«Οταν έκλεισα τα δεκατέσσερα, συνέβη κάτι στη ζωή μου που τίποτε δεν το προετοίμαζε ούτε και υπήρξε κάποια αφορμή για αυτό. Σταμάτησα να βγαίνω στον δρόμο για παιχνίδι με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς και κλείστηκα στο σπίτι διαβάζοντας μανιωδώς. Πώς και γιατί συνέβη αυτό; Δεν έχω δώσει απάντηση μέχρι τώρα. Για να ξεπεράσω την αδερφή μου; Δεν ξέρω. (…) Σκέφτομαι μήπως αυτή η στροφή στον εαυτό μου και στα διαβάσματα ήταν μια μυστική προετοιμασία για να αντιμετωπίσω, με τον δικό μου τρόπο, την καταιγίδα που θα ξεσπούσε σε λίγο, όταν τίποτε στον ουρανό δεν την προμήνυε. Ενα πράγμα ξέρω σήμερα με βεβαιότητα, ότι εκεί στα δεκατέσσερα-δεκαπέντε έπαψα να μεγαλώνω. Είχα ήδη ενηλικιωθεί. Είχε πια σχεδιαστεί της ζωής μου η περιοχή».

Για να πάρει βιβλία, γιος αυτός ενός φτωχού παπά, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης συνέχιζε να πηγαίνει, όπως πριν, μία φορά την εβδομάδα με τα παιδιά της γειτονιάς για σουβλάκι, μόνο που αυτός κοίταζε χωρίς να τρώει. Τέσσερις φορές οι 4 δραχμές και 80 λεπτά που κόστιζε το σουβλάκι έκανε ένα βιβλίο των εκδόσεων Γαλαξίας.

Τα περιγράφει όλα αυτά ο 60χρονος δοκιμιογράφος στο έξοχο βιβλιαράκι των 70 σελίδων με τίτλο «Η αδερφή μου» (εκδ. Πόλις), στο οποίο μιλάει ανοιχτά για μια ιστορία που τον σημάδεψε και που, όταν ήταν νέος, έπρεπε, με οικογενειακή εντολή, να κρατάει κρυφή: την ιστορία της χαρισματικής μεγάλης του αδερφής που εκδήλωσε επιληψία στις τελευταίες τάξεις του σχολείου. Που κατάφερε παρ’ όλα αυτά να γίνει ηθοποιός για ένα διάστημα και που πέθανε το 2012, στα 60 της χρόνια.

Αυτό που κάνει τον Σταύρο Ζουμπουλάκη να ξεχωρίζει, ως χριστιανός διανοούμενος αλλά και ως διανοούμενος γενικά, είναι η ευθύτητά του και η αφοσίωση σε ευγενείς σκοπούς ανεξάρτητα από τις δυσκολίες. Αντίθετα με τους περισσοτέρους, που ασκούν κριτική σε λίγο-πολύ ανώδυνα θέματα, εκείνος δεν διστάζει όχι μόνο να θέσει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, αλλά και να αναλάβει κινδύνους μεγαλύτερους από αυτούς που αναλογούν στον κάθε άνθρωπο. Παίρνει, με άλλα λόγια, το χριστιανικό «πακέτο» ολόκληρο: όχι μόνο εύκολες αγαθοεργίες, αλλά και επιμονή για την αλήθεια, με σταυρό του μαρτυρίου, αν χρειαστεί.

