* Θα σκουπίσουμε τα μέσα μας δάκρυα και θα περιμένουμε τον επόμενο

θρίαμβο ή την επόμενη τραγωδία, γράφαμε χθες, μέσα στο βαρύ αλλά και έντονο

κλίμα των ημερών. Δεν μπορούσαμε βέβαια να μαντέψουμε ότι ο επόμενος θρίαμβος

ήταν τόσο κοντά. Ή ότι θα ήταν τόσο σημαντικός για μας και για τον ελληνικό

αθλητισμό.

* Για μια φορά ­ μόλις δεύτερη μετά τη Βαρκελώνη ­ μοιραστήκαμε με τους

φιλάθλους όλου του κόσμου ένα αθλητικό γεγονός που αμέσως προσέλαβε στα μάτια

μας μυθικές διαστάσεις. Απίστευτη με βάση τα προ των αγώνων προγνωστικά, όχι

όμως με βάση την αγωνιστική λογική που ξετυλίχτηκε στις διαδοχικές κούρσες στο

Σίδνεϊ, η νίκη του Κεντέρη στο ολυμπιακό διακοσάρι ­ χρειάζεται να το

γράψουμε, ξανά και ξανά, για να το πιστέψουμε ­ ολοκληρώνει επιτέλους την

παρατεταμένη άνοιξη του ελληνικού στίβου. Από αυτή την άποψη, αλλά και από

άλλες, το όνομα του Κεντέρη πήρε ήδη μια θέση δίπλα στο όνομα της μεγάλης

Βούλας. Όπως εκείνη, έτσι κι αυτός υπήρξε πρωτοπόρος: ο ανεβασμένος ανδρικός

στίβος περίμενε πάντα τη βροντερή επιτυχία που θα τον έβγαζε οριστικά από τη

διεθνή αφάνεια και θα γέμιζε αυτοπεποίθηση μια ολόκληρη γενιά αθλητών ­ και

γι’ αυτό, ο αυστραλιανός σπόρος του Μυτιληνιού ταξιδεύει ήδη για να βρει και

στους άνδρες τους Θάνους και τους Τσιαμήτες του. Όπως η Πατουλίδου, έτσι κι ο

Κεντέρης ανέβαινε από κούρσα σε κούρσα κι έφτασε στον τελικό ­ μόνος λευκός

και τώρα και τότε ­ κοιτάζοντας στα μάτια τους αντιπάλους του και πιστεύοντας

στα πόδια του. Όπως εκείνη, έτσι κι αυτός εκμεταλλεύθηκε τη συγκυρία (η πτώση

της Ντίβερς μπορεί ετεροχρονισμένα να συγκριθεί με τον αλληλοαποκλεισμό, στους

αμερικανικούς αγώνες πρόκρισης, του Γκριν και του Τζόνσον), αλλά τη νίκη του

τη χρωστά μόνο στη δύναμη και τη σοφή τακτική του. Όπως η Βούλα, έτσι κι ο

Κώστας τίμησαν με σεμνότητα και γλυκύτητα τον θρίαμβό τους, με λόγια που

έβγαιναν από την καρδιά, όσο κι αν τη μια φορά η σπονδή ήταν στην Ελλάδα που

αντιστέκεται, ενώ τη δεύτερη στην Ελλάδα που πονάει.

* Μπορεί, λοιπόν, την Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2000 ο πιο συγκλονιστικός

τελικός στίβου της Ολυμπιάδας να ήταν αυτός του μήκους (με τον Πεδρόζο και τον

Αυστραλό πλέιμποϊ να παλεύουν άλμα άλμα ως τη συνάντηση του Κουβανού με την

ιστορία του), ωστόσο, στις εντεκάμισι το μεσημέρι, ο ηλεκτρισμός της μεγάλης

στιγμής ένωσε όλους τους Έλληνες. Είτε δουλεύαμε, είτε βλέπαμε τηλεόραση, είτε

αγαπάμε τον αθλητισμό είτε όχι, μάθαμε όλοι τα νέα στο δευτερόλεπτο και είμαι

σίγουρος ότι σκεφτήκαμε και ίσως αναφωνήσαμε, όπως πριν οκτώ χρόνια, την

περίφημη φράση της Βούλας. Μια άλλη Ελλάδα, η ίδια πάντα δίψα.