Αβέβαιες παραμένουν οι προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία την επόμενη

πενταετία. Οι παράγοντες που οδηγούν σε μια τέτοια διαπίστωση είναι τρεις: η

ύπαρξη υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων στις περισσότερες προηγμένες

οικονομίες, η αυξημένη αβεβαιότητα λόγω της ανόδου της τιμής του πετρελαίου σε

ιστορικώς νέα επίπεδα και η μειωμένη εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των

επενδυτών, εξαιτίας των αποκαλύψεων για σημαντικές ατασθαλίες στη διαχείριση

και τον εποπτικό έλεγχο μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων. H αλλαγή στη

συμπεριφορά των επενδυτών είχε άμεσες επιπτώσεις στο κόστος χρηματοδότησης

νέων επενδύσεων και κατ’ επέκταση στην οικονομική δραστηριότητα διεθνώς. Γι’

αυτόν τον λόγο η ανάκτηση και η διατήρηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών

αναδείχθηκαν σε όρους «sine qua non», προκειμένου να βελτιωθεί η οικονομική

ανάπτυξη σε διεθνές επίπεδο. Συνακόλουθα, η αναμόρφωση της «Εταιρικής

Διακυβέρνησης» αναδείχθηκε σε ζήτημα μείζονος σημασίας στην ημερήσια διάταξη

των κυβερνήσεων, των επενδυτών, των στελεχών των επιχειρήσεων, των εποπτικών

αρχών και όλων των φορέων της αγοράς.

TI EINAI ETAIPIKH ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Σύμφωνα με την Ελληνική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως Εταιρική Διακυβέρνηση

ορίζεται το «σύνολο των πρακτικών που υιοθετεί μία επιχείρηση προκειμένου να

εξασφαλίσει την αποδοτική λειτουργία της, την προστασία των μετόχων της, αλλά

και το σύνολο αυτών που έχουν νόμιμα συμφέροντα στην εταιρεία».

Αν και πρόοδος της γνώσης επί του θέματος σημειώνεται προς το τέλος της

δεκαετίας του ’90, η Εταιρική Διακυβέρνηση ως θεωρητική έννοια εγγράφεται στο

παρακλάδι εκείνο της εφαρμοσμένης Μικροοικονομικής Θεωρίας που ονομάζεται

«Economics of Mechanism Design». Το θεωρητικό πλαίσιο ανάλυσης της έννοιας

τέθηκε από τον Αμερικανό οικονομολόγο Kenneth J. Arrow. Στο άρθρο του

«Principals and Agents: The Structure of Business», 1985, ο Arrow θεμελιώνει

τα υποδείγματα «εντολέα – εντολοδόχου» (principal – agent models). Αυτά

μελετούν τα προβλήματα που ανακύπτουν σε μια σχέση μεταξύ δύο ή περισσοτέρων

οικονομούντων ατόμων, κατά την οποία ο «εντολέας» αναθέτει στον «εντολοδόχο»

την επιτέλεση μιας οικονομικής δραστηριότητας. H επιτέλεση της δραστηριότητας

από τον εντολοδόχο επηρεάζει άμεσα την οικονομική ευημερία του εντολέα. Κατ’

επέκταση, στόχος του εντολέα είναι η απόλυτη εναρμόνιση των συμφερόντων του με

τις ενέργειες του εντολοδόχου.

Πολλές φορές, όμως, προκύπτουν ζητήματα σύγκρουσης συμφερόντων, αφού ο

εντολέας δεν είναι σε θέση να ελέγξει τα κίνητρα δράσης του εντολοδόχου,

εξαιτίας της ασυμμετρικής πληροφόρησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το πρόβλημα

που καλείται να επιλύσει ο εντολέας συνίσταται στον σχεδιασμό ενός συμβολαίου

που θα διέπει τη σχέση εντολέα – εντολοδόχου, το οποίο θα δίνει στον

εντολοδόχο το κίνητρο να επιδίδεται σε ενέργειες που θα εξυπηρετούν πλήρως το

συμφέρον του εντολέα. Το πιο γνωστό παράδειγμα στη βιβλιογραφία σχέσης

«εντολέα – εντολοδόχου» είναι η σχέση «εργοδότη – εργαζομένου».

ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ MANATZEP

Μέσα από το πρίσμα της σύγχρονης πολυμετοχικής επιχείρησης, όπου η ιδιοκτησία

ανήκει στους μετόχους – επενδυτές και η διοίκηση της επιχείρησης στους

επαγγελματίες διαχειριστές (managers), η σχέση «εντολέα – εντολοδόχου»

μεταφράζεται στη σχέση «μετόχων – managers». Σε αυτό το πλαίσιο, η σύγκρουση

συμφερόντων οφείλεται στη δυνατότητα που έχουν οι επαγγελματίες διαχειριστές

να διοικούν την επιχείρηση για ίδιον όφελος. H έννοια της Εταιρικής

Διακυβέρνησης, λοιπόν, σμιλεύτηκε από την ανάγκη να επιλυθεί το πρόβλημα των

μετόχων (εντολέων) και στοχεύει στον σχεδιασμό κατάλληλων μηχανισμών, ώστε να

ελέγχονται οι δραστηριότητες των managers (εντολοδόχων).

«ΑΤΟΥ» H ΧΡΗΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Ο ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντος και χρήματος αποτελεί ικανή, όχι όμως και

αναγκαία, συνθήκη για την αποτελεσματική χρήση των κεφαλαίων των επενδυτών.

Πέρα από τη θεωρητική προσέγγιση, η επικρατούσα πρακτική θέτει ως αναγκαία την

εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών εταιρικής διακυβέρνησης. Και αυτό, διότι οι

εξωτερικές οικονομίες που συνοδεύουν τη χρηστή εταιρική διακυβέρνηση είναι

θετικές όχι μόνο σε επίπεδο επιχείρησης, αλλά και σε συνολικό επίπεδο. Σε

μίκρο-επίπεδο, η εφαρμογή καλών πρακτικών εταιρικής διακυβέρνησης συνδέεται με

χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου και υψηλότερες αποδόσεις. Σύμφωνα με τη μέχρι τώρα

εμπειρία, 80% των επενδυτών δηλώνουν πρόθυμοι να πληρώσουν την καλή Εταιρική

Διακυβέρνηση, με περιθώριο της τάξης 11% ώς και 40% («Global Investor Opinion

Survey», McKinsey, 2002). Σε μάκρο-επίπεδο, η ύπαρξη ισχυρών συστημάτων

Εταιρικής Διακυβέρνησης σχετίζεται άμεσα και συμβάλλει στη ζωτικότητα των

αγορών χρήματος και κεφαλαίου.

ΔΥΟ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

H διαφάνεια στην επιχειρηματική συμπεριφορά συνιστά, λοιπόν, μείζον αίτημα από

το σύνολο των φορέων της αγοράς. Ήδη έχει δρομολογηθεί η σχετική διαδικασία

για τον σχεδιασμό και την αναμόρφωση των συστημάτων ελέγχου της εταιρικής

διακυβέρνησης, δηλαδή των σχετικών κανονιστικών ρυθμίσεων, όχι μόνο σε διεθνές

αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Τα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης των διαφόρων

κρατών μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο ευρείες κατηγορίες: σε αυτά που προωθούν

την καταναγκαστική συμμόρφωση και σε αυτά που βασίζονται στην αρχή της

«συμμόρφωσης ή εξήγησης».

Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα συστήματα διακυβέρνησης των εταιρειών στις

ΗΠΑ, όπως η θέσπιση του «Sarbanes Oxley Act of 2002».

Στη δεύτερη κατηγορία κατατάσσονται οι κώδικες βέλτιστης πρακτικής πολλών

ευρωπαϊκών κρατών, όπως ο «Combined Code on Corporate Governance» του Ηνωμένου

Βασιλείου, ο «Cromme Code» της Γερμανίας, αλλά και οι «Αρχές Εταιρικής

Διακυβέρνησης στην Ελλάδα» υπό τον συντονισμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι

κώδικες αυτοί δίνουν στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα στη

συμμόρφωση με τις σχετικές συστάσεις και στην αιτιολόγηση για τη μη-συμμόρφωση

με αυτές. Κατά τον σχεδιασμό των ανωτέρω κωδίκων εταιρικής διακυβέρνησης στην

Ευρώπη, η βασική επιδίωξη των εποπτικών αρχών ήταν η συμμόρφωση των

επιχειρήσεων ως προς το πνεύμα των αρχών και όχι ως προς το γράμμα που

επιβάλλει ένα υποχρεωτικό σύστημα διακυβέρνησης.

ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΠΥΛΩΝΕΣ

Παρά τις διαφορές μεταξύ των συστημάτων, το οικοδόμημα της Εταιρικής

Διακυβέρνησης στηρίζεται διεθνώς σε τέσσερις βασικούς πυλώνες:

* Διαφάνεια, Γνωστοποίηση και Έλεγχος

* Δομή και Αποτελεσματικότητα Διοικητικού Συμβουλίου

* Δικαιώματα Μετόχων

* Δομή Ιδιοκτησίας και Εξωτερικές Επιδράσεις

ΠΟΥ ΑΠΟΣΚΟΠΟΥΝ

Επίσης, σε συνάρτηση με τα ανωτέρω, όλοι οι κώδικες βέλτιστης πρακτικής και τα

συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης των διαφόρων χωρών αποσκοπούν εν γένει στην

επίλυση των κάτωθι επίκαιρων θεμάτων εταιρικής διακυβέρνησης:

* Αποτελεσματικότητα Διοικητικών Συμβουλίων: H ανεξαρτησία του Δ.Σ., η

οποία μεταφράζεται σε ανυστερόβουλη εποπτεία και αξιολόγηση της διοίκησης,

είναι εκείνη που προσδίδει αξία στον ρόλο του Δ.Σ. Τα μέλη του Δ.Σ. με κανέναν

τρόπο δεν θα πρέπει να σχετίζονται με τη διοίκηση. Επιπλέον, θα πρέπει να

εξασφαλίζεται ο διαχωρισμός της θέσης του Προέδρου του Δ.Σ. από εκείνη του

Διευθύνοντος Συμβούλου.

* Πολιτική Αμοιβών για τα διευθυντικά στελέχη: Τα πακέτα αποδοχών θα

πρέπει να είναι τοιουτοτρόπως σχεδιασμένα ώστε να εγγυώνται την ευθυγράμμιση

των συμφερόντων των διαχειριστών της εταιρείας με τους μετόχους.

* Ενθάρρυνση του «Ενεργού μετοχικού ρόλου» (shareholder activism) και

εξέταση του ρόλου των θεσμικών επενδυτών: όσο οι μεμονωμένοι μέτοχοι δεν

ενδιαφέρονταν να κάνουν χρήση του δικαιώματος ψήφου, διότι θεωρούσαν ότι δεν

μπορούσαν να ασκήσουν πραγματική επιρροή, οι επαγγελματίες διαχειριστές

μπορούσαν να εφησυχάζουν. Την τελευταία δεκαετία, όμως, το προφίλ του μετόχου

επενδυτή άλλαξε. Ήδη, έχουν αρχίσει να δραστηριοποιούνται institutions και

στην Ευρώπη, κυρίως pension and hedge funds, τα οποία συγκεντρώνουν και

επενδύουν τις αποταμιεύσεις εκατομμυρίων μικροεπενδυτών. Στα πλαίσια αυτά, η

άσκηση του δικαιώματος ψήφου από τους «νέους» επενδυτές υπογραμμίζει σε μεγάλο

βαθμό την εφαρμογή χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης.

ZHTHMA ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό, συζητείται ευρέως η αποτελεσματικότητα της

υπάρχουσας εποπτείας, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Αιτία είναι η

αποκάλυψη σημαντικών ατασθαλιών στη διαχείριση και τον εποπτικό έλεγχο μεγάλων

πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Αν και οι προτάσεις για βέλτιστη πρακτική φαίνεται να έχουν υιοθετηθεί από τις

επιχειρήσεις στις περισσότερες χώρες, δεν είμαστε βέβαιοι για την ποιότητα της

συμμόρφωσης. Το ερώτημα που τίθεται στο σημείο αυτό είναι, κατά πόσο τελικά

αποδίδει στην πράξη η προσέγγιση «συμμόρφωση ή εξήγηση», η οποία προτείνεται

από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με άλλα λόγια, πράγματι συμμορφώνονται οι σύγχρονες

επιχειρήσεις ως προς το πνεύμα των αρχών και των συστάσεων βέλτιστης πρακτικής

ή, αντίθετα, αντιμετωπίζουν το νευραλγικό θέμα της εταιρικής διακυβέρνησης ως

συνώνυμο της καταναγκαστικής συμμόρφωσης;

Tips

H έννοια…

… της Εταιρικής Διακυβέρνησης είναι να σχεδιασθούν οι κατάλληλοι

μηχανισμοί, ώστε να ελέγχονται οι δραστηριότητες των μάνατζερ