Σήκωσε άλλωστε τον σταυρό του με την αδερφή του, έφθασε στο σημείο να κάνει κοινό κτήμα τον πόνο του, επομένως δεν χρωστάει πουθενά περιττές ευγένειες. Ούτε σε αριστερούς, ούτε σε δεξιούς, ούτε στην ίδια την Εκκλησία με την οποία βρίσκεται κοντά –είναι από το 2008 πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Βιβλικού Ιδρύματος (και των εκδόσεων) Αρτος Ζωής. Και φυσικά ούτε στο φασιστικό και ναζιστικό φαινόμενο που αναδείχθηκε αιφνίδια στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης είναι από τους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού διανοουμένους –ένας άλλος, λ.χ., είναι ο ομότιμος καθηγητής Γιώργος Τσιάκαλος –που δείχνουν να έχουν πλήρη συνείδηση αυτού του προβλήματος και δεν αναζητούν άλλοθι καθησυχασμού. Η συνέπεια ειδικά του Ζουμπουλάκη στο ζήτημα είναι παροιμιώδης, αφού εξέδωσε κείμενο ήδη το 2011 («Ανίερη συγκυβέρνηση», εκδ. Πόλις) στο οποίο, εκτός από την αμφίπλευρη και ανελέητη κριτική του στον ελληνικό τρόπο ζωής και στην ευρωπαϊκή δημοκρατία των τεχνοκρατών, εστιάζει στη συμμετοχή του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση χωρίς να ερωτηθεί ο λαός, και στη χλιαρή αντίδραση σε αυτό το πρωτόφαντο γεγονός που «παραβιάζει ιδρυτικούς μεταπολεμικούς ευρωπαϊκούς κανόνες».

Ο Ζουμπουλάκης ασκεί έντονη κριτική και στην Αριστερά, η οποία άφησε ελεύθερο τον χώρο στον ΛΑΟΣ, τότε, σε ζητήματα ασφάλειας και μετανάστευσης. Από την άλλη, όμως, διακηρύσσει ότι ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί σήμερα η Χρυσή Αυγή είναι να απονομιμοποιηθεί από τον συντηρητικό κόσμο και ιδίως την Εκκλησία. Στο πρόσφατο βιβλίο του «Χρυσή Αυγή και Εκκλησία» (εκδ. Πόλις), αλλά και στο επίσης πρόσφατο συλλογικό «Νεοναζιστικός παγανισμός και Ορθόδοξη Εκκλησία» (εκδ. Αρτος Ζωής), το οποίο επιμελήθηκε, λέει ακριβώς αυτό: η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία κατά καιρούς ταυτίστηκε με την πιο αυταρχική μορφή της Δεξιάς και με φιλοχουντικές τάσεις, έχει τώρα ιστορική ευκαιρία να επανακαθορίσει τον εαυτό της. Και να θυμηθεί ξανά ότι «παγανισμός είναι η φωνή του αίματος και της φυλής, η έξαρση της φυσικής ρώμης, η βία». Στα οποία «η βιβλική παράδοση αντιτάσσει το ανθρώπινο πρόσωπο χωρίς κανέναν προσδιορισμό, εθνικό, φυλετικό, θρησκευτικό ή άλλον».

Στον αγώνα του ο χριστιανός Σταύρος Ζουμπουλάκης βρήκε ήδη σημαντικούς συμμάχους: τον Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Παύλο, ο οποίος χαρακτηρίζει τη Χρυσή Αυγή «Μαύρη νύχτα» και μετέχει με πολύ θαρραλέο κείμενο στην έκδοση του Αρτου Ζωής, αλλά και τον Μοναχό Αββακούμ, αγιορείτη (στον οποίο παραπέμπει ο Μητροπολίτης Παύλος), που δημοσίευσε το «Η Χρυσή Αυγή ως Δούρειος Ιππος Αντιχριστιανισμού» (Βιβλιοπωλείο Νεκτάριος Παναγόπουλος).

Αν μη τι άλλο, η πρόσφατη τοποθέτηση του πρώην εκπαιδευτικού και διευθυντή του περιοδικού «Νέα Εστία» στη θέση του προέδρου της Εθνικής Βιβλιοθήκης δεν είναι άστοχη: πρόκειται για κάποιον που ξέρει καλά τη σημασία του μαχητικού λόγου απέναντι στον άναρθρο –και άνανδρο –τραμπουκισμό.