«Παρακαλώ πολύ, τα άδεια κουτάκια από τις μπίρες σας να μην τα αφήσετε μετά μέσα στην αίθουσα». Το φουαγέ του κινηματογράφου Ορφέο στην Πλατεία Αττικής μοιάζει με μικρό σκηνικό θεάτρου. Οι ξεθωριασμένες φωτογραφίες του Μάρλον Μπράντο από τα 60s, η ελληνική σημαία, το free gay περιοδικό ακουμπισμένο στον πάγκο και η πόρτα της σκοτεινής αίθουσας στο βάθος ανοίγει απ’ τον ψηλό σαραντάρη με τον σκούφο, που κρατάει σακούλα με μπίρες. Η κυρία πίσω απ’ το γκισέ του ταμείου, που του κάνει παρατήρηση, ζεσταίνεται από σόμπα και χειρίζεται η ίδια μόνη της τα πάντα αφού εκτός των εισιτηρίων που κόβει είναι μπροστά της το μηχάνημα του DVD –το έργο μέσα εξάλλου προβάλλεται από προτζέκτορα (πού λεφτά για φιλμ;).

Κάνει κρύο, στέκομαι έξω απ’ το παλιό σινεμά πίσω από την ταβέρνα Τριχωνίδα και οι φθαρμένες αφίσες μοιάζουν να διαφημίζουν πορνό ταινίες από μια εποχή που παρήλθε –αν και για κάποιους παραμένει αμετακίνητη. «Κυρίως ομοφυλόφιλοι έρχονται. Πάντως η δουλειά έχει πέσει πολύ. Στην καλύτερη να κάνουμε 25 εισιτήρια», μου λέει η κυρία Ελευθερία που κάθεται μόνη πίσω από το ταμείο. Εμφανώς απογοητευμένη από την κατάσταση, μου περιγράφει ένα ένδοξο παρελθόν όταν με τον άνδρα της είχε επτά κινηματογράφους (είχαν και το ιστορικό Αντινέα στη Λιοσίων, σημερινό Γκαγκάριν) πολύ πριν αναγκαστεί να μείνει μόνο με το Ορφέο, ένα από τα εναπομείναντα sex cinemas της Αθήνας που δουλεύει με τον γιο της.

Οι «βετεράνοι». Αν με μια έννοια τα σύγχρονα ερωτικά ήθη μεταβάλλονται ανά εποχή, κι έχουν τις μόδες και τις τάσεις τους, υπάρχει πάντα και αυτός ο κόσμος. Μια σταθερά στις μεταβλητές του ερωτισμού. Τα σημερινά σινεμά τέτοιου είδους δεν ξεπερνούν τα δάχτυλα του ενός χεριού και επιζούν πέριξ της Ομόνοιας. Αθηναϊκόν, Αβέρωφ, Κοσμοπολίτ στον άλλοτε ομφαλό της Αθήνας: Ομόνοια δηλαδή. Το Σταρ στην Αγίου Κωνσταντίνου (με την υπέροχη αρ ντεκό πρόσοψη) έκλεισε πια, ένα ακόμη (νεότερο) σινεμά βρίσκεται στο ΚΤΕΛ Κηφισού, ενώ στον Πειραιά επιζεί το Ολυμπίκ στην Τρούμπα (στην οδό Φίλωνος).

Εδώ, στα λεγόμενα «τσοντάδικα», μοιάζει να επιμένει μια μεικτή ανθρωπογεωγραφία. Το κύριο όμως είναι το ψωνιστήρι των ομοφυλόφιλων που γίνεται πίσω από το ημίφως των σκοτεινών αιθουσών, στις τουαλέτες και τους εξώστες. Μια τέτοια ατμόσφαιρα –κάτι μεταξύ του «Ψωνιστηριού» με τον Αλ Πατσίνο και του «Μη αναστρέψιμου» του Γκασπάρ Νοέ –βιώνω στο Αθηναϊκόν (Νέο Αθηναϊκόν, για την ακρίβεια, όπως αναγράφεται στο εισιτήριο και καμία σχέση με το παλιό στην Κλεισθένους). Πίσω από το Δημαρχείο της Αθήνας, στην οδό Κρατίνου, ανάμεσα στα παντοπωλεία μεταναστών ανάβουν αδιάκοπα (από τις 09.00 έως τις 02.00) τα φώτα του σινεμά και οι επιγραφές για τις ταινίες sex της ημέρας περίπου 25 χρόνια.

