Χρησιμοποιώντας ως αρένα τις σελίδες επιστολών της εφημερίδας «Γκάρντιαν», οι δύο συγγραφείς παρέδωσαν ένα masterclass διακριτικού «ξεκατινιάσματος» μεταξύ λογοτεχνών τον Νοέμβριο του 1997

Το γαϊτανάκι ανταλλαγής βιτριολικών σχολίων μεταξύ των δύο συγγραφέων ξεκίνησε στις 15 Νοεμβρίου 1997, όταν δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Γκάρντιαν» άρθρο του Τζον ΛεΚαρέ ο οποίος διαμαρτυρόταν για κάποιες υπόνοιες περί αντισημιτισμού που είχε εκτοξεύσει προς το πρόσωπό του ένα κείμενο που είχε δημοσιευθεί πριν από μερικούς μήνες στη έγκριτη επιθεώρηση βιβλίου «New York Review of Books». Ο Ρούσντι, που ζούσε ακόμα τότε υπό την έντονη σκιά της «φάτβα» εναντίον του εξαιτίας των «Σατανικών στίχων», βρήκε την αφορμή που αναζητούσε για να τον κατηγορήσει ότι συμμαχούσε με τους φονταμενταλιστές διώκτες του.

18 Νοεμβρίου 1997: «Ο Τζον ΛεΚαρέ διαμαρτύρεται ότι στοχοποιήθηκε ως αντισημίτης πέφτοντας θύμα ενός πολιτικά ορθού κυνηγιού μαγισσών και δηλώνει αθώος στις κατηγορίες. Θα μου ήταν πιο εύκολο να συμμεριστώ τη θέση του αν δεν είχε υπάρξει τόσο πρόθυμος να συμμετάσχει σε μια προηγούμενη καμπάνια δαιμονοποίησης ενός συναδέλφου του συγγραφέα. Το 1989, κατά τη χειρότερη περίοδο της ισλαμικής επίθεσης στους «Σατανικούς στίχους», ο ΛεΚαρέ έγραψε ένα άρθρο στο οποίο πρόθυμα και μάλλον με πομπώδη τρόπο συμμάχησε με τους διώκτες μου. Θα ήταν ευχής έργο αν παραδεχόταν ότι κατανοεί τη φύση της Αστυνομίας της Σκέψης λίγο περισσότερο, τώρα που βρίσκεται αυτός στο στόχαστρό της»

Σαλμάν Ρούσντι

19 Νοεμβρίου 1997: «Ο τρόπος που διαχειρίζεται ο Ρούσντι την αλήθεια παραμένει ναρκισσιστικός. Ποτέ δεν συντάχτηκα με τους διώκτες του. Ούτε όμως επέλεξα το εύκολο μονοπάτι της ανακήρυξης του ως αθώου οσιομάρτυρα. Η θέση μου είναι ότι δεν υπάρχει νόμος στη ζωή ή στη φύση που να λέει ότι μπορεί κάποιος να προσβάλλει τις μεγάλες θρησκείες χωρίς αντίτιμο… Εγραψα ότι δεν υπάρχει απόλυτο μέτρο ελεύθερου λόγου σε καμία κοινωνία. Εγραψα ότι η ανεκτικότητα δεν φτάνει, την ίδια εποχή και στην ίδια μορφή, σε όλες τις θρησκείες και στους πολιτισμούς, και ότι μέχρι πρόσφατα και η χριστιανική κοινωνία όριζε τα όρια της ελευθερίας σε σχέση με αυτό που θεωρούνταν ιερό…».

Τζον ΛεΚαρέ

20 Νοεμβρίου 1997: «Είμαι ευγνώμων στον Τζον ΛεΚαρέ που μας υπενθυμίζει πόσο ακριβώς πομπώδης γάιδαρος μπορεί να γίνει… Ο Τζον ΛεΚαρέ έχει δίκιο όταν λέει ότι η ελευθερία του λόγου δεν είναι πουθενά απόλυτη. Εχουμε τις ελευθερίες για τις οποίες αγωνιζόμαστε και χάνουμε εκείνες που δεν υπερασπιζόμαστε. O Τζορτζ Σμάιλι το γνώριζε αυτό. Ο δημιουργός του φαίνεται ότι το έχει ξεχάσει…».

Σαλμάν Ρούσντι

21 Νοεμβρίου 1997: «Ο Ρούσντι, από όσο μπορώ να καταλάβω, δεν αρνείται το γεγονός ότι προσέβαλε μία μεγάλη θρησκεία. Αντιθέτως με κατηγορεί ότι ασπάζομαι τη γραμμή των φανατικών ισλαμιστών. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι ο Ρούσντι τα έβαλε με έναν γνωστό εχθρό του και φώναξε φάουλ όταν εκείνος συμπεριφέρθηκε σύμφωνα με τον χαρακτήρα του. Ο πόνος και τα βάσανα που έχει αναγκαστεί να υπομείνει είναι απαράδεκτα, αλλά αυτό δεν τον κάνει οσιομάρτυρα ούτε μπορεί να εξαφανίσει τις δικές του ευθύνες για την κατάσταση την οποία αντιμετωπίζει».

Τζον ΛεΚαρέ

22 Νοεμβρίου 1997: «Αν θέλει να προτάξει κάποιο σοβαρό επιχείρημα, θα συνιστούσα στον Τζον ΛεΚαρέ καταρχήν να μάθει να διαβάζει… Δεν έχω καμιά πρόθεση να επαναλάβω για πολλοστή φορά τις εξηγήσεις που έχω δώσει για τους «Σατανικούς στίχους», ένα μυθιστόρημα για το οποίο παραμένω υπερήφανος. Ξέρεις τι είναι μυθιστόρημα, Τζον, ή μήπως όχι;».

Σαλμάν Ρούσντι

Οι πληγές πάντως από την έντονη διένεξη φαίνεται ότι έχουν επουλωθεί με την πάροδο του χρόνου. Τον περασμένο Οκτώβριο ο Ρούσντι δήλωσε μετανιωμένος για τις επιστολές: «Μακάρι να μην είχαμε ανταλλάξει τέτοιες κουβέντες. Θεωρώ το «Και ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι» του ΛεΚαρέ ένα από τα κορυφαία μεταπολεμικά μυθιστορήματα». «Θαυμάζω το Σαλμάν για το έργο και του κουράγιο του και σέβομαι τη στάση του», έσπευσε να δηλώσει και ο ΛεΚαρέ, για να συμπληρώσει πάντως: «Πρέπει να είμαστε ελεύθεροι να καίμε το Κοράνι, και γενικά να χλευάζουμε θρησκείες που πολλοί άνθρωποι ασπάζονται με πάθος; Ισως και να πρέπει –από την άλλη, πρέπει άραγε να αισθανόμαστε έκπληξη όταν οι πιστοί τους οποίους έχουμε προσβάλει αντιδρούν με οργή; Δεν μπορούσα να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση τότε και, παρά την καλή μου πρόθεση, εξακολουθώ να μην μπορώ. Νιώθω όμως λίγο υπερήφανος εκ των υστέρων που μίλησα ενάντια σε μια εύκολη τάση και βρέθηκα αντιμέτωπος με την οργή εξαγριωμένων δυτικών διανοουμένων…».