Σχεδόν μισόν αιώνα καριέρας έχει συμπληρώσει η σπουδαία τζαζ ερμηνεύτρια, με τη χαρακτηριστικά μελωδική και επιβλητική άλτο φωνή, και δεν δείχνει καμία διάθεση χαλάρωσης των ρυθμών στη δουλειά της ή στην έκφραση της πληθωρικής προσωπικότητάς της εντός και εκτός σκηνής. Ακάματη τραγουδίστρια, αλλά και ηθοποιός του μουσικού θεάτρου –ειδικά ως πρωταγωνίστρια της θρυλικής παράστασης «Lady Day» με θέμα τη ζωή της Μπίλι Χόλιντεϊ -, έχει συνεργαστεί με μερικούς από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα και είναι κάτοχος τριών μουσικών βραβείων Γκράμι αλλά και ενός θεατρικού βραβείου Τόνι.

Η Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ, η οποία γεννήθηκε στο Μέμφις, κλείνει μεθαύριο τα 63 της, ήταν για πολλά χρόνια μόνιμη κάτοικος Παρισιού και έχει γυρίσει τον πλανήτη δεκάδες φορές όχι μόνο για τις εμφανίσεις της, αλλά και ως Πρέσβειρα Καλής Θέλησης των Ηνωμένων Εθνών. Η Ελλάδα πάντως παραμένει ένας από τους αγαπημένους της προορισμούς: «Οποτε έρχομαι στην Ελλάδα πάντα ζω σε μια γιορτή. Η αδυναμία μου για τη χώρα σας είναι μεγάλη και δεν το λέω για όλα τα μέρη στα οποία πηγαίνω για συναυλίες».

Προτού προλάβουμε να τη ρωτήσουμε οτιδήποτε, μας ρωτά εκείνη με αγωνία που μοιάζει γνήσια: «Πώς πάει η οικονομική ύφεση στην Ελλάδα;». Ισως επειδή μεγάλωσε στο Μίσιγκαν, την πολιτεία που χτυπήθηκε άγρια από την ύφεση με αποτέλεσμα το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων και εργοστασίων, ειδικά στον χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας. «Στην πατρίδα μου η κατάσταση ήταν τραγική. Εγώ ζω πια μονίμως στη Νεβάδα, κοντά στο Λας Βέγκας, όπου η βιομηχανία του τουρισμού επισκιάζει τα προβλήματα, αλλού όμως η οικονομική κατάσταση φαίνεται εκτός ελέγχου επειδή η κουλτούρα της σπατάλης και της απληστίας ήταν εκτός ελέγχου. Ολοι φταίμε. Οι άνθρωποι βολεύονται με τις κακές συνήθειές τους, ειδικά οι πολύ πλούσιοι και οι μεγάλες εταιρείες που αρνούνται να παραχωρήσουν οτιδήποτε. Και μένουν οι υπόλοιποι να κουβαλάνε τον σταυρό».

Η Μπίλι ήταν μια αγωνίστρια με χιούμορ

Τουλάχιστον, μέσω της μουσικής και της «ξεσηκωτικής» σκηνικής παρουσίας της, έχει την ευκαιρία να προσφέρει ανακούφιση από τα προβλήματα: «Πάντα αυτή είναι η ελπίδα μου: να είναι η μουσική μου ένα είδος γιατρειάς, να βοηθά όσο γίνεται τον κόσμο να παίρνει κουράγιο». Ακόμη και το άλμπουμ με τις διασκευές τραγουδιών τα οποία έκανε γνωστά η Μπίλι Χόλιντεϊ («Eleanora Fagan (1915-1959): To Billie with Love from Dee Dee Bridgewater») είχε πανηγυρικό τόνο: «Ηθελα να δείξω ότι η Μπίλι ήταν ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, με εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ. Είχα βαρεθεί το επίμονο στερεότυπο της βασανισμένης μελαγχολικής γυναίκας που την ακολουθούσε πάντα. Ηταν μια αγωνίστρια πάνω απ’ όλα και στόχος μου ήταν και παραμένει να πείσω τον κόσμο να τη σκεφτεί διαφορετικά».

Ηταν όμως μια εσωστρεφής ερμηνεύτρια, ενώ την ίδια τη χαρακτηρίζει έντονα μια «έξω καρδιά» εξωστρέφεια στη σκηνή. «Είναι αλήθεια αυτό που λέτε, αν και στην προσωπική της ζωή κάθε άλλο παρά εσωστρεφής υπήρξε. Εξαρτάται εντελώς από το πώς θες να τη δεις». Επειτα από χρόνια επιτυχημένης πορείας στην Ευρώπη, η θεατρική παράσταση «Lady Day» θα κάνει επιτέλους την αμερικανική πρεμιέρα της στη Νέα Υόρκη τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Τη ρωτάμε αν έχει άγχος με αυτή την προοπτική. «Εχω λίγο άγχος», απαντά. «Θα κάνω όμως τα πάντα για να είναι απόλυτα επιτυχημένη. Ανυπομονώ να «δοκιμάσω τα δόντια μου» στην Μπίλι ξανά, ελπίζοντας ότι αυτή τη φορά δε θα με κυριέψει το πνεύμα της. Τις προηγούμενες φορές με στοίχειωσε κυριολεκτικά».

