να κάνει ότι δεν βλέπει και δεν ακούει τα βαριά δομικά αίτια που ακυρώνουν κάθε δυνατότητα διαλόγου με την Τουρκία, η οποία δεν έχει άρει στο ελάχιστο τις τερατώδεις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας, όμως αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα. Ή φαντάζεται ότι θα τα ξεχάσει όλα με την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα; Το να συνεχίζει να δηλώνει… αισιόδοξος και να πηγαίνει στην Αγκυρα για έναν διάλογο που η διάρκεια, το επίπεδο και η στεγανότητά του, αλλά κυρίως η «ησυχία» του Ερντογάν στο Αιγαίο ως προς τις καθημερινές παραβιάσεις, τα λένε όλα γι’ αυτόν, δεν είναι πια αστεία υπόθεση: παράγει μια πολιτική νομιμοποίηση αυτών των αξιώσεων, την οποία χρεώνεται όχι μόνον ο ίδιος αλλά και η Ελλάδα. Δεν είναι νοητό να παραμένουν τέτοιες επιβουλές και να εξελίσσεται τέτοια διαδικασία.

Ο τούρκος πρόεδρος τα «έσπασε» με τον αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν πριν από την επίσκεψή του στον Λευκό Οίκο, για ένα ζήτημα που στο τέλος τέλος δεν αφορά καν τη χώρα του – και ας μη βιαστούμε να χαρούμε πάλι: μπορεί η επόμενη «επιστροφή» του Ερντογάν να έχει και αυξημένα ελληνικά «λύτρα». Πάντως έκανε θέμα τη στιγμή που μόλις έχει αναδιαταχθεί η σχέση του με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε πολύ απτό επίπεδο. Πώς βλέπει άραγε τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας που πάει εκεί σαν να μη συμβαίνει τίποτα; Αυτό θα πρέπει επίσης να απασχολήσει τον δεύτερο. Αλλά αφού, ως μη όφειλε, πάει που πάει, τουλάχιστον ας διδαχθεί και τίποτα…