«Ναι, θα σας βρούμε και θα λογοδοτήσετε στη Δικαιοσύνη» διαβεβαίωσε ο Μπαράκ Ομπάμα τους δράστες της τρομοκρατικής επίθεσης στον Μαραθώνιο της Βοστώνης συμμετέχοντας, το πρωί της Πέμπτης, σε μια διαθρησκευτική τελετή για τα θύματα στην πόλη. Το ευρύ κοινό δεν γνώριζε ακόμη τα πρόσωπα των δύο υπόπτων. Δεν γνώριζε επίσης πόσο κρίσιμο ρόλο έπαιξε στον εντοπισμό τους –ανάμεσα στα αναρίθμητα βίντεο και στις εικόνες από τις κάμερες ασφαλείας, τις κάμερες των τηλεοπτικών συνεργείων και τα έξυπνα τηλέφωνα από αυτόπτες μάρτυρες που είχαν στα χέρια τους οι Αρχές –ένας νεαρός Αμερικανός ο οποίος έχασε τη Δευτέρα και τα δύο του πόδια, ο Τζεφ Μπάουμαν.

Η φωτογραφία του ματωμένου Τζεφ Μπάουμαν στο αναπηρικό καροτσάκι, λίγα λεπτά μετά τις δίδυμες εκρήξεις κοντά στη γραμμή τερματισμού του Μαραθωνίου της Βοστώνης, έκανε από την αρχή τον γύρο του κόσμου. Εκείνο που αποκαλύφθηκε μόλις χθες από τον αδελφό του Κρις είναι πως δυόμισι λεπτά πριν από την πρώτη έκρηξη ο Τζεφ Μπάουμαν είδε έναν άνδρα με κασκέτο, γυαλιά ηλίου και μαύρο τζάκετ φορεμένο πάνω από φούτερ με κουκούλα να αφήνει στα πόδια του έναν σάκο. Και πως με το που ανέκτησε τις αισθήσεις του στη μονάδα εντατικής φροντίδας του νοσοκομείου, παρά τον διπλό ακρωτηριασμό, παρά την επίδραση τόσων φαρμάκων, ζήτησε χαρτί και μολύβι και έγραψε «τσάντα, είδα τον τύπο, με κοίταξε κατάματα». Στη συνέχεια, έδωσε λεπτομερή περιγραφή του στο FBI. Ο άνθρωπος που περιέγραψε ήταν, όπως αποδείχθηκε, ο 26χρονος Ταμερλάν Τσαρνάεφ, ο μεγαλύτερος των αδελφών που έσπειραν τον τρόμο στη Βοστώνη.

«Κάποιος γνωρίζει αυτά τα άτομα ως φίλους, γείτονες, συναδέλφους ή συγγενείς. Κάθε πληροφορία είναι χρήσιμη» δήλωσε ο επικεφαλής των ερευνών Ρίτσαρντ Ντιλόριερ στις 5 το απόγευμα της Πέμπτης, δίνοντας στη δημοσιότητα τις φωτογραφίες των δύο υπόπτων.

Πέντε ώρες αργότερα, δύο άνδρες λήστεψαν ένα κατάστημα 7/11 κοντά στη Σέντραλ Σκουέαρ του Κέμπριτζ. Οσο δύσκολο και αν είναι να το πιστέψει κανείς, κάμερα ασφαλείας κατέγραψε τον έναν από τους δύο βομβιστές, ελάχιστα καλυμμένο κάτω από την κουκούλα ενός γκρίζου φούτερ. Σήμανε συναγερμός.

