Από την αρχή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία πήρε σταθερή θέση – μαζί με τον επίσης ιστορικό Τίμοθι Σνάιντερ – κατά του απολυταρχισμού. Επαναδιατύπωσε με διαφορετικές αφορμές, σε αρθρογραφία, συνεντεύξεις και διαδικτυακές διαλέξεις, την κριτική που έχει ασκήσει τα τελευταία χρόνια μέσω της βιβλιογραφίας της, που περιλαμβάνει το «Γκουλάγκ» (Ιωλκός, μτφ. Ελευθερία Τσίτσα, 2009, βραβείο Πούλιτζερ), το «Σιδηρούν παραπέτασμα» (Αλεξάνδρεια, μτφ. Κώστας Κουρεμένος, 2016) και τον «Κόκκινο λιμό» (Αλεξάνδρεια, μτφ. Μενέλαος Αστερίου, 2019).

Η εισβολή του Πούτιν συνέπεσε με την κυκλοφορία στα ελληνικά του τελευταίου βιβλίου της Αν Απλμπομ «Το λυκόφως της δημοκρατίας» (επίσης από την Αλεξάνδρεια, μτφ. Μ. Αστερίου). Τα ερωτήματα που θέτει εδώ είναι ερωτήματα που μοιράζεται με τη φιλελεύθερη κοινότητα της εποχής. Γιατί οι πρώην φίλοι της, που σπούδασαν στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, να επιδεικνύουν τόση ανοχή ή συμπάθεια για τον σύγχρονο απολυταρχισμό; Γιατί οι κοινωνίες στρέφονται εναντίον της δημοκρατίας την ίδια στιγμή που απολαμβάνουν τα προνόμιά της; Πώς προσελκύονται από τους δημαγωγούς στον δρόμο τους προς την τυραννία;

Μ’ αυτή την αφορμή μιλήσαμε μαζί της μέσω Skype στο Λονδίνο, όπου βρίσκεται.

Δεν μπορεί κανείς να προβλέψει με βάσιμο τρόπο τι θα ακολουθήσει. Μπορεί ο πόλεμος να τελειώσει σε λίγες ημέρες, μπορεί να τραβήξει για μήνες. Οι Ουκρανοί ξεπέρασαν όλες τις προσδοκίες μας. Νίκησαν τους Ρώσους στο Κίεβο, πριν από μέρες στο Χάρκοβο και αντιστέκονται σθεναρά στο Ντονμπάς. Δυστυχώς κάποιες περιοχές στη Νότια Ουκρανία έχουν περάσει στα χέρια των Ρώσων. Νομίζω ότι ο πόλεμος θα τελειώσει όταν ο Πούτιν αποφασίσει ότι δεν αξίζει να πολεμάει ο στρατός του και όταν οι στρατηγοί του εξεγερθούν επειδή χάνουν στρατιώτες. Ο φόρος αίματος συγκρίνεται ήδη με το Αφγανιστάν. Διαφορετικά πιστεύω ότι οι Ουκρανοί θα πολεμούν για πάντα. Ακόμη και σε περιοχές υπό κατοχή θα δημιουργηθεί κίνημα αντίστασης.

Για τα κίνητρα του Πούτιν γνωρίζουμε αυτά που μας έχει αποκαλύψει ο ίδιος. Πρώτα πρώτα, επιθυμεί την ανασύσταση σε μικρότερη εκδοχή της Σοβιετικής Ενωσης, που θα περιλαμβάνει σίγουρα τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και την Ουκρανία. Μην ξεχνάμε ότι μεγαλώνει ηλικιακά, νοσταλγεί την αυτοκρατορία που γνώρισε στη νεότητά του και πασχίζει να αφήσει παρακαταθήκη με το όνομά του. Δεύτερος λόγος είναι ότι η Ουκρανία κατευθυνόταν προς τον δρόμο μιας πετυχημένης δημοκρατίας, ύστερα από τις διαρκείς εξεγέρσεις εναντίον κυβερνήσεων σοβιετικού ή κλεπτοκρατικού τύπου – το 1991, το 2005, το 2014. Για τον Πούτιν αυτό το πολιτικό σύστημα είναι μια τεράστια απειλή.

