Η κυβέρνηση έχει δρομολογήσει τη μεταρρύθμιση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών και ήδη η πρόθεσή της έχει προκαλέσει συζητήσεις και αντιπαραθέσεις. Το θέμα, όπως είχε συμβεί προ ετών και με το σύμφωνο συμβίωσης, διχάζει πολιτικούς και κόμματα, ενώ βρίσκει αντίθετη την Εκκλησία. Αυτό έχει διαφανεί και από τον διάλογο που έχουν ανοίξει «TA ΝΕΑ», ο οποίος συνεχίζεται και σήμερα.

Ο καθηγητής του ΑΠΘ, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Θεολόγων Ηρακλής Ρεράκης υπενθυμίζει ποια είναι η θέση της Εκκλησίας χαρακτηρίζοντας ως μεθόδευση ότι εμφανίζεται ως συντηρητική επειδή αρνείται να ανατρέψει τις αλήθειες της πίστεώς της. Από την πλευρά του ο καθηγητής στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ Αντώνης Γ. Καραμπατζός τονίζει πως αυτά που μένουν στην πολιτική είναι οι μεγάλες αλλαγές, ιδίως στο ευαίσθητο πεδίο των δικαιωμάτων.

Η ορθόδοξη Εκκλησία έναντι της ομοφυλοφιλίας

Του Ηρακλή Ρεράκη

Η Αγία Γραφή, μαζί με την αγιοπνευματική Ιερά Παράδοση αποτελούν τις βάσεις της πίστεώς μας. Η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει ότι ο Θεός «εποίησεν τον άνθρωπον άρσεν και θήλυ» (Γέν. 1, 27-28). Η Εκκλησία, ως Ιερός Θεσμός, υπάρχει για να διακονεί την αλήθεια της, που είναι η μόνη που σώζει τον άνθρωπο.

Η  Εκκλησία, ενώ σέβεται και αγαπά όλους τους πλανεμένους και αμαρτωλούς, όπως έπραττε και ο Χριστός, δεν μπορεί, όμως, να αποδεχθεί την ομοφυλοφιλία, ως μία αμαρτωλή «φυσική ένωση», διότι η Αγία Γραφή δεν αναφέρει τη δημιουργία από τον Θεό και άλλων φύλων, πλην των δύο.

Αυτή η εκτός του θελήματος του Θεού αποδοχή της ομοφυλοφιλικής συμβιώσεως ή συντροφικότητας, τοποθετείται στο πλαίσιο της ηδονοφιλικής τάσεως του ανθρώπου και πρόκειται, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, για ένα πάθος, ή εκτροπή ή ανατροπή της ανθρώπινης φυσιολογίας και οντολογίας. Ακολουθώντας τον Απ. Παύλο (Ρωμ. 1, 26-27), η Εκκλησία θεωρεί αυτό το πάθος, ως μια μετάλλαξη της φυσικής χρήσης «εις παρά φύσιν».

Ο Πλάτων και πολλοί άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, επίσης, μαρτυρούν ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι υπήρξαν αντίθετοι στην ομοφυλοφιλία, θεωρώντας τη συμβίωση και την ένωση του άνδρα με τη γυναίκα, ως τη μόνη αποδεκτή και σύμφωνη με τη φύση, ενώ, αντίθετα, τη συζυγία των ομοφύλων, ως παρά φύση (Πλάτ. Νόμοι 636c).

Οι Αγιοι Πατέρες, επισημαίνουν ότι τρία είναι τα κύρια πάθη που οδηγούν τον άνθρωπο στην απώλεια της σωτηρίας του. Η φιλοπλουτία, η φιλοδοξία και η φιληδονία. Στο τελευταίο αυτό πάθος εντάσσεται και το πάθος της ομοφυλοφιλίας.

Ο Χριστός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, διότι αυτός είναι ο σκοπός της Θείας Ενανθρωπήσεως. Για να γίνει αυτό θέλει να έλθουμε όλοι «εις επίγνωσιν αληθείας», διότι μόνον «η αλήθεια ελευθερώνει» (Ιω. 8,32).

Η Εκκλησία δεν μπορεί να αλλάζει τον σκοπό της υπάρξεώς της και να μην ακολουθεί τις διδασκαλίες της, όπως εκείνη του Απ. Παύλου: «Μην πλανιέστε, ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτρες, ούτε μοιχοί, ούτε κίναιδοι, ούτε αρσενοκοίτες, ούτε κλέφτες, ούτε πλεονέκτες, ούτε μέθυσοι, ούτε κακολόγοι, ούτε άρπαγες δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού» (Α’ Κορινθίους 6, 9-11).

Η μεθόδευση ορισμένων να συκοφαντούν, ως συντηρητική την Εκκλησία, επειδή δεν δέχεται να ανατρέψει τις αλήθειες της πίστεώς της και να δεχθεί την ομοφυλοφιλία και άλλα πολλά, δείχνει ότι δεν σέβονται τον Χριστό και τις αιώνιες αλήθειες που παρέδωσε, πάνω στις οποίες είναι δομημένη, οντολογικά, η χριστιανική πίστη ως θεσμός.

