Στις «αρχές της νέας χρονιάς» προγραμματίζεται θεωρητικά να πραγματοποιηθεί στο Βερολίνο, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, μία διεθνής διάσκεψη για τη Λιβύη. Στόχος, η οικοδόμηση συναίνεσης, ανάμεσα στα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, και τις υπόλοιπες δυνάμεις που εμπλέκονται στη Λιβύη, υπέρ της επανάληψης ενός δια-λιβυκού πολιτικού διαλόγου. Είναι ωστόσο τέτοιο το χάος σε αυτή τη χώρα την οποία πολλοί χαρακτηρίζουν «μια νέα Συρία» που ο ειδικός εντεταλμένος του ΟΗΕ, Γκασάν Σαλαμέ, δεν έχει ακόμα ανακοινώσει καν ακριβή ημερομηνία. Το ενδιαφέρον, λοιπόν, επικεντρώνεται σε μία άλλη, διμερή αυτή τη φορά σύνοδο: την επίσκεψη που θα πραγματοποιήσει στις 8 Ιανουαρίου ο Βλαντίμιρ Πούτιν στην Τουρκία, για συνομιλίες με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν πως πολλές από τις πρόσφατες εμπρηστικές διακηρύξεις του τούρκου προέδρου – όπως η δήλωση που έκανε την Πέμπτη ότι η Αγκυρα αποδέχθηκε πρόσκληση της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης να στείλει στρατεύματα και θα παρουσιάσει σχετική πρόταση στο τουρκικό Κοινοβούλιο τον Ιανουάριο – αποβλέπουν στην ενίσχυση της θέσης του, ενόψει της συνάντησής του με τον ρώσο πρόεδρο. «Ο Ερντογάν δεν θα έκανε ποτέ τόσο πολύ θόρυβο εάν δεν πίστευε ότι μπορεί να φτάσει σε κάποια συμφωνία με τον Πούτιν», λέει χαρακτηριστικά στη Wall Street Journal ο Τζαλέλ Χαρσάουι, ερευνητής στο Clingendael Institute της Χάγης.

Για να καταλάβει κανείς το σήμερα, πρέπει να γυρίσει στο χθες. Δύο κρίσιμες καμπές διακρίνονται στην εκστρατεία που ξεκίνησε στις αρχές Απριλίου ο στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ, ο ισχυρός άνδρας της ανατολικής (σε μεγάλο βαθμό και της νότιας) Λιβύης προκειμένου να καταλάβει την Τρίπολη και να εκδιώξει τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση (GNA) του Φαγέζ Αλ Σαράζ. Η πρώτη, ήρθε στα τέλη Ιουνίου, όταν οι δυνάμεις του Σαράζ κατάφεραν να ανακαταλάβουν την Γκαριάν, προκεχωρημένη βάση του Χαφτάρ και του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού (ANL) του σε απόσταση 80 χιλιομέτρων νοτιοδυτικά της Τρίπολης: δεν θα μπορούσαν να το είχαν επιτύχει χωρίς τα drones και τα τεθωρακισμένα που τους είχε στείλει η Αγκυρα κατά παράβαση του εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ – ως απάντηση όμως στους πυραύλους και τον υπόλοιπο στρατιωτικό εξοπλισμό που είχαν στείλει στον ANL τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Η δεύτερη κρίσιμη καμπή ήρθε τον Σεπτέμβριο, έπειτα από ένα μάλλον τελματωμένο καλοκαίρι, μαζί με την ανάπτυξη εκατοντάδων ρώσων μισθοφόρων στο πλευρό του ANL στην Τριπολίτιδα – τη δυτική Λιβύη. Μέλη της ιδιωτικής εταιρείας παροχής ασφαλείας Wagner, η οποία διατηρεί γνωστούς δεσμούς με το Κρεμλίνο άριστοι σκοπευτές με προηγμένο τεχνολογικά εκοπλισμό και ειδικοί στις ψυχολογικές επιχειρήσεις, με εμπειρία σε χώρες όπως η Ουκρανία, η Συρία και το Σουδάν, προσέφεραν πολύτιμη τεχνογνωσία και συντονισμό στη συμμαχία των παράταιρων πολιτοφυλακών – ανάμεσά τους, από τον Ιούλιο του 2019, και ένα σώμα 1.000 σουδανών μισθοφόρων – που σχηματίζουν τον ANL.

Στο αντίπαλο στρατόπεδο, οι δυνάμεις που παραμένουν πιστές στην κυβέρνηση του Σαράζ έδειχναν να υποκύπτουν όλο και περισσότερο στην κόπωση: σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει τις ισορροπίες υπέγραψε στις 27 Νοεμβρίου η GNA τις δύο συμφωνίες με την Τουρκία που έκαναν αίφνης το λιβυκό πρώτο θέμα στην Ελλάδα. «Σε αντάλλαγμα με την υπόσχεση μιας στρατιωτικής βοήθειας», εξηγεί στη Monde ο Τζαλέλ Χαρσαουί, ειδικός σε θέματα Λιβύης, «η GNA δέχθηκε να υπογράψει τη συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες που πρότεινε από μήνες η Αγκυρα, και που η ίδια αρνιόταν μέχρι τότε ώστε να μην εξοργίσει την ΕΕ».

Διπλά ταμπλό και πόλεμοι δι’ αντιπροσώπων

Πολλαπλοί πόλεμοι δι’ αντιπροσώπων διεξάγονται επί του παρόντος στη Λιβύη. Πέραν της Ρωσίας, ο στρατάρχης Χαφτάρ, που πλασάρεται ως ανάχωμα στον ισλαμικό εξτρεμισμό και την τρομοκρατία, έχει την πολιτική, στρατιωτική και οικονομική στήριξη των ΗΑΕ, της Σαουδικής Αραβίας, της Γαλλίας και της Αιγύπτου. Μάλιστα χθες αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συνομίλησε τηλεφωνικά με τον αιγύπτιο πρόεδρο Φατάχ αλ Σίσι και καταδίκασαν την εμπλοκή «ξένων παραγόντων» στη Λιβύη. Πέραν της Τουρκίας, η κυβέρνηση της Τρίπολης δέχεται βοήθεια από το Κατάρ και (τουλάχιστον μέχρι τη συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες) την Ιταλία. Οι ΗΠΑ αρκούνται σε καταδικαστικές δηλώσεις και εκφράσεις ανησυχίας. Η Ρωσία παίζει κατά το κοινώς λεγόμενο σε δύο ταμπλό, διαβεβαιώνοντας πως συνομιλεί και με τις δύο πλευρές. Οσο για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αυτός μοιάζει τον τελευταίο μήνα να τροφοδοτεί την ένταση με τη Μόσχα αντί να επιδιώκει κάποιον συμβιβασμό, καταγγέλλοντας τον ρόλο των ρώσων μισθοφόρων και απειλώντας να στείλει στρατό στη Λιβύη. Στα παρασκήνια, ωστόσο, προσπαθεί να πείσει το Κρεμλίνο να συνεργαστούν σε αυτή την πλούσια σε πετρέλαια χώρα – όπως ακριβώς έκαναν στη Συρία.

Ενας τρόπος να πειστούν οι ρώσοι μισθοφόροι να αποσυρθούν από τη μάχη θα ήταν, σύμφωνα με τους αναλυτές, να τους δοθεί πρόσβαση σε κάποια κερδοφόρα επιχείρηση, όπως η διαχείριση μιας πετρελαιοπηγής. Σχεδόν όλες οι πετρελαιοπηγές και οι τερματικές εγκαταστάσεις της Λιβύης, βέβαια, ελέγχονται προσώρας από τον στρατάρχη Χαφτάρ, που εκδίδει το τελευταίο διάστημα αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις περί «αποφασιστικής μάχης» στην Τρίπολη.