Πιστεύω ότι αν ο Πούτιν κέρδιζε τον πόλεμο στην Ουκρανία, θα ήθελε να στραφεί επιθετικά προς τη Δύση εκπέμποντας απειλή ακόμη και για την Πολωνία ή και τη Γερμανία. Οταν ήταν νέος, ως γνωστόν, εργαζόταν ως πράκτορας στη Δρέσδη. Θυμάται απολύτως την εποχή που η Μόσχα ήταν κυρίαρχη στη μισή Γερμανία. Και πιστεύει ότι αφού συνέβη μια φορά, μπορεί να ξανασυμβεί. Ευτυχώς για εμάς, ο σχεδιασμός του δεν πηγαίνει πολύ καλά.

Είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι πρέπει να στηρίξουμε και να ενθαρρύνουμε την «άλλη», «εναλλακτική» Ρωσία: εκείνη που θέλει τη φιλελεύθερη κοινωνία και στρέφεται εναντίον της αυτοκρατορικής λογικής. Σίγουρα εκείνη που επιθυμεί την αύξηση της ευημερίας των πολιτών της και όχι την εισβολή σε γειτονικά κράτη. Υπάρχουν άνθρωποι μέσα στη Ρωσία που πιστεύουν σε αυτές τις αξίες, ανάμεσά τους ο Αλεξέι Ναβάλνι.

Τα τελευταία 30 χρόνια η υιοθέτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας από τα πρώην ανατολικά κράτη υπήρξε μια απίστευτη επιτυχία. Με δεδομένες μάλιστα τις χαμηλές προσδοκίες όλων ή τις κρίσεις που προέκυπταν. Αντιθέτως, όλα τα κράτη που ανήκουν στην ΕΕ ή το ΝΑΤΟ απολαμβάνουν υψηλά επίπεδα ευημερίας, έχουν διπλασιάσει ή τριπλασιάσει το ΑΕΠ τους, ανέπτυξαν διακρατικές σχέσεις και διατήρησαν την ειρήνη σε μια περιοχή που στο παρελθόν έδωσε παγκοσμίους πολέμους. Αυτό που συνέβη βέβαια είναι ότι εισήγαγαν και τις ασθένειες της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Παρατηρούμε εκεί, κυρίως στην Πολωνία και την Ουγγαρία, την ίδια απόρριψη φιλελεύθερων αξιών και τον ευρωσκεπτικισμό που παρατηρούμε σε μέρος της γαλλικής πολιτικής τάξης ή στη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ελλάδα. Το πιο «πετυχημένο» μοντέλο απ’ αυτή την έννοια εντοπίζεται στην Ουγγαρία, ενώ στην Πολωνία η αντιπολίτευση είναι ακόμη ισχυρή και αντιστέκεται. Δεν υπάρχει, όπως, τίποτε μετα-κομμουνιστικό σ’ αυτή την ιδεολογία. Αντιθέτως, η ιδεολογία του Fidesz (σ.σ.: το δεξιό συντηρητικό κόμμα του Βίκτορ Ορμπαν) μοιάζει πολύ με τη σκληρή Δεξιά των αμερικανών Ρεπουμπλικανών ή με τις ιδέες του Σαλβίνι και της Μαρί Λεπέν.

Το μοντέλο στο οποίο βασίζονται οι σημερινοί απολυταρχικοί ηγέτες είναι ο Λένιν, ο οποίος δεν ήταν απλώς ο εισηγητής των fake news της εποχής του, αλλά και ένας συνωμοσιολόγος που διέσπειρε αντίστοιχες θεωρίες. Το μοντέλο ξεκινάει από την απόλυτη πίστη και λατρεία του ηγέτη, ο οποίος φροντίζει να μην υπάρχει παράλληλο ανταγωνιστικό σύστημα και επενδύει στο ένα και μοναδικό κόμμα. Παλιότερα ο έλεγχος γινόταν μέσω της λογοκρισίας, σήμερα μέσω των social media.

Η συμπάθεια για τη Ρωσία έχει βαθιά κοιτάσματα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, πέρα από την αναλογία που ήθελε να καθιερώσει ο Τραμπ. Υπάρχει ένας θαυμασμός για τον Πούτιν με την έννοια ότι είναι ο σκληρός ή βίαιος ηγέτης, αλλά την ίδια στιγμή και αποτελεσματικός σε σχέση με τους φιλελεύθερους δημοκράτες. Ενα άλλο «ρεύμα» της κοινής γνώμης θαύμαζε αυτό που νόμιζε ότι ήταν η «λευκή χριστιανική» ρωσική κοινωνία: έναν γελοίο μύθο ουσιαστικά, καθώς στη Ρωσία ζει ένα μεγάλο ποσοστό μουσουλμάνων, ενώ ο ίδιος ο Πούτιν εισέβαλε σε χριστιανικά κράτη.