Περί τις 10.30, οι Αρχές ειδοποιήθηκαν ότι ένας φρουρός ασφαλείας της πανεπιστημιούπολης του ΜΙΤ είχε πυροβοληθεί ενώ καθόταν στο περιπολικό του. Ο φρουρός μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Νέα πληροφορία: ένοπλη πειρατεία ενός SUV μάρκας Mercedes πλησίον της Θερντ Στριτ στο Κέμπριτζ. «Δύο άνδρες σημάδεψαν τον οδηγό με όπλα, τον κράτησαν μαζί τους στο αυτοκίνητο για περίπου μισή ώρα». Κατόπιν τον άφησαν ελεύθερο, χωρίς να τον πειράξουν, σε ένα πρατήριο βενζίνης στο Κέμπριτζ. Χιλιάδες ομοσπονδιακοί πράκτορες και αστυνομικοί άρχισαν να αναζητούν το SUV, το εντόπισαν και το καταδίωξαν στο γειτονικό προάστιο Ουότερταουν.

«Οι ύποπτοι φέρεται να πέταξαν από τα παράθυρα εκρηκτικούς μηχανισμούς», υπήρξε σφοδρή ανταλλαγή πυρών. Κάπου μεταξύ των οδών Ντέξτερ και Λόρελ, το κλεμμένο SUV ακινητοποιήθηκε. Κάτοικος είδε από το παράθυρό του δύο νεαρούς με τζάκετ σε «αδιάκοπη ανταλλαγή πυρών» με αστυνομικούς. Ενα SUV της Αστυνομίας που «ρίχτηκε προς τους δράστες», δέχθηκε τόσες σφαίρες ώστε ο οδηγός έχασε τον έλεγχο και προσέκρουσε σε δύο σταθμευμένα αυτοκίνητα. Οι δύο δράστες, δήλωσε ο αυτόπτης μάρτυρας, είχαν μια μεγάλη βόμβα, «έμοιαζε με χύτρα ταχύτητας», «την άναψαν, εν μέσω συνεχιζόμενων πυρών, και την πέταξαν. Στο σημείο αυτό, ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ άρχισε να τρέχει –κάποιες πληροφορίες τον θέλουν ζωσμένο με εκρηκτικά –προς τους συγκεντρωμένους αστυνομικούς. Σωριάστηκε βαριά τραυματισμένος. Ο μικρότερος αδελφός του όμως πρόλαβε να ξαναμπεί στο κλεμμένο SUV, το έστρεψε προς τους αστυνομικούς και «πάτησε τέρμα το γκάζι». Το αυτοκίνητο «πέρασε μέσα από τους αστυνομικούς και συνέχισε δυτικά».

Ο Ταμερλάν μεταφέρθηκε με πολλαπλά τραύματα από σφαίρες στο νοσοκομείο, στις 01.35 τα ξημερώματα κηρύχθηκε νεκρός. Σοβαρά τραυματισμένος εισήχθη και ένας αστυνομικός. «Είναι κάποιος που έχει έρθει εδώ για να σκοτώσει, πρέπει να τον πιάσουμε» δήλωσε ο διοικητής της Αστυνομίας αναφερόμενος στον τρομοκράτη που είχε κατορθώσει να διαφύγει.

ΕΡΕΥΝΑ ΠΟΡΤΑ ΠΟΡΤΑ. Ενας στρατός πάνοπλων αστυνομικών ερευνούσε το Ουότερταουν σπίτι προς σπίτι. Μια έκταση 20 οικοδομικών τετραγώνων είχε αποκλειστεί. Το ξημέρωμα βρήκε τη Βοστώνη σε κατάσταση πολιορκίας, πρωτοφανή στη σύγχρονη ιστορία της. Περίπου ένα εκατομμύριο κάτοικοι διατάχθηκαν να μείνουν στα σπίτια τους, με κλειδωμένη την πόρτα. Κανένα μέσο μαζικής μεταφοράς δεν λειτουργούσε. Κανένα πανεπιστήμιο, καμιά επιχείρηση δεν άνοιξε. Αλλά ο χρόνος κυλούσε πια αντίστροφα για τον πλέον καταζητούμενο 19χρονο των ΗΠΑ.