Επαρχιώτης στην Ομόνοια. Επαρχιώτες που βρίσκονται για λίγο στην πόλη και δεν έχουν επαφή με το Ιντερνετ, οικογενειάρχες που θέλουν λίγο να ξεσκάσουν και δεν έχουν χώρο σπίτι τους να δουν μια ερωτική ταινία. Και ομοφυλόφιλοι που αναζητούν εδώ μια στιγμιαία ερωτική γνωριμία. Ανοίγοντας την πόρτα βυθίζομαι στη σκοτεινή αίθουσα όπου ακούγονται τα βογγητά της πρωταγωνίστριας (τώρα παίζει ελληνική τσόντα), ενώ οι σκιές πηγαινοέρχονται αλλάζοντας καθίσματα και ανεβαίνοντας στο πατάρι. Ολα γίνονται με τα βλέμματα και με συναίνεση.

Η φωτεινή ένδειξη «EXIT» είναι η πυξίδα μου για να τραβήξω την μπορντό κουρτίνα και να βγω από την πόρτα την ώρα που ο ταμίας προσπαθεί να ζεσταθεί από μια σόμπα και μου προτείνει –ως νέος όπως μου δηλώνει στο επάγγελμα –να πάω δίπλα στο sex shop για να μιλήσω με την κυρία που για χρόνια δούλεψε εδώ. Δίπλα ακριβώς, κατεβαίνω μια σκάλα και μια πληθώρα ταινιών και ερωτικών βοηθημάτων απλώνεται σε βιτρίνες και θήκες μπροστά μου. Η κυρία Στέλλα, ευγενική και έμπειρη, δέχεται να μου μιλήσει: «Δούλεψα πάρα πολλά χρόνια. Τώρα οι απαιτήσεις έχουν μεγαλώσει μετά την κυριαρχία του Ιντερνετ. Εμείς παίζουμε τις πιο νέες ταινίες. Οι γκέι προτιμούν τις αμερικάνικες, τις αγγλικές και τις γερμανικές, ενώ οι στρέιτ τις ιταλικές και κάποιες αμερικάνικες. Οι περισσότεροι εδώ είναι γκέι βέβαια, αν και από τη στιγμή που μπαίνεις και κλείνεις την πόρτα, τα βλέπεις όλα».

Πίσω μου, μέσα στο κατάστημα, βλέπω πόρτα. Καμπίνες ιδιωτικής προβολής. Μπαίνω και στο ημίφως διακρίνω σεπαρέ χώρους με οθόνες και αναπαυτικά καθίσματα καραβιού. Ορθιοι άνδρες κοιτιούνται σιωπηλά ή βλέπουν τις ταινίες. Σιωπή και άρση. Οι χώροι είναι καθαροί και δεν έχουν σχέση με τα παλιά τσοντάδικα της περιοχής, που μου θυμίζουν τον στίχο του Γιώργου Παυριανού από ένα τραγούδι που έλεγε ο Γιώργος Μαρίνος: «Μες στων ανδρών η αγωνία/Μυρίζει σπέρμα κι αμμωνία».

Η κυρία Στέλλα μού σκιαγραφεί κι άλλο τα πράγματα: «Ακμή γνωρίζουν οι καμπίνες ιδιωτικής προβολής. Πάντα υπάρχουν αυτοί που θέλουν να είναι απομονωμένοι και να απολαύσουν μια ταινία. Συχνά έχουμε και γυναίκες εδώ, αλλά όχι πολλές. Δουλεύουμε από το πρωί γιατί πολλοί επαγγελματίες του Κέντρου μάς επισκέπτονται μεσημέρι έπειτα από διάλειμμα από το γραφείο τους. Πάνω, στην αίθουσα του Αθηναϊκόν, παίζουμε 4-6 ταινίες την ημέρα. Η επανάληψή τους γίνεται μία ημέρα ακόμη και μετά αλλάζουμε. Υπάρχει ακόμη κοινό, υπάρχει ακόμη η ανάγκη του face to face. Το Ιντερνετ εξάλλου είναι κάτι ιδιωτικό, στο σπίτι σου. Εδώ υπάρχει ακόμη η σχέση», μου λέει με νόημα.

Πάνω βλέπω αραιά και πού φιγούρες ανθρώπων με κάποια ντροπή να κόβουν εισιτήρια και να τρυπώνουν στον χώρο του σινεμά. Αλλοι είναι απόλυτα εξοικειωμένοι. «Υπάρχει η προ Ιντερνετ και η μετά Ιντερνετ εποχή για τα σινεμά αυτά», μου λέει ο συγγραφέας Δημήτρης Φύσσας, που παλιότερα είχε εκδώσει τη μελέτη του «Αυστηρώς Ακατάλληλον», ενώ τώρα θα την επανεκδώσει στην Παρουσία. «Αρχικά ήλθε το βίντεο, μετά το DVD και τώρα το Ιντερνετ που διέλυσαν τους χώρους αυτούς. Τώρα εδώ πάνε κυρίως γκέι για συνευρέσεις, αλλά και άνθρωποι που δεν έχουν σχέση με το Ιντερνετ. Πάντως πια δεν γίνεται πλάκα εδώ», μου συμπληρώνει και έχει δίκιο αν σκεφτούμε πως στο ιστορικό Negro της Κυψέλης όταν είχε προβολή με πορνό, η αίθουσα εν χορώ έλεγε συνθήματα για τον Κώστα Γκουσγκούνη, ενώ υπήρχε και ιστορία που τον σήκωσαν στα χέρια σε πρεμιέρα! Ακόμη και η δική μου γενιά πρόλαβε το Αντινέα στη Λιοσίων όπου γινόταν μεγάλη πλάκα, πέραν του οφθαλμόλουτρου και του αναπόφευκτου γκέι φλερτ.

