Ενα φάντασμα πλανάται στις σελίδες του μικρού, αλλά περιεκτικού αυτού βιβλίου: οι νεανικές εξεγέρσεις του Δεκεμβρίου του 2008, γνωστές και ως «Δεκεμβριανά». Ορος βέβαια που λειτουργεί συνειρμικά φέρνοντας στον νου έναν άλλο Δεκέμβριο που σφράγισε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Σε αντίθεση ωστόσο με τον αυθεντικό, τα όσα ακολούθησαν τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια το 2008 αποτελούν ακόμη tabula rasa για τη σοβαρών προδιαγραφών έρευνα, πολλώ δε μάλλον καθώς ενέχουν ένα επιπλέον χαρακτηριστικό που αυξάνει τον βαθμό της ερμηνευτικής δυσκολίας: το ξέσπασμα οργής που ξεβράστηκε στους δρόμους της Αθήνας, εξέλιξη ακατανόητη για όσους τείνουν να αποδίδουν ανάλογα φαινόμενα κατά βάση (ή και αποκλειστικά) στην οικονομική δυσπραγία.

Πράγματι, η αδυναμία κατανόησης με προκάτ σχήματα ενός γεγονότος που λειτούργησε ως προάγγελος όχι τόσο της τρέχουσας οικονομικής κρίσης όσο της εμφατικής διάλυσης του έως τότε κραταιού πολιτικού συστήματος (κυρίως δε του ενός εκ των δύο πόλων του) διαφαίνεται και από τις αποσπασματικές έως τώρα προσπάθειες ανάλυσής του. Στον πυρήνα της αμηχανίας, βέβαια, μια σειρά από ερωτήματα: Γιατί ξεσπά η νεολαία; Τι συνιστά μια κρίση και κυρίως δικαιούμαστε να ομιλούμε για μια νεολαία ενιαία και αδιαφοροποίητη ή στην ουσία ο όρος καλύπτει ως ομπρέλα μια σειρά από διαφορετικές ως προς το προφίλ τους νεολαίες; Μήπως εν τέλει ο όρος είναι, ως είθισται να λέγεται, «πληθυντικός» και περισσότερο συσκοτίζει παρά διαφωτίζει;

Δώδεκα κείμενα

Αυτά και άλλα πολύ ενδιαφέροντα ερωτήματα επιχειρεί να ψηλαφίσει ο τόμος «Νεολαία και οικονομικές κρίσεις στην Ελλάδα, 1929 και 2008», προϊόν ενός πολύ παραγωγικού διήμερου workshop που πραγματοποίησαν τον Οκτώβριο του 2012 στο Πάντειο Πανεπιστήμιο η Εταιρεία Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ) και το πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών «Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία». Ο τόμος αποτελείται από δώδεκα κείμενα, τα οποία χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: κείμενα που επιχειρούν να αναλύσουν την ανάδυση των οικονομικών κρίσεων (κυρίως εκείνης του 1929, καθώς και της πρόσφατης, που εκδηλώθηκε αρχικά στις ΗΠΑ μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers) και που εστιάζουν στις δομικές ή συγκυριακές προϋποθέσεις τους αλλά και στην αρχιτεκτονική που κάθε φορά οδήγησε στη διεθνοποίησή τους και τη μεταφορά τους σε χώρες με ασταθή οικονομία, όπως συνέβη με την Ελλάδα τόσο στη μεγάλη κρίση του Μεσοπολέμου όσο και σε εκείνη του 21ου αιώνα. Στην κατηγορία αυτή ξεχωρίζει το κείμενο του Λουδοβίκου Κωτσονόπουλου, χωρίς να υπολείπονται ενδιαφέροντος εκείνα των Θανάση Καλαφάτη, Θεοφάνη Πάκου, Νίκου Θεοχαράκη και Απόστολου Δεδουσόπουλου. Ολα τα παραπάνω προσφέρουν στον αναγνώστη τα απαραίτητα εργαλεία προκειμένου να κατανοήσει το κέλυφος που καθιστά, τόσο μετά το 1929 όσο και μετά το 2010, δυνατή την κοινωνική κρίση που με ιδιαίτερο μένος χτυπά (και) την ελληνική νεολαία.

Στον αντίποδα, μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες συμβολές εστιάζει σε σημαντικές πτυχές της ιστορίας της νεολαίας παρουσιάζοντας, ενίοτε έξοχα, την καταβύθισή της στα σκοτεινά νερά της απόγνωσης. Νέοι και νέες του περιθωρίου, όπως τεκμηριώνεται η παρουσία τους στη μεσοπολεμική Αθήνα μέσα από αρχεία της Αστυνομίας, αποτελούν το σημείο εστίασης για τον Δημήτρη Μπαχάρα και τον Κωστή Γκοτσίνα. Πρόκειται για τους «άθλιους των Αθηνών», τους νέους της «εγκληματούσης νεολαίας», όρος που προοιωνίζεται ξεκάθαρα τον ηθικό πανικό που θα ξεσπάσει, κάτω από άλλες βέβαια συνθήκες, τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Αλλά και τις νέες, τα άτυχα εκείνα πλάσματα που έχουν πάρει ήδη έναν δρόμο χωρίς επιστροφή, ο οποίος οδηγεί στην πορνεία, την εκμετάλλευση και τα ναρκωτικά. Δίπλα τους μια άλλη νεολαία, χτυπημένη βαριά από την κρίση, παρουσιάζεται γλαφυρά από τη Δέσποινα Καρακατσάνη και τη Βασιλική Θεοδώρου: νέοι άνθρωποι που φλερτάρουν με τη φθίση και την αβιταμίνωση, θύματα των τραγικών συνθηκών που χαρακτήριζαν την κατοικία και τη διατροφή. Για τις θλιβερές αυτές υπάρξεις, οι συγγραφείς το τονίζουν πολύ σωστά, θα επιχειρηθεί για πρώτη φορά να υλοποιηθεί τον Μεσοπόλεμο ένα εκτεταμένο πρόγραμμα προστασίας, ολιστικό ως προς τις μέριμνές του και με τον χαρακτήρα μάλιστα του κατεπείγοντος, δεδομένης της επιβάρυνσης που δημιουργεί στη δημόσια υγεία η έλευση άνω του ενός εκατομμυρίου προσφύγων. Δυστυχώς η όποια προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες με τη μεταφύτευση στη χώρα της μεγάλης κρίσης μετά το 1930. Αν κάτι άφησε πίσω της πέρα από μια σειρά φιλόδοξων σχεδίων, προοίμιο μιας κοινωνικής πολιτικής στα (πολύ) πρώτα της βήματα, ήταν μια ορολογία περί παιδικής ασθένειας που επινόησε ο ιατρικός λόγος στη συγχρονία προκειμένου να περιγράψει τις διάφορες βαθμίδες του προβλήματος: σώματα (παιδικά και εφηβικά) «ντελικάτα», «νευρικά», «ανώμαλα», «καχεκτικά», «χοιραδικά» και «προφυματικά», όροι που προκαλούν σήμερα το δέος με την ανάγνωσή τους και μόνο.

