Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε ζητήσει από τον πρώην διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμεϊ να κλείσει την έρευνα για πιθανές σχέσεις μεταξύ του πρώην Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικλ Φλιν και της Ρωσίας, σύμφωνα με πηγή που είδε ένα σημείωμα που είχε γράψει ο Κόμεϊ.

Η νέα αυτή εξέλιξη είδε το φως της δημοσιότητας την Τρίτη, έπειτα από μία εβδομάδα δραματικών εξελίξεων για τον Λευκό Οίκο μετά την απόλυση Κόμεϊ, αλλά και την αποκάλυψη από την Washington Post της πληροφορίας για τη μεταφορά απόρρητων πληροφοριών για τη δράση του Ισλαμικού Κράτους από τον Τραμπ προς τον ρώσο υπουργό των Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ κατά τη συνάντησή τους στον Λευκό Οίκο.

Το σημείωμα του Κόμεϊ ήρθε στο φως της δημοσιότητας από τους New York Times προκαλώντας πολιτικό συναγερμό στο Καπιτώλιο, μέσω ερωτηματικών για το αν ο Τραμπ προσπάθησε να παρέμβει στη διεξαγωγή ομοσπονδιακής έρευνας από το FBI, για τον Φλιν.

Από την πλευρά του, ο Λευκός Οίκος αντέδρασε άμεσα στο δημοσίευμα, δηλώνοντας σε σχετική ανακοίνωση ότι «δεν ήταν μια αληθινή και ακριβής μεταφορά της συζήτησης που έγινε μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ και του Κόμεϊ».

Ο Κόμεϊ από την πλευρά του φέρεται να έγραψε το σημείωμα μετά τη συνάντηση που είχε με τον Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο, μία ημέρα μετά την απόλυση του Φλιν (14 Φεβρουαρίου) που είχε παραπλανήσει τον αμερικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, σχετικά με την έκταση των συνομιλιών που είχε με τον ρώσο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον Σεργκέι Κίσλιακ το 2016.

«Ελπίζω να μπορείς να το παρατήσεις αυτό», είπε ο Τραμπ στον Κόμεϊ σύμφωνα με πηγή που έχει γνώση για το περιεχόμενο του σημειώματος του Κόμεϊ.

Η εφημερίδα αναφέρει στο δημοσίευμά της ότι στη διάρκεια της συνάντησης στο Οβάλ Γραφείο ο Τραμπ επέκρινε μία σειρά κυβερνητικών διαρροών στα ΜΜΕ, λέγοντας ότι ο διευθυντής του FBI θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο άσκησης διώξεων κατά δημοσιογράφων για τη δημοσιοποίηση απόρρητων πληροφοριών.

Η δημοσιοποίηση του παραπάνω περιστατικού έρχεται μία ημέρα μετά την δημοσιοποίηση της είδησης ότι ο Τραμπ έδωσε απόρρητες πληροφορίες για το Ισλαμικό Κράτος στους Ρώσους την προηγούμενη εβδομάδα, προκαλώντας κλίμα πολιτικής σύγχυσης στο Κογκρέσο.

«Το σημείωμα αυτό, αποτελεί ισχυρή απόδειξη παρέμβασης στη Δικαιοσύνη, ενώ πρέπει να γίνει άμεση και ουσιαστική έρευνα για το θέμα, από έναν ανεξάρτητο ειδικό ανακριτή», δήλωσε ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ.

Τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί Γερουσιαστές δήλωσαν ότι θέλουν να δουν το σημείωμα του Κόμεϊ.

Ο Ρεπουμπλικανός Τζέισον Τσάφετζ, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων που προεδρεύει της αρμόδιας Επιτροπής Εποπτείας, δήλωσε ότι η επιτροπή του «θα λάβει το σημείωμα του Κόμεϊ, εάν υπάρχει».

Σε επιστολή του προς τον υπηρεσιακό διευθυντή του FBI Άντριου Μάκαμπι, ο Τσάφετζ έχει δώσει προθεσμία μέχρι την 24η Μαΐου, προκειμένου η αναφερόμενη υπηρεσία να ετοιμάσει «όλα τα σημειώματα, τις σημειώσεις, τις περιλήψεις, αλλά κι ενδεχόμενο ηχητικό υλικό που αναφέρεται σε επικοινωνίες μεταξύ του Κόμεϊ και του προέδρου Τραμπ».

Ο Τσάφετζ έχει εξασφαλίσει και την υποστήριξη του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Πολ Ράιαν. «Πρέπει να έχουμε όλα τα γεγονότα και είναι σημαντικό για την Επιτροπή Εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων να ζητήσει το σημείωμα αυτό του Κόμεϊ», δήλωσε η εκπρόσωπος του Ράιαν, η Άσλι Στρονγκ.

«Η εντολή από έναν πρόεδρο προς το FBI για τον τερματισμό μιας έρευνας αποτελεί παρέμβαση στη Δικαιοσύνη», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Έρβιν Τσερεμίνσκι, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρόεδρος της Νομικής Σχολής (Irvine School of Law) στην Καλιφόρνια. «Αυτό ακριβώς προκάλεσε την παραίτηση του προέδρου Νίξον», πρόσθεσε.

Οι ειδικοί στις νομικές επιστήμες δίνουν επίσης έμφαση στην πρόθεση αναφορικά με μια πιθανή προεδρική παρέμβαση στη Δικαιοσύνη. Ως εκ τούτου οι λέξεις που πιθανόν χρησιμοποίησε ο πρόεδρος θα αποτελέσουν αντικείμενο ιδιαίτερης έρευνας μαζί με άλλα στοιχεία, όπως για παράδειγμα η κατάθεση του Κόμεϊ.

Το γεγονός ότι ο πρόεδρος Τραμπ φέρεται να χρησιμοποίησε την λέξη «ελπίζω» παροτρύνοντας τον Κόμεϊ να τερματίσει την έρευνα για τον Φλιν, κι όχι μιας πιο άμεση διαταγή, καθιστά λιγότερο επιβαρυντική τη θέση του. «Ωστόσο υπάρχει νομικό θέμα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Κρίστοφερ Σλομπογκίν, καθηγητής Εγκληματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή (Vanderbilt University Law School).