Στην καλύτερη των περιπτώσεων έχουν κλαπεί ή έχουν καταστραφεί από πυρκαγιά. Στη χειρότερη έχουν μετατραπεί σε στόχους στα πεδία βολής στρατιωτών ή έχουν δοθεί ως τροφή στα γουρούνια από τη Μαφία. Το βέβαιο είναι ότι τα δύο τρίτα των έργων τέχνης που έχουν δημιουργήσει κορυφαίοι καλλιτέχνες από την αρχαιότητα έως σήμερα δεν θα τα δούμε ποτέ, διότι χάθηκαν με το πέρασμα των αιώνων.

Το κενό αυτό σκοπεύει να καλύψει ο αμερικανός καθηγητής Νόα Τσάρνι, που διδάσκει στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Ρώμης και είναι διάσημος κυρίως για τη δράση του γύρω από τις κλοπές έργων τέχνης, τόσο μέσω των βιβλίων του αλλά και ως πρόεδρος της Ενωσης για την Ερευνα γύρω από τα Εγκλήματα Εναντίον της Τέχνης. Και ετοιμάζεται –με ανάθεση της ιντερνετικής πλατφόρμας/αγοράς τέχνης Artfinder.com –να ανοίξει το πρώτο εικονικό μουσείο χαμένων έργων, του οποίου τα εκθέματα αν ήταν πραγματικά η αξία τους –σύμφωνα με τα δεδομένα που διαμορφώνονται στις δημοπρασίες –θα έφτανε το ένα δισ. δολάρια.

«Το μουσείο θα υλοποιηθεί στο μέλλον και δεν έχω καταλήξει ακόμη αν θα είναι μόνο ψηφιακό ή αν θα έχει και κάποια άλλη μορφή», λέει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Νόα Τσάρνι. «Το σίγουρο είναι ότι θα προηγηθεί ένα βιβλίο μου και πιθανόν μία σχετική τηλεοπτική σειρά». Τα πρώτα δέκα εκθέματα του μουσείου, παρ’ όλα αυτά, έχουν ήδη επιλεγεί. Και η αρχή δεν θα μπορούσε παρά να γίνει με ένα έργο του γλύπτη που άφησε τη σφραγίδα του στο έργο-σύμβολο της κλασικής αρχαιότητας, στον Παρθενώνα. Τον Φειδία. Η αξία της χρυσελεφάντινης Αθηνάς του, ύψους 12 μ., εκτιμάται σε 120 εκατ. ευρώ και η τελευταία φορά που την είδε κάποιος ήταν τον 10ο αι. στην Κωνσταντινούπολη αφού στο μεταξύ είχε «ξεγυμνωθεί» από τις χρυσές της επενδύσεις και είχε καταστραφεί από πυρκαγιά.

«Η επίγνωση του αριθμού των έργων που χάθηκαν μας θυμίζει με οδυνηρό τρόπο την αξία του μικρού ποσοστού εκείνων που σώθηκαν, που μπορούμε να δούμε και πρέπει να διασώσουμε και να προστατεύουμε», επισημαίνει ο αμερικανός επιστήμονας.