Ενα «φθινόπωρο μεταρρυθμίσεων» είχε εξαγγείλει ο γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, μετά τις πρώτες 100 ημέρες της κυβέρνησής του, στις οποίες αφιερώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην εξωτερική πολιτική. Ο Μερτς είχε υποσχεθεί την «επάνοδο» της Γερμανίας στην Ευρώπη και στη διεθνή σκηνή και το έκανε πράξη.

Στην εσωτερική πολιτική σκηνή, ωστόσο, η εικόνα της κυβέρνησής του όχι μόνον δεν ήταν η αναμενόμενη, αλλά οι πρώτες 100 ημέρες αφήνουν πολλά περιθώρια βελτίωσης του κλίματος και της συνεργασίας των δύο κυβερνητικών εταίρων. Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) και Σοσιαλδημοκράτες (SPD) ήθελαν πάση θυσία να αποφύγουν την εικόνα ενδοκυβερνητικών συγκρούσεων και παράλυσης που χαρακτήριζαν τον τρικομματικό συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων – Φιλελευθέρων και οδήγησαν στην πρόωρη διάλυση της προηγούμενης κυβέρνησης του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Ολαφ Σολτς. Εξασφάλισαν την οικονομική βάση διακυβέρνησης με τη συμφωνία δύο «Ειδικών Ταμείων», μισό τρισ. για τις αμυντικές και άλλο μισό για τις δημόσιες επενδύσεις.

Αλλά τα προβλήματα της συγκατοίκησης σε έναν γάμο από ανάγκη και όχι από έρωτα βγήκαν γρήγορα στην επιφάνεια με αφορμή την επιλογή δικαστών στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο. Η ευάλωτη στις πιέσεις της Ακροδεξιάς, Χριστιανική Ενωση ακύρωσε την εκλογή της συνταγματολόγου Φράουκε Μπρόσιους-Γκέρνστορφ, εξαιτίας των προοδευτικών της θέσεων για την αποποινικοποίηση των αμβλώσεων και την απαγόρευση του AfD.

Η αντιπαράθεση ανέδειξε τις ιδεολογικές διαφορές των δύο κυβερνητικών εταίρων. Ο ανεπαρκής χειρισμός του κοινοβουλευτικού ηγέτη της Χριστιανικής Ενωσης, Γιενς Σπαν, στελέχους με έντονα συντηρητικό προφίλ, προκάλεσε σοβαρό τραύμα στον κυβερνητικό εταίρο, τους Σοσιαλδημοκράτες και στη συνοχή του συνασπισμού ήδη στα πρώτα βήματα της κυβέρνησης.

Επανεκκίνηση της κυβέρνησης

Ενα νέο ξεκίνημα επιχειρούν τώρα οι κυβερνητικοί εταίροι της κυβέρνησης Μερτς δρομολογώντας το «φθινόπωρο των μεταρρυθμίσεων». Για να μην επαναληφθούν προηγούμενα λάθη, οι κοινοβουλευτικές ηγεσίες Χριστιανοδημοκρατών, Χριστιανοκοινωνιστών και Σοσιαλδημοκρατών αποσύρθηκαν για ένα διήμερο το Βίρτσμπουργκ της Βαυαρίας για να καθορίσουν τις προτεραιότητες της επόμενης περιόδου.

Επικοινωνιακά οι τρεις κοινοβουλευτικοί ηγέτες, Γιενς Σπαν (CDU), Αλεξάντερ Χόφμαν (CSU) και Ματίας Μιρς (SPD) επιχείρησαν να αποκαταστήσουν την εικόνα αρμονίας. Μα το «φθινόπωρο των μεταρρυθμίσεων» προβλέπεται θερμό. Η επιδιωκόμενη αρμονία της συνεργασίας, ακόμα και η συνοχή του κυβερνητικού συνασπισμού του Μερτς θα δοκιμαστούν κυρίως στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων του κοινωνικού κράτους. Σ’ αυτό συγκρούονται δύο διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις των κυβερνητικών εταίρων: αφενός των Σοσιαλδημοκρατών, για τους οποίους η διαφύλαξη του κοινωνικού κράτους είναι μέρος του DNA και όρος ύπαρξης του κόμματος και αφετέρου των Χριστιανοδημοκρατών CDU-CSU που έχουν κάνει σημαία τον περιορισμό του.

Κόντρες για το κοινωνικό κράτος

«Στο SPD φοβούνται ότι CDU και CSU θέλουν να διαλύσουν το κράτος πρόνοιας. Στο CDU/CSU φοβούνται ότι το SPD θέλει να αποτρέψει οποιαδήποτε μεταρρύθμιση του κράτους πρόνοιας. Και όλοι φοβούνται τους ψηφοφόρους», σχολίασε η εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ».

«Το κοινωνικό κράτος που έχουμε σήμερα δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί με αυτά που παράγει η οικονομία της χώρας», τόνιζε πρόσφατα ο χριστιανοδημοκράτης Φρίντριχ Μερτς. Αποδέκτης είναι η συμπρόεδρος του SPD, Μπέρμπελ Μπας, η οποία ως υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιο με τον μεγαλύτερο προϋπολογισμό. Προβλέπεται ότι θα αυξηθεί από 190 δισεκατομμύρια ευρώ σε 219 δισ. ευρώ έως το 2029 εξαιτίας της συνταξιοδότησης της γενιάς των «μπούμερ». Το CSU θέλει επίσης επέκταση της σύνταξης των μητέρων, που θα κοστίζει 5 δισ. ευρώ ετησίως.

Αυτά δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν χωρίς μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους. Το CDU/CSU οραματίζεται ένα είδος Ατζέντας 2030, με σταδιακό πέρασμα στη συνταξιοδότησης στα 70 και ενίσχυση της ιδιωτικής ασφάλισης, την ώρα που το SPD προειδοποιεί ότι δεν θα δεχτεί υπερβολικά ριζοσπαστικά βήματα.