Υπάρχουν πολιτείες που συστήνουν τους συγγραφείς τους και άλλες πάλι πολιτείες που γίνονται γνωστές χάρη στους συγγραφείς που γέννησαν, έστω και αν στο έργο τους ψήγματα μόνον μπορούμε να συναντήσουμε σε σχέση με τον τόπο της καταγωγής τους. Ομως, αν μελετήσουμε μαζί με το έργο και τον χαρακτήρα ενός δημιουργού, θα ανακαλύψουμε συχνά ότι για τη συγκρότησή του είναι αφάνταστα υπόλογη η γενέτειρά του. Θα ήταν άλλος ως άνθρωπος και ως δημιουργός αν δεν είχε ζήσει την ατμόσφαιρά της, αν δεν είχε ζυμωθεί με τους δρόμους και τις γειτονιές της, αν δεν είχε αναπνεύσει την ιστορία της, όπως κυκλοφορεί στον αέρα, χωρίς να του την έχει διδάξει κανείς.

Είναι ακριβώς η περίπτωση του Αγγελου Τερζάκη, του πεζογράφου, θεατρικού συγγραφέα και δοκιμιογράφου. Για να γίνει μάλιστα πιο κατανοητό το στοιχείο αυτό, δεν έχουμε παρά να σκεφθούμε ποιο θα ήταν, φέρ’ ειπείν, το έργο του Στρατή Τσίρκα αν είχε γεννηθεί στο Ναύπλιο ή το έργο του Αγγελου Τερζάκη αν είχε γεννηθεί στην Αίγυπτο. Ο χαρακτήρας όλων των ανθρώπων είναι ο τόπος της καταγωγής τους, είτε πρόκειται για συγγραφείς είτε για ανθρώπους που η ζωή τους είναι χύμα και όχι μεταπλασμένη καθημερινότητα.

Πολιτεία που η τρομερή της ιστορία μοιάζει να έχει αποκοιμηθεί, το Ναύπλιο σε μαγεύει σε τέτοιο βαθμό με την ευγένεια και τη μειλιχιότητά του ώστε θα το παρομοίαζε κανείς με μία από εκείνες τις θαυματουργές, ιαματικές γωνιές της ελληνικής γης. Κάτι ακόμη περισσότερο: αντί για πολιτεία, να την αισθάνεσαι σαν έναν κόρφο μητρικό όπου θα τρέξεις να κρυφτείς για να σωθείς από τις καταιγίδες της ζωής. Οπως ακριβώς το έργο του Αγγελου Τερζάκη. Είτε μιλάμε για τα πεζογραφικά του βιβλία «Ταξίδι με τον Εσπερο», «Η στοργή», «Μυστική ζωή», «Η μενεξεδένια πολιτεία», «Η παρακμή των σκληρών», «Δίχως Θεό», είτε για την εκτεταμένη του δοκιμιογραφία, το έργο του, στο σύνολό του, συνιστά μια ιαματική καταφυγή για κάθε βασανιζόμενο, αισθηματικά και πνευματικά, άνθρωπο.

Από το Ναύπλιο, λοιπόν, ξεκινά ο Αγγελος Τερζάκης για να καλύψει πνευματικά τον ουρανό της Ελλάδας. Γεννημένος το 1907, η οικογένειά του θα εγκατασταθεί στην Αθήνα το 1915, πράγμα που σημαίνει ότι σε ηλικία οκτώ χρόνων, όταν εγκαταλείπει το Ναύπλιο, έχουν αρχίσει να δένουν σε βιώματα οι σπόροι από τις ολόπρωτες εικόνες της ζωής του. Θα πρέπει μάλιστα το βάρος τους να έχει πάρει μέσα του μια ασυνήθιστη ένταση, ώστε σε ηλικία μόλις 18 χρόνων, το 1925, να δημοσιεύσει το πρώτο του βιβλίο, τη συλλογή διηγημάτων «Ο ξεχασμένος».

Με φοβερά, για μισόν αιώνα, καθήκοντα στην Αθήνα ο δημιουργός του βιβλίου «Αφιέρωμα στην τραγική μούσα» δεν θα πάψει να συλλογίζεται το Ναύπλιο, να επιστρέφει συχνά σε αυτό και να γράφει, όποτε η περίσταση το ζητεί (φτάνει να θυμηθούμε την επιφυλλιδογραφία του στο «Βήμα», όταν κάποτε συζητιόταν να «μπαζωθεί» ένα κομμάτι της παραλίας του). Αλλά, αν αυτά αφορούν την κοινωνική διάσταση ενός παρεμβατικού πνευματικού ανθρώπου, όπως υπήρξε ο Αγγελος Τερζάκης, ο οποίος όρθωσε με τη δισεβδομαδιαία συνεργασία του στο «Βήμα» με την υπογραφή «Ερανιστής» μια πεντακάθαρη φωνή κατά της χούντας, αξίζει να θυμηθούμε μια λησμονημένη γραφή του, σε σχέση με το Ναύπλιο, όταν σφυρηλατούνταν μέσα του το αίσθημα του «θείου», στα έκθαμβα παιδικά του χρόνια.

«Μια γειτονιά παμπάλαιη, στριμωχτή, χτισμένη σ’ ανηφοριά και στο κέντρο της να λάμπει κατάφωτη, να πάλλεται σα μεγάλη καρδιά, μια παλιά εκκλησία. Τη Μεγάλη Βδομάδα όλη μας η ζωή, όλων εκεί γύρω των κατοίκων, οργανωνόταν με βάση το κέντρο τούτο. Ζούσαμε με τη σκέψη γυρισμένη εκεί, περιμένοντας από το πρωί το βράδυ, την ώρα της Ακολουθίας. Ανασαίναμε σε όλες τις ώρες παντού στον αέρα το λιβάνι και, τις δύο ημέρες που το πάθος του Χριστού κορυφώνεται, εισπνέαμε διάχυτες, ζεστές, τις βιόλες. Ο Θεός έμπαινε από τη θύρα των αισθήσεων στο κρησφύγετο της ψυχής».

Ομως το Ναύπλιο είναι μόνον αυτή η ειδυλλιακότης; θα αναρωτηθεί κανείς. Το τρίπτυχο των αλλοτινών φοβερών του κάστρων, του Παλαμηδιού, της Ακροναυπλίας και του Μπούρτζι (που ήταν μάλιστα και η κατοικία του δημίου έως τις αρχές του περασμένου αιώνα), με τους θρήνους, τις οιμωγές και τις εκτελέσεις, είναι σα να μην υπήρξε; Κάθε άλλο βέβαια. Αν οι αναμνήσεις του Αγγελου Τερζάκη στην πλειονότητά τους έχουν κάτι από τη μυστικότητα και τη μελαγχολία της μικρής πλατείας του Αγίου Αναστασίου, όπως τη συναντάς πίσω από την κεντρική πλατεία του Ναυπλίου, την Πλατεία Συντάγματος, το «βάρος» της ίδιας της πολιτείας κάθεται μέσα στο πεζογραφικό του έργο και του χαρίζει τη μαγική μελαγχολία του.