Ελάχιστα κοινά

Τα παραπάνω κείμενα όπως και εκείνο του Μιχάλη Μωραϊτίδη για την ανάδυση της νεολαίας στο προσκήνιο τη μεταπολεμική περίοδο, στη διάρκεια των long sixties, επιχειρούν να υφάνουν μια κοινωνική ιστορία της νεολαίας και της παιδικής ηλικίας χρησιμοποιώντας ως συνεκτικό στοιχείο της αφήγησης την έννοια της κρίσης. Βεβαίως, είναι προφανές ότι το εγχείρημα αυτό, αν και φιλόδοξο, συνοδεύεται από αρκετά ερωτηματικά. Ουσιαστικά η κρίση του 1929 και η πρόσφατη έχουν ελάχιστα κοινά μεταξύ τους και ακόμη λιγότερο ομοιάζει το συλλογικό υποκείμενο που εξετάζεται, δηλαδή η νεολαία. Και αυτό όχι μόνο γιατί η κρίση του Μεσοπολέμου ξεσπά σε συνθήκες παρατεταμένης κρίσης, συνεχών πολέμων, αναστατώσεων και εξαθλίωσης, ενώ εκείνη του 2008 ακολουθεί βαρύγδουπα μια μακρά περίοδο ξέφρενης ευημερίας και ανάπτυξης (η κριτική της εποχής μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες περί μιας νεολαίας-γενιάς των επτακοσίων ευρώ σήμερα προκαλεί μάλλον το μειδίαμα), όσο επειδή η νεολαία του Μεσοπολέμου δεν αποτελεί ακόμη αυτόνομο κοινωνικό υποκείμενο, αντίθετα με εκείνη του μεταπολεμικού κόσμου. Κοντολογίς, οι νέοι του Μεσοπολέμου δεν είναι βέβαια ακόμη ενήλικοι, δεν συνιστούν ωστόσο και «νεολαία», όπως τείνουμε να ορίσουμε την τελευταία ιστορικά και κοινωνιολογικά. Το μεθοδολογικό αυτό πρόβλημα όμως το γνωρίζουν οι επιμελητές και το εγγράφουν, άρρητα μεν αλλά εμφανώς, στην ανάγκη που τονίσαμε στην εισαγωγή, κατανόησης ενός απρόσμενου νεανικού ξεσπάσματος που ακολουθεί τις ανέμελες μέρες των Ολυμπιακών Αγώνων, του Euro και της Eurovision. Η ίδια η αναφορά στον τίτλο του βιβλίου του έτους 2008 δίπλα σε εκείνο του 1929 δεικνύει μια προσπάθεια να ψηλαφιστούν οι προϋποθέσεις οι οποίες, σε συνθήκες μεγάλης ευημερίας το 2008 και όχι οικονομικής κρίσης, ας μην το ξεχνάμε, κατέστησαν εφικτή την κινητοποίηση των νέων και την πολιτικοποίησή τους. Ακριβώς για αυτή την κρίσιμη όπως στην πορεία αποδείχτηκε εξέλιξη, το κείμενο του Στέφανου Πεσμαζόγλου που κλείνει υποδειγματικά τον συλλογικό αυτόν τόμο είναι εξόχως διαφωτιστικό.

Ο Κώστας Κατσάπης (katsapius@gmail.com) είναι ιστορικός στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας του βιβλίου «Το «πρόβλημα νεολαία». Μοντέρνοι νέοι, παράδοση και αμφισβήτηση στη μεταπολεμική Ελλάδα (1964-1974)», Αθήνα, 2013.

INFO

Το βιβλίο παρουσιάζεται στην Αθήνα την Τετάρτη 9 Νοεμβρίου (στις 18.00) στο Polis Art Café. Μιλούν οι Τάσος Γιαννίτσης, Νίκος Αναστασόπουλος, Κώστας Κατσάπης, Βασίλης Μπογιατζής και οι επιμελητές του έργου. Συντονισμός: Θανάσης Καλαφάτης

Νεολαία και οικονομικές κρίσεις στην Ελλάδα

1929 και 2008

Επιμέλεια: Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος, Δέσποινα Παπαδημητρίου, Ζήσιμος Συνοδινός

Εκδ: Gutenberg, 2016, Σελ. 288

Τιμή: 10 ευρώ