Εάν όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία προκαλούν εύλογες ανησυχίες για το μέλλον της ανθρωπότητας, η εικόνα που μοιάζει να διαμορφώνεται στον Ειρηνικό δικαιολογεί τον τρόμο! Δεν είναι κρυφό, άλλωστε, ότι οι πιθανότητες να ξεσπάσει μια πολεμική σύγκρουση σε εκείνη την περιοχή του πλανήτη αυξάνονται διαρκώς.

Κάτι τέτοιο, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, θα σηματοδοτήσει ντε φάκτο την κήρυξη του Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς θα εμπλακούν άμεσα οι ισχυρότερες δυνάμεις – και πυρηνικές – του πλανήτη: οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και η Ρωσία. Μαζί και με τους συμμάχους τους, οι οποίοι δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να ζωστούν… όπλα και παλάσκες, από τη στιγμή που θα ηχήσουν τα τύμπανα του πολέμου.

Η «σφήνα» της Ινδίας

Πρόκειται για τη Βόρεια και τη Νότια Κορέα, που ήδη ανήκουν σε αντίπαλα στρατόπεδα και βρίσκονται διαρκώς με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Για την Αυστραλία, η οποία έχει ενταχθεί ενεργά στο πλευρό των ΗΠΑ (ειδικά μετά τη συμφωνία AUKUS, με τη συμμετοχή και της Βρετανίας). Για την Ινδία, που αναζητά τον δικό της ιδιαίτερο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, θεωρώντας ότι η θέση που κατέχει σήμερα την αδικεί – με αποτέλεσμα να μπαίνει «σφήνα» στις εξελίξεις και, από τη μία, να διατηρεί καλές σχέσεις με τη Μόσχα, ενώ από την άλλη συνάπτει συμφωνίες στρατιωτικής συνεργασίας με τους εχθρούς του Πεκίνου.

Πρώτη και καλύτερη στην τελευταία κατηγορία είναι η Ιαπωνία, η οποία, κατά δήλωση του ίδιου του πρωθυπουργού της, βρίσκεται «σε ένα σημείο καμπής στην ιστορία της», γυρνώντας οριστικά τη σελίδα που άρχισε να γράφεται με την ήττα της στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Φούμιο Κισίντα το πιστοποίησε με την εξαγγελία που έκανε την περασμένη Παρασκευή και αφορούσε τη μετατροπή των ενόπλων δυνάμεων της Ιαπωνίας σε μια πανίσχυρη πολεμική μηχανή, ικανή να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις μιας μεγάλης και μακρόχρονης αναμέτρησης. «Εάν το σχέδιο εκτελεστεί ορθά, οι Δυνάμεις Αυτοάμυνας θα αποτελούν μια πραγματική, παγκόσμιας κλάσης δύναμη» τόνισε χαρακτηριστικά, ανακοινώνοντας ένα πρόγραμμα ύψους 320 δισ. δολαρίων για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Πρόκειται για ένα ποσό το οποίο ισοδυναμεί με αύξηση της τάξης του 57% σε σύγκριση με τις σημερινές στρατιωτικές δαπάνες της χώρας, που θα εκτοξευτούν πλέον πάνω από το 2% του ΑΕΠ. Θάβοντας, ταυτόχρονα, στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας το όριο του 1% που είχε θεσπιστεί το 1976, ως μία διαβεβαίωση προς τους γείτονες της Ιαπωνίας ότι η πάλαι ποτέ αυτοκρατορία, με τα ασύλληπτα εγκλήματα πολέμου στο ενεργητικό της, δεν θα αποτελούσε ποτέ πια απειλή γι’ αυτούς.

Χέρι χέρι με τη Γερμανία

Κάπως έτσι, ο Κισίντα εκπλήρωσε και την τελευταία επιθυμία, το μεγάλο όραμα του προκατόχου του, Σίνζο Αμπε, ο οποίος δολοφονήθηκε προτού καταφέρει να το κάνει πράξη. Πάνω από όλα, όμως, ολοκλήρωσε μια διαδικασία η οποία είχε ξεκινήσει ουσιαστικά από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, καθώς η Ιαπωνία συνειδητοποιούσε σταδιακά ότι σε έναν κόσμο και μια περιοχή όπου θα επέλθουν βίαιες αλλαγές, η ίδια δεν θα μπορούσε – και δεν θα ήθελε – να κρατά στο χέρι κλάδο ελαίας, αλλά κάτι πιο απειλητικό. Οτι, με άλλα λόγια, θα έπρεπε να συμπληρώσει την αδιαμφισβήτητη οικονομική της ισχύ με την αντίστοιχη στρατιωτική, εάν ήθελε να την υπολογίζουν σύμμαχοι και εχθροί.

Δεν είναι τυχαίο ότι το ίδιο κάνει αυτή την περίοδο και η έτερη μεγάλη ηττημένη του τελευταίου παγκόσμιου πολέμου: η Γερμανία, η οποία, όπως έχει πει ο καγκελάριός της Ολαφ Σολτς, διέρχεται τη δική της «αλλαγή εποχής» (Zeitwende). Με αφορμή, όπως είναι γνωστό, την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον πόλεμο που συμπληρώνει ήδη 300 ημέρες – επιχείρημα που επικαλέστηκε και ο Κισίντα για να αιτιολογήσει την απόφασή του.

Η απειλή της Ρωσίας

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι πως η Ουκρανία πέφτει κάπως μακριά για την Ιαπωνία. Οι αλλαγές που επιφέρει, όμως, την επηρεάζουν άμεσα. «Η εισβολή της Ρωσίας (…) κλόνισε τα θεμέλια της παγκόσμιας τάξης» είπε ο πρωθυπουργός της και πρόσθεσε αμέσως μετά ότι «η στρατηγική πρόκληση που αντιπροσωπεύει η Κίνα είναι η μεγαλύτερη την οποία έχει ποτέ αντιμετωπίσει η Ιαπωνία».

Με το συγκεκριμένο επιχείρημα, ο Κισίντα επιχειρεί, εκτός των άλλων, να φέρει την ιμπεριαλιστική Ιαπωνία – μέχρι φυσικά τη συνθηκολόγησή της το 1945 – σε μια θέση στην οποία δεν έχει βρεθεί ποτέ: του αμυνομένου. Ευελπιστώντας, προφανώς, ότι έτσι θα καταφέρει να πείσει πιο εύκολα τους συμπατριώτες του να επωμιστούν το βαρύ κόστος της οικοδόμησης πρωτοκλασάτων ενόπλων δυνάμεων, πείθοντάς τους ότι η πατρίδα απειλείται. Εάν το καταφέρει είναι άλλη υπόθεση.