«Δεν θέλω να αποσυρθώ ποτέ!»

Ηθοποιός και τραγουδίστρια: πώς διαχειρίζεται τη διαφορετική δυναμική που απαιτεί καθένας από τους δύο ρόλους; «Θα έλεγα ότι είμαι αρκετά εκπαιδευμένη στο θέατρο», μας λέει. «Ημουν τυχερή που ο πρώτος σκηνοθέτης μου στη σκηνή –και δεύτερος σύζυγός μου -, ο Γκίλμπερτ Μόουζες, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 1995, μου δίδαξε πολλά για την ανάπτυξη των χαρακτήρων. Μου αρέσει να αφήνω τον εαυτό μου στο βεστιάριο και να ζω τη ζωή του ατόμου που υποδύομαι. Επίσης, αγαπώ να δουλεύω με ομάδα –ηθοποιούς, τεχνικούς, σκηνογράφους –και να ρουφάω την ατμόσφαιρα στα παρασκήνια».

Μια άλλη ιδιότητα που έχει τα τελευταία χρόνια είναι αυτή της Πρέσβειρας Καλής Θέλησης των Ηνωμένων Εθνών. «Εγινα το 1999 μία τις πρώτες τέσσερις πρέσβειρες του ΟΗΕ για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία –οι άλλες τρεις ήταν η Μίριαμ Μακέμπα, η Τζίνα Λολομπρίντζιτα και η δρ Ρίτα Μονταλτσίνι, η νομπελίστρια γιατρός που πέθανε πέρυσι στα 103 της! Δέχτηκα με χαρά την ιδιότητα αυτή και την ευκαιρία να απευθύνω έκκληση για διεθνή αλληλεγγύη με σκοπό την καταπολέμηση της πείνας στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Πιστεύω πως ένας καλλιτέχνης, με κάποια ανταπόκριση στο κοινό, οφείλει να χρησιμοποιεί τη δημοτικότητά του για να προσφέρει ό,τι μπορεί σε όσους έχουν ανάγκη».

Ντίζι Γκιλέσπι, Ντέξτερ Γκόρντον, Ρέι Τσαρλς, Ελα Φιτζέραλντ… Η λίστα με τις εκλεκτές συνεργασίες της είναι εντυπωσιακά ανεξάντλητη. Ξεχωρίζει άραγε κάποια; «Νιώθω ευλογημένη που τόσο ξεχωριστοί καλλιτέχνες με πήραν υπό την προστασία τους και με ανέδειξαν. Ευτυχώς δεν χρειαζόμουν πολλή εκπαίδευση. Εχω τη φωνή μου και δύο «μεγάλα» αυτιά που μου επιτρέπουν να καταλαβαίνω τις αρμονίες. Μου είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσω μία μόνο συνεργασία με κάποιον από αυτούς τους θρύλους. Μία από τις ευτυχέστερες περιόδους ήταν το ντουέτο με τον Ρέι Τσαρλς, έναν ημίθεο, ο οποίος μου επέτρεψε πρόσβαση στον ιδιωτικό κόσμο του. Πλάι στον Ντίζι Γκιλέσπι έμαθα τη σημασία του χιούμορ, της κωμωδίας ως στοιχείου της τζαζ έκφρασης. Ο άνθρωπος που έπαιζε συχνά τόσο πολύπλοκη μουσική γινόταν κλόουν όταν οι περιστάσεις το απαιτούσαν. Ξέρετε τι μου είχε πει κάποτε; «Θέλω να πεθάνω στη σκηνή!». Τότε μου είχε φανεί μακάβριο, αλλά τώρα το καταλαβαίνω. Θέλω να είμαι σαν τον Ντίζι ή τη μεγάλη Σέλια Κρους. Είχα πάει να τη δω κάποτε στο Παρίσι και πριν από τη συναυλία την αναζήτησα στα παρασκήνια. Εκεί είδα μια μικροκαμωμένη γριούλα να ράβει και τη ρώτησα πού είναι η κυρία Κρους. «Εγώ είμαι!», μου απάντησε. Λίγο μετά, στη σκηνή, με τα μεγάλα νύχια, την περούκα και όλη την εντυπωσιακή της παρουσία έμοιαζε τρία μέτρα. Θέλω να είμαι μαχητής του δρόμου, όπως αυτοί οι υπέροχοι άνθρωποι. Δεν θέλω να αποσυρθώ ποτέ!».