«Ανάμεσα σε μια Γερμανία που ψάχνεται και σε μια Μεγάλη Βρετανία που φεύγει, το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Ευρώπη είναι μια Ιταλία που αποξενώνεται» έγραφε χθες η «Monde» στο κύριο άρθρο της. «Οι κοινοβουλευτικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν την Κυριακή 4 Μαρτίου στη Χερσόνησο, και των οποίων τα αποτελέσματα προαγγέλλονται ιδιαίτερα αβέβαια, εκπροσωπούν εντούτοις μια νέα απειλή για την ευρωπαϊκή συνοχή». Η Ευρώπη ανησυχεί και δεν το κρύβει.

Το καλύτερο για εκείνη σενάριο, ένας μεγάλος συνασπισμός ανάμεσα στην Κεντροαριστερά του Ματέο Ρέντσι και την Κεντροδεξιά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, με μια προσωπικότητα όπως η Εμα Μπονίνο (πρώην ευρωπαία επίτροπος και υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας, νυν επικεφαλής ενός μικρού κόμματος ονόματι Περισσότερη Ευρώπη) για πρωθυπουργό, μοιάζει κάθε μέρα και λιγότερο πιθανό. «Το πιο καταστροφικό σενάριο για τις Βρυξέλλες», επεσήμαινε η γαλλική εφημερίδα, θα ήταν μια συμμαχία της Δεξιάς στην οποία η Λέγκα του Βορρά του Ματέο Σαλβίνι θα είχε το πάνω χέρι επί της μπερλουσκονικής Δεξιάς». Αλλά οι φύλακες και γνώση έχουν και πανουργία.

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι φρόντισε χθες να επισημάνει πως σκοπεύει να προτείνει τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, τον Αντόνιο Ταγιάνι, ο οποίος τάσσεται υπέρ της μεταρρύθμισης της ΕΕ βάσει των προτάσεων Μακρόν, για πρωθυπουργό: Φόρτσα Ιτάλια και Λέγκα του Βορρά έχουν συμφωνήσει πως αν η συμμαχία τους, στην οποία συμμετέχει και το μεταφασιστικό Αδέλφια της Ιταλίας, κερδίσει την Κυριακή την απόλυτη πλειοψηφία, το κόμμα που θα λάβει τις περισσότερες ψήφους θα επιλέξει και τον αρχηγό της κυβέρνησης. «Αν η σημερινή Ευρώπη σημαίνει Γιούνκερ, είμαι αντιευρωπαϊστής. Αλλά ο Ταγιάνι είναι διαφορετικός», έσπευσε να σχολιάσει ο Σαλβίνι.

Οι δημοσκοπήσεις δίνουν στο Φόρτσα Ιτάλια ένα προβάδισμα της τάξης του 2%-6% επί της Λέγκας. Και στη συμμαχία Κεντροδεξιάς – Ακροδεξιάς ένα ποσοστό 35%-38%, έναντι 28%-30% υπέρ του εθνολαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων και 23% υπέρ του κυβερνώντος, κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος. Με βάση αυτά τα ποσοστά, κανείς δεν θα καταφέρει να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία. Η αβεβαιότητα είναι, πράγματι, απόλυτη. Γι’ αυτό και, όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, όλα τα βλέμματα στρέφονται στους αναποφάσιστους –το ένα τρίτο και πλέον του εκλογικού σώματος.

Το σώμα των αναποφάσιστων στην Ιταλία έχει μια ιδιαιτερότητα: είναι δυσανάλογα γυναικείο. Οπως λέει στους «Financial Times» ο Λούκα Κόμοντο, δημοσκόπος της Ipsos στο Μιλάνο, «υπάρχει σαφέστατα περισσότερη αβεβαιότητα και αναποφασιστικότητα μεταξύ των γυναικών». Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολή να πει κανείς πως το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών θα το κρίνουν οι γυναίκες. Δεν θα ήταν επίσης παράλογο να περιμένει κανείς (αυτό τουλάχιστον ήλπιζε το PD του Ματέο Ρέντσι) πως η προϊστορία του 81χρονου Μπερλουσκόνι, τα διαβόητα μπούνγκα μπούνγκα πάρτι του με ανήλικα κορίτσια, ο άκρατος σεξισμός του αλλά και η χυδαιότητα που επιδεικνύει έναντι των γυναικών ο Σαλβίνι (το περασμένο καλοκαίρι, είχε αναπαραστήσει τη Λάουρα Μπολντίνι, την κεντροαριστερή πρόεδρο του ιταλικού Κοινοβουλίου και θερμή υπέρμαχο των δικαιωμάτων των μεταναστών, με μία φουσκωτή κούκλα για σεξ), σε συνδυασμό με το παγκόσμιο κίνημα #MeToo, θα είχαν συρρικνώσει το έρεισμα της Δεξιάς μεταξύ των γυναικών. Σύμφωνα ωστόσο με τους δημοσκόπους, οι γυναίκες ψηφοφόροι, ιδιαίτερα από μία ηλικία και πάνω, είναι σαφώς περισσότερο εστιασμένες στην ασφάλεια και τη μετανάστευση, ένα πεδίο πολύ πιο άνετο για τη Δεξιά, και ο φόβος τις κάνει μάλιστα να στρέφονται όλο και δεξιότερα, περισσότερο προς τον Σαλβίνι παρά προς τον Μπερλουσκόνι –και ας εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να χαρακτηρίζουν τον πάλαι ποτέ Καβαλιέρε «χαριτωμένο» πολλές ηλικιωμένες ψηφοφόροι.