Η είδηση για πρόωρες εκλογές στην Τουρκία δεν αιφνιδίασε την ελληνική κυβέρνηση, που επιχείρησε από την πρώτη στιγμή να αποκωδικοποιήσει αυτή τη σημαντική εξέλιξη στη γειτονική χώρα. Ο Αλέξης Τσίπρας, έχοντας επιστρέψει από το Καστελλόριζο, τη Ρω και τη Ρόδο, όπου βρέθηκε προχθές, εμμένει στη γραμμή ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να κινείται με σύνεση, υπευθυνότητα και νηφαλιότητα, αγνοώντας τις εθνικιστικές κορόνες από την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της Τουρκίας.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν θα υπάρξουν οι κατάλληλες απαντήσεις από την ελληνική πλευρά εάν προκληθεί και προς αυτή την κατεύθυνση ήταν και τα πρωθυπουργικά μηνύματα από το Καστελλόριζο, με τα οποία –εκτός από το αυτονόητο μήνυμα συνεργασίας και ειρηνικής συνύπαρξης –τονιζόταν ότι η Ελλάδα δεν απειλεί κανέναν, αλλά δεν φοβάται κανέναν και μπορεί να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα.

Στο Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθούν με ιδιαίτερη προσοχή τις εξελίξεις στην Τουρκία και ο Πρωθυπουργός ενημερώθηκε πλήρως από την πρώτη στιγμή και συζήτησε σε πρώτη φάση το τοπίο που διαμορφώνεται στη γειτονική χώρα με τους στενούς του συνεργάτες, όπως τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο και τον διευθυντή του διπλωματικού του γραφείου Βαγγέλη Καλπαδάκη.

«Η Αθήνα παρακολουθεί προσεκτικά και δεν δυναμιτίζει το κλίμα» είναι μια βασική γραμμή που εκπέμπεται από το εσωτερικό της κυβέρνησης και στο πρωθυπουργικό επιτελείο, που είναι σε ανοικτή γραμμή με το υπουργείο Εξωτερικών, επιχειρούν την αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων από την Τουρκία.

Επί της ουσίας με την ανακοίνωση για προκήρυξη πρόωρων εκλογών στην Τουρκία η κατάσταση περιπλέκεται αρκετά, καθώς όπως εκτιμούν έμπειρα στελέχη με διπλωματική και πολιτική πείρα ετών, έως την 24η Ιουνίου, ημερομηνία της εκλογικής αναμέτρησης, είναι δύο μήνες με ένταση που απαιτούν πολύ μεγάλη προσοχή και επιφυλακή από την Ελλάδα.

Και αυτό διότι «η Ελλάδα πουλάει σε μεγάλο αριθμό ψηφοφόρων στην Τουρκία και ειδικά οπαδών τόσο του Ερντογάν όσο και των εθνικιστών» τονίζεται από τα ίδια στελέχη. Υπ’ αυτή την έννοια, στο εσωτερικό της κυβέρνησης εκτιμούν ότι αναπόφευκτα η Ελλάδα θα βρεθεί στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου.

«ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΙΜΙΑ». Οι συνεχείς προκλητικές κινήσεις της Τουρκίας, όπως και χθες με την επίσημη αναφορά ότι τα Ιμια είναι τουρκικά, η οποία ανατρέπει τα συμφωνηθέντα κατά την κρίση του 1996, ενισχύουν την άποψη περί κλιμακούμενης έντασης. Σε αυτό το κλίμα, η Αθήνα ευελπιστεί, όχι τόσο από το ΝΑΤΟ που τηρεί στάση Ποντίου Πιλάτου όσο από την ΕΕ σταθερή στήριξη, όπως φάνηκε και τις τελευταίες ημέρες με τα μηνύματα που εστάλησαν από τις Βρυξέλλες προς την Αγκυρα.

Η αντίδραση της Αθήνας στη χθεσινή πρόκληση (μέσω ανακοίνωσης του τουρκικού ΥΠΕΞ) υπήρξε οξύτατη: Μαξίμου και υπουργείο Εξωτερικών κάλεσαν την Τουρκία «να συνέλθει», τονίζοντας ότι «η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων είναι σαφής και αναμφισβήτητη σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, των Ιταλοτουρκικών Συμφωνιών του 1932 και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947». Παράλληλα, υπενθύμισαν στην Αγκυρα τις ευρωπαϊκές συστάσεις για τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου.

Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει εθνικό σχεδιασμό, που αποσκοπεί μεταξύ άλλων στον έλεγχο του Αιγαίου από τον 25ο μεσημβρινό και ανατολικά και τον στηρίζει πολιτικά και επιχειρησιακά, η κυβέρνηση θα εντείνει τις κινήσεις της να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη από τα διεθνή φόρα και οργανισμούς, όπως ΕΕ και ΟΗΕ, αλλά και μεγάλες χώρες, όπως ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία, ακόμα και τη Ρωσία.

Στο τραπέζι είναι όλα τα πιθανά σενάρια για μελλοντικές κινήσεις στη διπλωματική σκακιέρα, πάντα με στόχο την ενίσχυση των ελληνικών θέσεων και της αποτροπής των τουρκικών επιθετικών ενεργειών.

Παράλληλα, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να δημιουργήσει αρραγές εθνικό μέτωπο, όσο δύσκολο και εάν είναι λόγω της στάσης της αντιπολίτευσης. Στο Μέγαρο Μαξίμου, στο «Πεντάγωνο» και στο υπουργείο Εξωτερικών δεν μιλάνε για «πολεμικά επεισόδια», όπως αυτά που γράφουν διάφορα διεθνή ΜΜΕ, χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, αλλά ο φόβος ενός θερμού συμβάντος μικρής διάρκειας από ατύχημα είναι ένα σενάριο που έχει εξεταστεί.

Ο τουρισμός. Αυτό που φοβούνται κυρίως στο Μέγαρο Μαξίμου είναι ενδεχόμενες επιπτώσεις στην οικονομία μέσω αρνητικού επηρεασμού του τουρισμού, λόγω της αυξανόμενης έντασης. Σε μια χρονική στιγμή που η Αθήνα αναμένει να καταγραφεί ρεκόρ στην τουριστική κίνηση, μια πολεμική ατμόσφαιρα από τη γειτονική χώρα για προεκλογικούς λόγους θα έχει επίπτωση και στη «βαριά βιομηχανία» της χώρας.

Στο Μέγαρο Μαξίμου αναλύουν και την οικονομική κατάσταση της Τουρκίας που είναι αρνητική (θετικό στοιχείο μόνο η ανάπτυξη 7,4%), με έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, καλπάζοντα πληθωρισμό, αύξηση των δανείων του ιδιωτικού τομέα, υποτίμηση της τουρκικής λίρας κ.ά. Σε συνδυασμό και με τα άλλα μέτωπα που έχει ανοικτά η Τουρκία, εκτιμούν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προκαλέσει μεγάλης κλίμακας έντασης στο Αιγαίο.

Αιχμές από Γιούνκερ για τους δύο στρατιωτικούς

«Γελοία» στάση από την Τουρκία

Σημαντική θεωρεί το Μέγαρο Μαξίμου τη στάση του Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ που συνεχίζει να στέλνει μηνύματα στην Τουρκία, και αυτό αναμένεται να κάνει και από την Αθήνα την επόμενη εβδομάδα κατά την ομιλία του στην ελληνική Βουλή.

Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, απαντώντας σε σχετικές παρεμβάσεις ελλήνων ευρωβουλευτών, του αντιπροέδρου του Κοινοβουλίου Δημήτρη Παπαδημούλη και του Νότη Μαριά, χαρακτήρισε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο «γελοίο» τον τουρκικό ισχυρισμό ότι οι δύο έλληνες στρατιωτικοί αποτελούν απειλή για τη γείτονα.

Επί της ουσίας ο Γιούνκερ, στο περιθώριο της παρουσίασης των συμπερασμάτων της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από τον πρόεδρο του Ντόναλντ Τουσκ, επανέλαβε όσα είχε πει και προ ολίγων ημερών στη Βάρνα, παρουσία του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υπενθυμίζοντας ότι είχε ζητηθεί από τότε η απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών πριν από το ορθόδοξο ελληνικό Πάσχα. «Είπαμε ότι πριν από το ορθόδοξο Πάσχα θέλαμε να απελευθερωθούν αυτοί οι άνθρωποι. Είναι γελοίο να λέμε ότι δύο έλληνες στρατιωτικοί, οι οποίοι έκαναν ένα λάθος στα σύνορα, απείλησαν την Τουρκία. Είναι γελοίο» τόνισε χαρακτηριστικά και συμφώνησε μαζί του και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι.