Τα κέντρα δεδομένων αποτελούν την απαραίτητη υποδομή στην οποία βασίζονται όλες οι νέες τεχνολογίες, όπως είναι τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLM) τεχνητής νοημοσύνης (ΤΝ), π.χ. το ChatGPT και το DeepSeek, αλλά και η υπολογιστική νέφους (cloud computing), δηλαδή η online αποθήκευση δεδομένων. Χωρίς αυτά, οι τεχνολογίες αιχμής δεν μπορούν να λειτουργήσουν, καθώς έχουν ανάγκη να αντλούν και να παράγουν συνεχώς δεδομένα. Είναι, ουσιαστικά, τα «πνευμόνια» της 5ης Βιομηχανικής Επανάστασης που διανύουμε. Θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με δεξαμενές αποθήκευσης και φιλτραρίσματος του νερού σε ένα υδροδοτικό δίκτυο ή με μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο ηλεκτροδότησης.

Ωστόσο, η ανάπτυξή τους δεν έρχεται χωρίς προβλήματα. Πρώτον, πρόκειται για επενδύσεις που δεν συνεπάγονται σημαντικό αριθμό θέσεων εργασίας με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Αν και δημιουργούνται θέσεις στον κλάδο των κατασκευών για το χτίσιμο των κέντρων, αυτές έχουν ημερομηνία λήξης και είναι χαμηλής εξειδίκευσης. Η ίδια η λειτουργία των κέντρων απαιτεί έναν πολύ μικρό αριθμό εργαζομένων, όπως συμβασιούχοι τεχνικών ηλεκτρονικών υπολογιστών, που διασφαλίζουν ότι δεν υπάρχουν προβλήματα στους servers. Επομένως, η «παραγωγικότητα» των εν λόγω επενδύσεων παραμένει αμφίβολη.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που φέρνουν τα κέντρα δεδομένων, όμως, είναι η επιβάρυνση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας. Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης έχει αναθέσει στη συμβουλευτική εταιρεία PwC την εκπόνηση αναλυτικής μελέτης (θα ολοκληρωθεί ως τα τέλη του έτους) για τη φέρουσα ικανότητα του δικτύου ηλεκτροδότησης, ώστε να μπορεί να υπάρξει ένας «χάρτης» που θα απαντά στο ερώτημα πόσα κέντρα δεδομένων μπορεί να αντέξει η Ελλάδα, ποιες περιοχές έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να τα φιλοξενήσουν και ποιες είναι οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου. Κι αυτό διότι τα κέντρα απαιτούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας για να λειτουργήσουν και επιβαρύνουν υπέρμετρα το δίκτυο, κάτι που μπορεί να έχει συνέπειες στην ευστάθεια και την ποιότητά του, καθώς και στην τιμή της ενέργειας.

«Αγκάθι» οι υποδομές

Σύμφωνα με πηγές που έχουν εικόνα για το περιεχόμενο της μελέτης της PwC, το υπάρχον δίκτυο δεν μπορεί να «σηκώσει» περισσότερα κέντρα δεδομένων στην Αττική, ενώ αναμένεται να προτείνει και λύσεις για την αντιμετώπιση του κορεσμού του δικτύου ηλεκτροδότησης. Σε αυτό το πλαίσιο, το υπουργείο Ενέργειας επεξεργάζεται λύσεις ώστε τα κέντρα δεδομένων να μην τροφοδοτούνται από το κεντρικό δίκτυο, αλλά να έχουν συγκεκριμένες συμφωνίες αγοράς ενέργειας (Power Purchase Agreements, PPAs) με μονάδες παραγωγής, κυρίως Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).

Παρόμοια μελέτη, της οποίας τα αποτελέσματα θα συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση της PwC, έχει εκπονήσει ο ΑΔΜΗΕ. Η μελέτη αυτή έδειξε ότι το απαραίτητο «ηλεκτρικό απόθεμα» υπάρχει στη Δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία, όμως περιοχές όπως η Αττική πλησιάζουν το σημείο κορεσμού, με την ολοκλήρωση των ήδη προγραμματισμένων επενδύσεων. Συγκεκριμένα, στη Δυτική Μακεδονία μπορούν να εγκατασταθούν κέντρα δεδομένων συνολικής δυναμικότητας 700 MW και στη Θεσσαλία έργα ισχύος έως 650 MW. Ακολουθούν οι Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας, οι οποίες μπορούν να φιλοξενήσουν δραστηριότητες με συνολική δυνατότητα ισχύος έως 500 MW. Την εξάδα «κλείνουν» η Ηπειρος και η Δυτική Ελλάδα, με αθροιστική ικανότητα 400 MW.

Σημειώνεται πως ένα μικρό κέντρο δεδομένων χρειάζεται περίπου 200.000 κιλοβατώρες (kWh) ετησίως, ένα μεσαίου μεγέθους καταναλώνει περίπου 3.000.000 kWh και ένα μεγάλο, όπως αυτά των «υπερκλιμακωτών» μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας (Amazon, Google, Microsoft, OpenAI, Meta κ.λπ.), απαιτεί περίπου 200.000.000 kWh. Συγκριτικά, η συνολική κατανάλωση ενέργειας στην Ελλάδα υπολογίζεται σήμερα κοντά στις 47.000.000.000 kWh ετησίως, δηλαδή περίπου όσο 235 μεγάλα κέντρα δεδομένων. Ενα μέσο νοικοκυριό στην Ελλάδα καταναλώνει περίπου 5.000 kWh ετησίως. Δηλαδή, ένα μικρό κέντρο αντιστοιχεί σε περίπου 40 σπίτια, ένα μεσαίο σε 600 σπίτια και ένα μεγάλο σε 40.000!

Τα κέντρα δεδομένων απαιτούν και μεγάλες ποσότητες νερού, καθώς οι servers πρέπει να ψύχονται διαρκώς, είτε με ανεμιστήρες είτε με ψύκτες που λειτουργούν με νερό. Καθώς η κλιματική αλλαγή περιορίζει σημαντικά την επάρκεια του νερού σε ολόκληρο τον πλανήτη, και δη στα «hotspots» όπως είναι και η περιοχή της Μεσογείου, η εξασφάλιση των απαιτούμενων ποσοτήτων νερού για τα κέντρα δεδομένων αναδεικνύεται σε μεγάλη πρόκληση. Η χώρα μας άλλωστε αντιμετωπίζει σημαντικό πρόβλημα λειψυδρίας, γεγονός που βάζει σημαντικούς περιορισμούς στην περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου. Για αυτόν τον λόγο, προωθούνται λύσεις ανακύκλωσης, όμως δεν έχουν ακόμα αναπτυχθεί πλήρως.

Ο αντίλογος της ανάπτυξης

Ωστόσο, οι υποστηρικτές της ανάπτυξης των κέντρων δεδομένων στην Ελλάδα – και σε άλλες χώρες – αντιτείνουν ότι μπορούν να λειτουργήσουν ως επιταχυντές της οικονομικής ανάπτυξης, προσελκύοντας (παραγωγικές) επενδύσεις τεχνολογικών εταιρειών που ωφελούνται από αυτά, π.χ. με τη δημιουργία γραφείων. Αυτή η προσέγγιση βασίζεται στο γεγονός ότι η ταχύτητα επεξεργασίας των δεδομένων εξαρτάται και από την απόσταση από τα κέντρα. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν στα «ΝΕΑ» ότι στόχος είναι να φιλοξενούνται γύρω από το «οικοσύστημα» των κέντρων δεδομένων μεγάλες εταιρείες του τεχνολογικού κλάδου, αλλά και να εξυπηρετούν επιχειρήσεις από κοντινές στην Ελλάδα χώρες, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και τα ΗΑΕ – κάτι που δίνει εξαγωγική δυναμική στον κλάδο.

Πάντως, οι περισσότερες επενδύσεις σε κέντρα δεδομένων παγκοσμίως δεν έχουν φέρει, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Τα περισσότερα βρίσκονται σε περιοχές με χαμηλούς δείκτες ανάπτυξης σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης. Στις ΗΠΑ, που φιλοξενούν τα περισσότερα κέντρα δεδομένων στον κόσμο (5.381), η μεγαλύτερη συγκέντρωση παρατηρείται στην Πολιτεία της Βιρτζίνια, όπου έχει χτίσει τις υποδομές της η Amazon Web Services. Ωστόσο, η πολιτεία δεν έχει προσελκύσει παραγωγικές επενδύσεις από τους «γίγαντες» της τεχνολογίας, που διατηρούν τα γραφεία τους σε Σαν Φρανσίσκο, Νέα Υόρκη και Σιάτλ.

Με βάση αυτό, οι επικριτές διακρίνουν τον κίνδυνο ενός νέου μοντέλου «αποικιοκρατίας» σε περιοχές του κόσμου με μικρή οικονομική ανάπτυξη που θα φιλοξενούν τις βαριές υποδομές των νέων τεχνολογιών, χωρίς να επωφελούνται από αυτές.

Πόσα θα επιβιώσουν;

Παράλληλα, ολοένα μεγαλύτεροι είναι οι φόβοι για το επερχόμενο σκάσιμο της φούσκας της ΤΝ, το οποίο πολλοί αναλυτές των χρηματοοικονομικών αγορών βλέπουν να πλησιάζει επικίνδυνα. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι εν λόγω τεχνολογίες δεν θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται ή ότι δεν θα αλλάξουν τον τρόπο που ζούμε – ήδη το κάνουν. Ομως, τα ποσά που έχουν επενδυθεί στις εταιρείες του κλάδου είναι υπέρογκα και θεωρείται βέβαιο ότι οι περισσότερες εξ αυτών δεν θα επιβιώσουν μακροπρόθεσμα.

Το ίδιο ισχύει και για τις επενδύσεις για την κατασκευή κέντρων δεδομένων, που αυξάνονται διαρκώς και αναμένεται να ξεπεράσουν τις αντίστοιχες για την κατασκευή γραφείων στις ΗΠΑ μέσα στην επόμενη διετία. Η συμβουλευτική εταιρεία McKinsey εκτιμά ότι μεταξύ 2025 και 2030 οι τεχνολογικές εταιρείες παγκοσμίως αναμένεται να επενδύσουν συνολικά περίπου 6,7 τρισ. (!) δολάρια σε κέντρα δεδομένων, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στην αυξανόμενη ζήτηση. Ενα ενδεχόμενο σκάσιμο της φούσκας θα σημαίνει ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις μπορεί να μείνουν κυριολεκτικά «στα σκαριά», αφήνοντας πίσω τους «πτώματα» κέντρων δεδομένων.

Στην Ελλάδα

Επενδύσεις 10 δισ. και 18-20 κέντρα ως το 2030

Τα 10 δισ. ευρώ ενδέχεται να ξεπεράσουν οι συνολικές επενδύσεις σε κέντρα δεδομένων (data centers) στην Ελλάδα μέσα στα επόμενα χρόνια, με την ανακοίνωση νέων έργων να γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό από κυβερνητικά στελέχη και ΜΜΕ. Η Ελλάδα έχει θέσει ως στόχο τη μετατροπή της σε κόμβο πράσινης ενέργειας και ψηφιακών υπηρεσιών και «ποντάρει» εδώ και αρκετά χρόνια στα κέντρα δεδομένων. «Δεν έχω κρύψει τη φιλοδοξία μου σε πέντε χρόνια ο κλάδος της τεχνολογίας να συμμετέχει κατά 10% στο ΑΕΠ της πατρίδας μας» είχε δηλώσει ο Πρωθυπουργός το 2022, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο κέντρο δεδομένων Athens 3 στο Κορωπί – το μεγαλύτερο κέντρο δεδομένων σε λειτουργία στη χώρα.

