«Η αναζήτηση βινυλίων είναι ψυχανάλυση, είναι η διατήρηση της παιδικότητάς μας. Ολα μου τα λεφτά πήγαιναν πάντα σε δίσκους». Ο Κοσμάς Κοκκόλης είναι μουσικός, παίζει μπουζούκι, αλλά είναι και μανιώδης συλλέκτης δίσκων βινυλίου όλων των ρευμάτων. Κρατάει έναν του Λάκη Τζορντανέλι, πιο δίπλα ένας σπάνιος δίσκος όπου η Νάνα Μούσχουρη τραγουδάει τον «Επιτάφιο» σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη γίνεται μήλον της Εριδος για δύο μανιακούς του βινυλίου και το απόγευμα της Παρασκευής ο χώρος του Μηχανουργείου στον χώρο Τεχνόπολις στο Γκάζι θύμιζε απέραντο δισκάδικο. Οπως αυτό όπου γυρίστηκε η ταινία «High Fidelity» του Στίβεν Φρίαρς.

Γύρω μου εκατοντάδες δίσκοι 45 και 33 στροφών ακόμη και σε χάρτινα κιβώτια από μανάβικα, ο Iggy Pop να ουρλιάζει το «Ι wanna be your dog» από τα μεγάφωνα και ένα μελίσσι συλλεκτών και φανατικών οπαδών της μουσικής και του βινυλίου είχε φτάσει στον χώρο γεμίζοντας νάιλον σακούλες με δισκάκια όλων των μουσικών ρευμάτων.

Αφορμή για το πανηγύρι της μουσικής που κορυφώθηκε χθες ήταν το φεστιβάλ «Vinyl Is Back», που έγινε πρώτη φορά στην Αθήνα. Κάτι παραπάνω από παζάρι δίσκων, θα έλεγα, ακόμη μία επιβεβαίωση της τάσης για επιστροφή στο βινύλιο. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία, το 2012 πουλήθηκαν 5 εκατ. δίσκοι βινυλίου –επανεκτυπώσεις και νέες κυκλοφορίες –διεθνώς, με αύξηση 70% από το 2011. Εξάλλου, πλέον οι καλλιτέχνες επιλέγουν να κυκλοφορούν τον δίσκο τους και σε βινύλιο (από τον Ερικ Κλάπτον μέχρι τον Γιάννη Αγγελάκα), ενώ ακόμη και οι νεότερες γενιές των ακροατών που γνώρισαν ως εκδοχή του μουσικού υλικού μόνο τα CD ή τον συμπιεσμένο ήχο του MP3 φαίνεται να μυούνται και να επιστρέφουν στο «χρατς χρουτς» του πικάπ και στην κουλτούρα του παλιού καλού δίσκου.

Λάτρης του βινυλίου και ο διοργανωτής του φεστιβάλ, Δημήτρης Αντωνάκος, εκτός από συλλέκτης παλιών ελληνικών έντεχνων, δεν έπαυε στιγμή να τριγυρίζει στον χώρο όπου πάνω από τριάντα ιδιοκτήτες δισκάδικων και ιδιώτες είχαν ακουμπήσει την πραμάτεια τους ευλαβικά εν μέσω ψαγμένων διαλόγων για εξώφυλλα, χαμένους τίτλους, σπάνια σινγκλάκια και μπόλικες αναμνήσεις.

ΤΑ ΚΑΤΕΒΑΣΜΑΤΑ. «Είμαι οπαδός του βινυλίου. Αισθάνεσαι το μεράκι, θες να το μοιραστείς, βλέποντας και τι γίνεται διεθνώς αλλά και πώς εκφυλίζεται η μουσική βιομηχανία με το κατέβασμα από το Διαδίκτυο. Σήμερα που τα τραγούδια λέγονται tracks και κατεβαίνουν κατά χιλιάδες, σήμερα που νέες δουλειές καλλιτεχνών πουλιούνται στο περίπτερο, παράλληλα σημειώνεται διεθνώς μια τάση επιστροφής στο βινύλιο. Ετσι γεννήθηκε η ιδέα για μια έκθεση (όχι απλώς ένα παζάρι). Εμείς θέλουμε να συστήσουμε όλο το φάσμα του βινυλίου, αφού για να παίξεις ένα δίσκο πρέπει να έχεις και πικάπ, βελόνες, καθαριστικά και άλλα αξεσουάρ», είπε στα «ΝΕΑ» ο Δημήτρης Αντωνάκος, ενώ όλες άνθρωποι όλων των ηλικιών περνούσαν την πόρτα του χώρου, οι κουβέντες άρχιζαν από τους Stranglers και τέλειωναν στον Μπιθικώτση και δεκάδες δίσκοι άλλαζαν χέρια με ευλάβεια τελετουργίας.

«Το βινύλιο είναι μια μαγεία, μια διαδικασία που με κάνει συμμέτοχο. Δεν βάζω απλώς ένα στικάκι στο κομπιούτερ, πρέπει να διαλέξω τον δίσκο, να τον μυρίσω, να αγγίξω το εξώφυλλο, να καθαρίσω τη βελόνα, να είμαι εκεί γιατί τελειώνει η πλευρά και πρέπει να τον γυρίσω από την άλλη. Μέσα από τη σχέση με τον δίσκο μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της μουσικής, να εκτιμήσουμε τη δουλειά του καλλιτέχνη», συμπλήρωσε ο κ. Αντωνάκος. Στον χώρο έστησαν πάγκο και δισκογραφικές εταιρείες που σχεδιάζουν να κόψουν πάλι βινύλια, σε μια ανάποδη πορεία από την περιρρέουσα κρίση που χτύπησε τα πολυκαταστήματα των CD, τη διανομή και την κυκλοφορία δίσκων.

«ΕΙΝΑΙ ΗΡΩΕΣ». «Εδώ είναι όλοι ήρωες, φυλάνε Θερμοπύλες», μου έλεγε με νόημα ο Μιχάλης Καφαντάρης, σκηνοθέτης και βαθύς γνώστης του ροκ εν ρολ και του garage ροκ με πολλούς δίσκους. Δίπλα του ο Γιώργος Αθανασόπουλος είχε φέρει 500 δίσκους για πώληση ή ανταλλαγή και θυμήθηκε το πρώτο βινύλιο που απέκτησε: «Ηταν το 1982, το «Coda» των Led Zeppelin από μια κακή κριτική που είχα διαβάσει στο «Ποπ και Ροκ». Σήμερα έχω πέντε χιλιάδες βινύλια χωρίς να υπολογίζω τα σινγκλάκια. Με τα σωστά μηχανήματα ακούγεται καλύτερα. εξάλλου είναι και μεγαλύτερο το φορμάτ του δίσκου. Αποκτάς σιγά σιγά μια φετιχιστική σχέση», μας είπε, ενώ ο ροκαμπιλάς Ανδρέας Παναγόπουλος αγόραζε το «Oh Boy» του Buddy Holly.