«Ενα πολύπλοκο φιλοσοφικό ζήτημα και μια επώδυνη κοινωνική πραγματικότητα». Με αυτόν τον τρόπο περιέγραφε τις προάλλες η γαλλική εφημερίδα «Λε Μοντ» την πορνεία. Ενα φιλοσοφικό ζήτημα και μια κοινωνική πραγματικότητα που μένουν συνήθως μακριά από τη δημόσια συζήτηση, κρυμμένα, έστω και αν βρίσκονται σε κοινή θέα. Αριστερά και δεξιά του Ρήνου, ωστόσο, η συζήτηση έχει τελευταία φουντώσει. Νέα νομοσχέδια υιοθετούνται, ή δρομολογούνται, με τους υποστηρικτές και τους επικριτές τους.

Γαλλία και Γερμανία ξεκινούν από διαφορετικές βάσεις. Στην πρώτη, οίκοι ανοχής και μαστροπεία είναι από δεκαετίες απαγορευμένα –παρά την παραδοσιακά φιλελεύθερη στάση της χώρας απέναντι στο σεξ. Το 2003, ο τότε υπουργός Εσωτερικών Νικολά Σαρκοζί απαγόρευσε, πέραν του «ενεργητικού», και το επονομαζόμενο «παθητικό ψωνιστήρι», την απλή, παθητική αναμονή των ιεροδούλων στο πεζοδρόμιο. Υπολογίζεται πως στη χώρα υπάρχουν 20.000-40.000 ιερόδουλες. Υπολογίζεται επίσης πως ένα 85% είναι αλλοδαπές, από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Αφρικής, της Ασίας και της Νότιας Αμερικής∙ και ένα μεγάλο ποσοστό είναι θύματα του τράφικινγκ, ίσως της χειρότερης μάστιγας της εποχής μας.

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ. Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, ξεκίνησε το 2002 ένα ιδιαίτερα φιλελεύθερο πείραμα σε ό,τι αφορά την πορνεία. Βάσει του νόμου που ψήφισε η τότε κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων με στόχο τη βελτίωση της κοινωνικής και νομικής κατάστασης των «εργατριών (και εργατών) του σεξ», η πορνεία είναι αναγνωρισμένη ως νόμιμη βιομηχανία. Οι ιερόδουλες δικαιούνται ιατροφαρμακευτική ασφάλιση, σύνταξη, όπως επίσης και επίδομα ανεργίας. Μπορούν επίσης να οδηγήσουν στο δικαστήριο τον πελάτη που θα αρνηθεί να πληρώσει. Ο αριθμός των ιεροδούλων όμως στη χώρα εκτιμάται στις 400.000. Και από αυτές, μόλις 44 είναι καταγεγραμμένες στο εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. «Το πρόβλημα», έλεγε πρόσφατα στο τηλεοπτικό δίκτυο ARD ο αστυνομικός Χέλμουτ Σπόρερ, «είναι πως ο νόμος ευνοεί τους νταβατζήδες».

Φεμινιστικές οργανώσεις, με πρωτεργάτρια την εκδότρια του περιοδικού «Εμα» και βετεράνο του φεμινισμού Αλις Σβαρτς, ζητούσαν καιρό τώρα την αναθεώρηση του νομικού πλαισίου, καταγγέλλοντας πως το φιλελεύθερο πείραμα της Γερμανίας έχει μετατρέψει τη χώρα στο «μπουρδέλο της Ευρώπης», με ολοένα και περισσότερους οίκους ανοχής κοντά στα σύνορα.

ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Το ζήτημα τέθηκε επί τάπητος κατά τις μαραθώνιες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών, Χριστιανοκοινωνιστών και Σοσιαλδημοκρατών. Τα τρία κόμματα συμφώνησαν να αναθεωρήσουν τον αμφιλεγόμενο Νόμο περί Πορνείας στις αρχές του 2014. Πιο συγκεκριμένα, συμφώνησαν στην ποινική δίωξη, για πρώτη φορά στη Γερμανία, όσων χρησιμοποιούν εν γνώσει τους τις υπηρεσίες ιεροδούλων που εξαναγκάζονται σε αυτή τη δουλειά∙ όπως επίσης στην κατάργηση του «κατ’ αποκοπή ποσού» των 100 ευρώ που προτείνουν πολλοί οίκοι ανοχής για «απεριόριστο σεξ»∙ δρομολογούνται παράλληλα αυστηρότεροι κανόνες για τους διαχειριστές των οίκων ανοχής και ένα καλύτερο πλαίσιο προστασίας για τα θύματα του τράφικινγκ.

Ο νέος μεγάλος συνασπισμός της Γερμανίας δεν έκανε το παραπάνω βήμα που θα ήθελε η Σβαρτς, αυτό που έκανε η Γαλλία την Τετάρτη –προς την κατεύθυνση της Σουηδίας, της χώρας που πρώτη στην Ευρώπη ποινικοποίησε το 1999 την αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών. Ο νόμος τον οποίο ψήφισε η γαλλική Εθνοσυνέλευση με 268 «ναι», 138 «όχι» και 79 αποχές προβλέπει πρόστιμο 1.500 ευρώ για τον «πελάτη», που διπλασιάζεται σε περίπτωση υποτροπής και μπορεί να ενισχυθεί με υποχρεωτική παρακολούθηση προγράμματος «ευαισθητοποίησης στις συνθήκες άσκησης της πορνείας»∙ παράλληλα, προτείνει στις ιερόδουλες που το επιθυμούν μια «πορεία εξόδου από την πορνεία», η οποία θα χρηματοδοτείται με 20 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, προβλέπει άδεια εξάμηνης παραμονής στη χώρα, με δυνατότητα ανανέωσης, για τις αλλοδαπές που θα μπουν σε αυτόν τον δρόμο και καταργεί εντελώς το αδίκημα της «άγρας πελατών».

Αυτό το τελευταίο ήταν προεκλογική δέσμευση του σοσιαλιστή προέδρου Φρανσουά Ολάντ. Τα υπόλοιπα έγιναν σημαία της υπουργού αρμόδιας για τα Δικαιώματα των Γυναικών, Νατζάτ Βαλό-Μπελκασέμ, που έθεσε εξαρχής ως στόχο την «εξαφάνιση της πορνείας», παίρνοντας ως δεδομένο πως η αγορά σεξουαλικών υπηρεσιών συνιστά μια μορφή βίας κατά των γυναικών.

ΔΙΧΑΣΜΟΣ. Η Γαλλία έχει διχαστεί. Τουλάχιστον δύο «μανιφέστα» εναντίον της τιμωρίας του «πελάτη» είδαν το φως∙ ιερόδουλες έκαναν πορείες διαμαρτυρίας∙ οργανώσεις στήριξής τους προειδοποιούν πως η ποινικοποίηση της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών θα σπρώξει τις ιερόδουλες πιο βαθιά στη μυστικότητα, θα κάνει τη ζωή τους χειρότερη∙ ακόμα και κεντροαριστερές εφημερίδες όπως η «Μοντ» επισημαίνουν πως είτε το επιδοκιμάζουμε είτε όχι, μέρος των ιεροδούλων επιλέγουν να εμπορευτούν το κορμί τους και το κράτος δεν έχει καμία δουλειά στην ιδιωτική σφαίρα των πολιτών. Εν αναμονή της ψηφοφορίας επί του επίμαχου νομοσχεδίου στη γαλλική Γερουσία, πάντως, η «Μοντ» αναγνωρίζει πως η μεγαλύτερη αρετή του είναι ότι άνοιξε ξανά μια συζήτηση που πρέπει να γίνει.

Η Γαλλία θα γίνει η τέταρτη χώρα της Ευρώπης, μετά τη Νορβηγία και την Ισλανδία, που ακολουθεί το σουηδικό παράδειγμα ποινικοποίησης της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών. Η πορνεία είναι νόμιμη στην Ελλάδα, την Ολλανδία και την Ελβετία.