Το νέο βιβλίο του Γιάννη Καψή με τίτλο «Κουβεντιάζοντας με τον Ανδρέα» (Εκδ. Λιβάνη) και την προειδοποίηση στο εξώφυλλο ότι περιέχει «ρητά και απόρρητα» θα έπρεπε να ξεσηκώσει σάλο: ένας βετεράνος της δημοσιογραφίας και πρώην υπουργός Εξωτερικών περιγράφει καταστάσεις και μεταφέρει διαλόγους με τον πρώην πρωθυπουργό και άλλους που εκθέτουν –ή και διασύρουν –υπαρκτά πρόσωπα της πολιτικής σκηνής. Εστω και αν κάποιοι συνομιλητές του δεν ζουν πια για να τον επιβεβαιώσουν, η εγκυρότητα του συγγραφέα δεν αμφισβητείται παρά τις ασάφειες που χαρακτηρίζουν ορισμένα σημεία των αφηγήσεων –ίσως σκοπίμως.

Το βιβλίο αποπνέει διάθεση ξεκαθαρίσματος παλιών λογαριασμών. Και αναδεικνύει πρωτίστως την προσωπική σχέση του Γιάννη Καψή με τον Ανδρέα Παπανδρέου –είχαν στενές σχέσεις ήδη πριν από τη δικτατορία -, την οποία κατά κάποιο τρόπο προβάλλει ως ισχυρότερη των κομματικών δεσμεύσεων του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ με άλλα πρόσωπα. Οι συζητήσεις τους φτάνουν ώς τις εξομολογήσεις. «Το μόνο μαγειρεμένο φαγητό που έτρωγα ήταν κάθε Κυριακή στο σπίτι του Διαμαντή Πεπελάση», έλεγε για τη ζωή του στην Αμερική ο Ανδρέας στον Καψή. Και ο δημοσιογράφος δεν δυσκολεύτηκε να τον ρωτήσει κάποτε: «Ανδρέα, μεταξύ μας, είχες καμιά ανάμειξη στον ΑΣΠΙΔΑ;». «Αν είχα Γιάννη δεν θα μας ανακάλυπταν; Ξέρω από συνωμοτική δουλειά» ήταν η απάντηση.

Στις σελίδες του βιβλίου πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ θα βρουν αφηγήσεις που δεν θα τους αρέσουν. Ιδίως οι κομματικοί –οι «σύντροφοι» –με τους οποίους ο Καψής δεν τα πήγε ποτέ καλά. Για γνωστούς πολιτικούς της εποχής υπάρχουν αλλεπάλληλες δηκτικές αναφορές, όπως π.χ. για τον σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια.

Παράδειγμα: Το 1988 –αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών –αποκλείσθηκε από την αποστολή στο Νταβός όπου ο Ανδρέας Παπανδρέου θα συναντούσε τον Οζάλ και διαμαρτυρήθηκε. «Πρόεδρε, γιατί δεν συμπεριλαμβάνομαι στην αντιπροσωπεία;». «Δίκιο έχεις Γιάννη (ήταν η πρώτη φορά που τον έβλεπα τόσο αμήχανο) αλλά… ξέρεις, να… θα είναι μια ιστορική συνάντηση και ο Κάρολος… να, θέλει να έχει την τιμή…». «Δίκιο έχει κύριε πρόεδρε. Τη δικαιούται την τιμή αυτή, αλλά τι εμποδίζει να έλθω και εγώ;». «Μα άμα είσαι εσύ που ξέρεις τα προβλήματα, τι τιμή θα μείνει για τον Κάρολο;».

Για τον Κώστα Λαλιώτη, κάποτε ανταγωνιστή του στη Β’ Πειραιά, υπάρχουν εξίσου βιτριολικές αναφορές –παρότι, όπως λέει, εκτιμούσε τις ικανότητές του. Σπόντες υπάρχουν και για τη Βάσω Παπανδρέου την οποία είχε γνωρίσει το 1982 στην Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης. «Πιο πολύ και από την ελκυστική εμφάνισή της μου έκανε εντύπωση ότι όλοι απέφευγαν, επιδεικτικά μάλιστα, να την πλησιάσουν». Ρώτησε τον Μαρούδα. «Ποια είναι η κοπέλα αυτή Δημητράκη;». «Δεν ξέρεις ψυχή μου; Πού ζεις; Η Βασούλα μας είναι». Και «χαχάνισε πονηρά».

Εχει ενδιαφέρον και μια αποκάλυψη για τη σύλληψη του Κοσκωτά στην Αμερική. «Εκείνος που ενημέρωνε «ΤΑ ΝΕΑ» για τις κινήσεις του Κοσκωτά ήταν ο Νίκος Παπανδρέου, που ενεργούσε ως ανταποκριτής της εφημερίδας. Και μπράβο του. Αλλά, γιατί ο γιος του Πρωθυπουργού δεν ειδοποίησε τον πατέρα του;».

Για τον Σημίτη και τον Γιώργο Παπανδρέου

Με τον Κώστα Σημίτη συγκρούστηκε αρκετές φορές. «Οι δρόμοι μας διασταυρώθηκαν από τα νεανικά μας χρόνια, λίγες φορές κουβεντιάσαμε και αυτές τσακωθήκαμε», γράφει. Ούτε η ανάδειξη του Γιώργου Παπανδρέου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ φάνηκε να τον ενθουσιάζει. Και το καλό, για τους δύο διαδόχους του Ανδρέα στην αρχηγία, το κρατάει για το τέλος. Το 1998 είχε δημοσιευτεί ένα «μνημόνιο» – ως άτυπη διπλωματική ενημέρωση – το οποίο περιέγραφε τη συνάντηση που είχαν τον Απρίλιο του 1996 οι Κ. Σημίτης (ως πρωθυπουργός) και Μπιλ Κλίντον στην Ουάσιγκτον. Οσα αναφέρονταν εξέθεταν και τον Κ. Σημίτη και τον Γ. Παπανδρέου. Το κείμενο χαρακτηρίστηκε τότε «πλαστό» και ξεχάστηκε. Ο Καψής το παραθέτει ολόκληρο με τη σημείωση: «Η αυθεντικότητά του δεν έχει επιβεβαιωθεί ποτέ επισήμως, αλλά και ούτε έχει διαψευσθεί επαρκώς». Για να συμπληρώσει με νόημα: «Μοναδική επιβεβαίωση η ασκηθείσα έκτοτε εξωτερική πολιτική…».