Επί πληρωμή. Στο Κοσμοπολίτ, στην οδό Κοτοπούλη, τα πράγματα είναι πιο μεικτά. Ο πεζόδρομος πίσω από το Hondos είναι σουρεάλ, αφού εκτός του εν λόγω σινεμά έχει το ομώνυμο ξενοδοχείο, το εγκαταλειμμένο παλιό ηλεκτρονικάδικο που κάποτε στέγασε το περίφημο Μπαράκι του Μάριου –στέκι του αφρού των λαϊκών μουσικών του 1960 -, μια ψησταριά, το λουκουματζίδικο-ζαχαροπλαστείο της Στάνης, την Κομματική Οργάνωση Αθήνας του ΚΚΕ και το νέο Αστυνομικό Τμήμα της Ομόνοιας (το παλιό 4ο ήταν στη Σωκράτους). Κάποιοι άραβες, ρουμάνοι, αλβανοί μετανάστες στέκονται όρθιοι στην Κοτοπούλη, περιμένοντας εραστές επί πληρωμή. Στο σινεμά, εδώ οι πελάτες δεν έρχονται μόνο για τους παραπάνω λόγους βέβαια. Παρατηρώ δύο πενηντάρηδες με βαριά επαρχιώτικη προφορά να κάνουν τσιγάρο-διάλειμμα στο μικρό φουαγιέ, χαζεύοντας και λέγοντας αστεία με τις αφίσες με τα γυμνά και τη μηχανή κινηματογραφικής προβολής που διακοσμεί την είσοδο. Κι εδώ γίνεται προβολή βίντεο και ο χώρος με τα κίτρινα και κόκκινα φώτα με τους μεγάλους εξώστες είναι ίσως ο ωραιότερος και πιο αντιπροσωπευτικός του είδους. Οι τουαλέτες έχουν γραμμένους με μαρκαδόρους αριθμούς τηλεφώνων, ενώ τα βογγητά της αμερικάνας πορνοστάρ απλώνονται στη σκοτεινή αίθουσα. Βγαίνω και παρατηρώ μια παρέα τουριστών από το δίπλα ξενοδοχείο που ρωτούν την ξανθομαλλούσα κυρία του ταμείου για την τιμή του εισιτηρίου. Περιέργεια και χαβαλές στο ημίφως ενός χώρου που έχει κάτι από πιάτσα και αδιαμεσολάβητη αθωότητα.

ΟΙ ΝΕΟΙ ΧΩΡΟΙ

Ερωτας σε βελούδινα καθίσματα

Θα ήταν αδικία να κατατάξουμε τα σύγχρονα adult theaters όπως το Αt (Καρόλου 8, Μεταξουργείο) στα «τσοντοσινεμά» που παραπάνω περιέγραψα. Η τάση αυτή είναι πολυτελής, σύγχρονη και το At ένας ασφαλής χώρος όπου μπορεί κάποιος να νιώσει άνετα σε πολυτελείς μοκέτες, μπλε βελούδινα καθίσματα α λα Village, καμπίνες επενδυμένες με δέρμα, εξαερισμό και κλιματισμό, καναπέδες, μπαρ. Εδώ δεν μιλάμε για δημόσιο χώρο, αλλά για ένα κλίμα «σπιτιού» με παρουσία στο Ιντερνετ, facilities και μοντέρνα ματιά πάνω σε αυτό που λέμε πια adult theater. Δεν είναι τυχαίο, όπως μαθαίνω, ότι το Αt άνοιξε στην οδό Καρόλου και όχι στη βαθιά Ομόνοια αφού ο ιδιοκτήτης του –ευγενικός και αυστηρός μαζί μου –δεν ήθελε να είναι η συνέχεια εκείνων των χώρων, ενώ επίσης δεν ήθελε να συνδεθούν οι επισκέπτες του με κάποιες μόνο σεξουαλικές ταυτότητες και ήθη παλιών εποχών. Ενα ακόμη τέτοιο είναι το Attraxx (Ιάκχου 36) στο Γκάζι με πιο γκέι πρόσημο, dark rooms και οθόνες plasma. Νέες εποχές, νέα ήθη.