Υπεροχή και υπεροψία


ΠΡΑΣΙΝΟ ΕΞΠΡΕΣ

Οι επιδόσεις του Παναθηναϊκού στο μπάσκετ προκαλούν… φθόνο και δέος. Άνετα πρώτος στο πρωτάθλημα, αδιαφιλονίκητο φαβορί στην Ευρώπη, και όλα αυτά συνδυασμένα με απλόχερη προσφορά θεάματος

Το καλό- ακόμα και το ασφυκτικά καλό- να λέγεται. Ο ελληνικός αθλητισμός δεν έχει την πολυτέλεια να μην εξυμνεί τις ελάχιστες νησίδες αριστείας του. Και δεν συμβαίνει κάθε μέρα να διαθέτει την καλύτερη ομάδα της Ευρώπης σε ένα από τα σημαντικότερα αθλήματα.

Η φετινή αγωνιστική κατάσταση και οι επιδόσεις του Παναθηναϊκού στο μπάσκετ έχουν προκαλέσει ίσες ποσότητες φθόνου και δέους. Γιατί αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στο ποδόσφαιρο, όπου ο πρώτος φαντάζει σαν επαρχιώτης που δεν ξέρει ούτε ντυθεί όταν φτάσει στη μεγάλη πόλη (διάβαζε: Τσάμπιονς Λιγκ), ο πρώτος του πρωταθλήματος μπάσκετ είναι και το φόβητρο της Ευρώπης και το αδιαφιλονίκητο φαβορί για τον κορυφαίο διασυλλογικό τίτλο, και παίζει ένα μπάσκετ που χαίρεσαι να το βλέπεις, ιδίως αν έχεις λίγη εσωτερική γνώση του υπέροχου αυτού αθλήματος.

Δεν στέκομαι τόσο στα αποτελέσματα, παρ΄ όλο που μιλούν από μόνα τους. Το αήττητο σερί, οι συνεχείς νίκες στην Ευρώπη, ο χθεσινός απελπιστικά εύκολος θρίαμβος επί του δευτέρου του πρωταθλήματος Άρη μέσα στο Αλεξάνδρειο δείχνουν μια ομάδα ώριμη και συμφιλιωμένη με την επιτυχία. Ο τρόπος που παίζει ο Παναθηναϊκός, ωστόσο, χαρίζει κάτι παραπάνω: την αίσθηση αρμονίας από την ομαδική προσπάθεια και την αισθητική χαρά που μπορεί να δώσει το μπάσκετ υψηλού επιπέδου. Ο αντιπαθής ως άνθρωπος αλλά χαρισματικός στη δουλειά του προπονητής του τριφυλλιού έχει επιτύχει από ένα σύνολο σπουδαίων παικτών να ξεχωρίζει η ομάδα και όχι κάποιος παίκτης. Και αυτή η ομάδα έχει κατακτήσει ένα παιχνίδι όλο κίνηση και αλληλοκάλυψη, με συνεχή αναζήτηση του ελεύθερου χώρου, χωρίς περιττές ενέργειες και με διαρκώς υψηλό τέμπο. Συνέπεια όλων αυτών- και όχι ζήτημα ημέρας ή τύχης- είναι τα σταθερά ψηλά ποσοστά ευστοχίας (ίσως όχι πάντα τόσο όσο στο Αλεξάνδρειο) και η σταθερά στραγγαλιστική για τον αντίπαλο άμυνα. Προσθέστε και το ιδιότυπο χάρμα που λέγεται Διαμαντίδης κι έχετε την εικόνα. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;

Χωρίς να θέλω να φανώ μεμψίμοιρος, θα έλεγα ότι το μόνο που λείπει από τον φετινό Παναθηναϊκό είναι ένα μικρό στοιχείο απρόβλεπτου, λίγη αθλητική τρέλα, κάτι που να μπορεί να δώσει και συγκίνηση πέρα από τον θαυμασμό. Όλα μοιάζουν τόσο καλοκουρντισμένα, οι κινήσεις τόσο δουλεμένες, οι παίκτες τόσο πιστοί στα καθήκοντά τους (με αυτούς που έρχονται από τον πάγκο πάντα το ίδιο, αν όχι περισσότερο, ζεστούς με τους βασικούς), που σχεδόν επιθυμεί κανείς κάτι το λιγότερο στιλπνό και αμείλικτο. Με την αποχώρηση του Λάκοβιτς χάθηκε και ο τελευταίος παίκτης που μια στα τόσα έβγαινε από το καλούπι, ενώ αυτοί που κάλυψαν (και με το παραπάνω) το κενό, ο Μπετσίροβιτς, ο Σισκάουσκας, ο Βούγιανιτς, λες και γεννήθηκαν για να παίζουν για τον Ομπράντοβις. Χωρίς ορατές ατέλειες, ψύχραιμος ιδίως στα δύσκολα, με απαράμιλλα υψηλό τεχνικό επίπεδο παικτών (με μία μόνο εξαίρεση, τον δεινόσαυρο Γιαβτόκας), ο Παναθηναϊκός δείχνει άτρωτος και το φάιναλ φορ της Αθήνας απλός διαδικαστικός σταθμός. Ίσως είναι ακόμα νωρίς. Ή ίσως το μόνο «πρόβλημα»- για τους πολύ εστέτ- είναι ότι ο θαυμασμός του φίλαθλου κοινού δυσκολεύεται να μετατραπεί σε συμπάθεια μπροστά σε τόση υπεροχή και στο φάσμα τόσης υπεροψίας.

Φιλαθλέων