Φοίβη χαίρε,

Τελικά, τους ποιητές μας δύο φορές τούς κηδεύουμε! Μία όταν αποδημούν και μία δεύτερη όταν γιορτάζουμε σχετική επέτειο. Ετσι, γιορτάσαμε τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Καβάφη με εκδηλώσεις, κάποιες από τις οποίες παρέπεμπαν σε προσβολή νεκρού! …Σαν να τον είδα προχθές στον ύπνο μου τον μεγάλο Αλεξανδρινό να τρέχει στους δρόμους της πόλης με σηκωμένο τον γιακά του παλτό του, δριμεία γαρ η παγωνιά της εποχής ένεκα του ότι χάσκει αδειανή σαν σπίτι χωρίς έπιπλα, πιο παγωμένη και από αυτά που τους έχουν κόψει το ρεύμα. Ετρεχε, με φόβο να τον πατήσει κάποιο από τα τρόλεϊ που φέρουν τα λόγια του, εν είδει σλόγκαν, εκεί που πριν είχαν τεράστια κρουασάν. Ετρεχε να ξεφύγει από μια κοινωνία που ενώ έχει ποδοπατήσει τις ιδέες και τα νοήματά του, οι συνθέτες της μελοποιούν τους στίχους του κωφεύοντας στην αρμονία που κουβαλάνε από μόνοι τους και ντύνοντάς τους με ξένες, αμήχανες νότες. …Δεν ξέρω αν σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν, τους ποιητές πάντως είθισται να τους ξεπαστρεύουν όταν τους τιμούν.

Παναγιώτης Παπανικολάου,

εκπαιδευτικός

Χαίρε κι εσύ Παναγιώτη,

Είδα κι εγώ ένα όνειρο. Νομίζω συνέχεια του δικού σου. Βρήκε τελικά ο Αλεξανδρινός μαγκάλι για να ζεσταθεί –από αυτά που σκοτώνουν 13χρονα –και άρχισε να μου απαγγέλλει το «Απολείπειν o Θεός Αντώνιον»:

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί/ αόρατος θίασος να περνά/ με μουσικές εξαίσιες, με φωνές την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου/ που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου/ που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.