Η ΔΕΗ έχει προγραμματίσει τη μεγαλύτερη μέχρι στιγμής επένδυση, στον χώρο του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού (ΑΗΣ) στον Αγιο Δημήτριο Κοζάνης. Πρόκειται για ένα κέντρο δεδομένων μεγάλης κλίμακας (mega data center) ισχύος 300 μεγαβάτ (MW), το οποίο ενδέχεται να μετεξελιχθεί σε δεύτερο χρόνο σε «γιγαντιαίο» κέντρο δεδομένων (giga data center) ισχύος 1.000 MW. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, επαρκούς ζήτησης από τους λεγόμενους «υπερκλιμακωτές» (hyperscalers), δηλαδή τις μεγάλες – κυρίως αμερικανικές – εταιρείες τεχνολογίας. Η εν λόγω επένδυση θα κοστίσει 2,3 δισ. ευρώ στην πρώτη φάση και θα φτάσει τα 8 δισ. αν εφαρμοστεί το σχέδιο μεγέθυνσης. Η επένδυση συνεπάγεται και τη δημιουργία μιας μονάδας φυσικού αερίου 100 MW δίπλα στο κέντρο δεδομένων, επίσης με προοπτική ενίσχυσης.

Επιπλέον, η ΔΕΗ προχωρά μαζί με την DAMAC από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα την ανάπτυξη ενός ακόμα κέντρου δεδομένων στα Σπάτα, ισχύος 12,5 MW σε πρώτη φάση, που έχει τη δυνατότητα να φτάσει τα 25 MW. Η επένδυση υπολογίζεται στα 150 εκατ. ευρώ. Στην ίδια περιοχή (Σπάτα και Κορωπί) αναπτύσσει και η Microsoft το δικό της σύμπλεγμα τριών κέντρων για την υποστήριξη των υπηρεσιών νέφους και ΤΝ της. Η επένδυση, που βρίσκεται σε φάση κατασκευής, αγγίζει το 1 δισ. ευρώ. Επίσης, στην Παιανία κατασκευάζεται, με επένδυση 300 εκατ. ευρώ, το σύμπλεγμα δύο κέντρων δεδομένων της Data4, ευρωπαϊκής (γαλλικής, αρχικά) εταιρείας ανάπτυξης κέντρων που ελέγχεται πλέον από καναδικά κεφάλαια. Εξάλλου, προωθείται η κατασκευή του «εθνικού υπερυπολογιστή» με το όνομα «Δαίδαλος», που θα υποστηρίζεται από μεγάλο κέντρο δεδομένων και θα «τροφοδοτεί» το εργοστάσιο ΤΝ «Φάρος» στο Λαύριο, ένα από τα 13 τέτοια συγκροτήματα που αναπτύσσει η ΕΕ. Η επένδυση υπολογίζεται ότι θα ανέλθει σε περίπου 60 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο, το πιο προχωρημένο έργο είναι αυτό της αμερικανικής Digital Realty στο Κορωπί. Η Digital Realty πραγματοποιεί επενδύσεις 400 εκατ. ευρώ, με τρία κέντρα δεδομένων μικρού και μεσαίου μεγέθους (Athens 1, Athens 2 και Athens 3) στην Αττική και ένα στο Ηράκλειο της Κρήτης που ήδη είναι σε λειτουργία. Το επόμενο διάστημα αναμένεται να εγκαινιαστεί το τέταρτο κέντρο της εταιρείας στην Αττική (Athens 4), ενώ προγραμματίζεται ακόμα ένα στην πρωτεύουσα (Athens 5).

Παράλληλα, σε λειτουργία βρίσκονται και άλλα μικρά και μεσαία κέντρα δεδομένων, που λειτουργούν επιχειρήσεις όπως η Edgenex, η CloudRock και η Sparkle. Μέχρι το 2030, αναμένεται να είναι σε λειτουργία 18-20 κέντρα δεδομένων στην Ελλάδα.

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Vidcast: Στα Σχοινιά