Η πολιτική είναι για να αλλάζει τις ζωές των ανθρώπων

Του Αντώνη Κ. Καραμπατζού

«Η ισότητα στον γάμο υπήρξε μια από τις πιο σκληρές μάχες… Αλλά δεν μετανιώνω καθόλου, αποτελεί μια από τις πιο περήφανες στιγμές της πρωθυπουργίας μου». Αυτά αναφέρει στην αυτοβιογραφία του ο πρώην βρετανός συντηρητικός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον για την απόφασή του να προχωρήσει, το 2013, στην καθιέρωση του γάμου μεταξύ ομοφύλων, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις από το εσωτερικό των Τόρις και την Εκκλησία.

Οταν, κάποια στιγμή αργότερα, ένας υπάλληλος του πρωθυπουργικού επιτελείου τού είπε ότι χάρη σ’ εκείνον μπορούσε πλέον να παντρευτεί τον σύντροφό του, ο Κάμερον ένιωσε ευτυχής για αυτή την ωραία δύναμη της πολιτικής να αλλάζει τις ζωές των ανθρώπων προς το καλύτερο. Και είχε απόλυτο δίκιο. Αυτά που μένουν στην πολιτική είναι οι μεγάλες αλλαγές, ιδίως στο ευαίσθητο πεδίο των δικαιωμάτων. Ας θυμηθούμε για τη χώρα μας μόνον τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις των ετών 1982-1983 στον χώρο του οικογενειακού δικαίου: από την κατοχύρωση της ισονομίας ανδρών και γυναικών μέχρι την καθιέρωση του πολιτικού γάμου και τη φιλελευθεροποίηση του δικαίου του διαζυγίου. Η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν έχασε το momentum αμέσως μετά τον εκλογικό θρίαμβο του 1981.

Ερχόμενοι στο σήμερα, παρατηρούμε ότι στο ζήτημα του γάμου μεταξύ ομοφύλων επικρατεί μία έκδηλη κυβερνητική αμφιθυμία. Ο Πρωθυπουργός έχει διακηρύξει τελευταία επανειλημμένα την πρόθεσή του να φέρει σχετικό νομοσχέδιο. Στο εσωτερικό, όμως, του κυβερνώντος κόμματος εκδηλώνονται ήδη έντονες αντιδράσεις, ακόμη δε και από τον αρμόδιο για το κοινοβουλευτικό έργο υπουργό Επικρατείας. Αν και εφόσον έρθει τελικά το εν λόγω νομοσχέδιο στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός μπορεί να μη θέσει ζήτημα κομματικής πειθαρχίας και να αφήσει τους βουλευτές της ΝΔ να ψηφίσουν κατά συνείδηση.

Σε επίπεδο υπουργών, ωστόσο, τα πράγματα διαφέρουν: κατά τη συνταγματική τάξη (βλ. άρ. 82 και 85 Σ.), η κυβέρνηση είναι συλλογικό όργανο που καθορίζει τη γενική πολιτική της χώρας και λαμβάνει αποφάσεις συλλογικά, τα δε μέλη της (και οι υφυπουργοί) είναι συλλογικά υπεύθυνα για τη χαρασσόμενη γενική πολιτική. Η πολιτική δε αυτή καλύπτει, αναμφίβολα, κάθε μείζον ζήτημα, όπως ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ετσι, τυχόν διαφωνία ενός υπουργού επί μιας συλλογικής κυβερνητικής αποφάσεως και δη σε μείζον ζήτημα, κατόπιν δε σχετικής πρωτοβουλίας του Πρωθυπουργού, τον οδηγεί αναπόφευκτα εκτός κυβερνήσεως, ανεξάρτητα από την επιβολή κομματικής πειθαρχίας.

Εξάλλου, υπάρχει το πρόσφατο προηγούμενο της παραίτησης του Π. Καμμένου από τη θέση του υπουργού Εθνικής Αμυνας λόγω της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ο Πρωθυπουργός, παρά την πρόσφατη άνετη εκλογική επικράτηση της ΝΔ και την Εκθεση για την «Εθνική Στρατηγική για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+» που έχει στα χέρια του ήδη από το 2021 και η οποία ανοίγει τον δρόμο για τη θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου μεταξύ ομοφύλων, φαίνεται ότι αμφιταλαντεύεται. Οσο όμως καθυστερεί, τόσο επιτρέπει στη δεξιά πτέρυγα του κόμματός του να καταλαμβάνει χώρο στη δημόσια σφαίρα και να προετοιμάζεται για μια βαθιά πολιτική σύγκρουση.

Οι κοινωνικές συνθήκες, ωστόσο, έχουν ωριμάσει για την εισαγωγή του πολιτικού γάμου μεταξύ ομοφύλων στη χώρα μας. Είναι η ώρα των τολμηρών πολιτικών αποφάσεων και της κατάθεσης φιλελεύθερων διαπιστευτηρίων στην πράξη. Τουλάχιστον για όσους πολιτικούς ενδιαφέρονται πραγματικά να αφήσουν μία φιλελεύθερη παρακαταθήκη, που θα αλλάξει τις ζωές ανθρώπων.