Μια ιστορία προδοσίας και αμφισβήτησης, σε μια χώρα ταλαιπωρημένη από την καταπίεση του κομμουνιστικού καθεστώτος, διαχειρίζεται ο (κατ’ αρχάς ηθοποιός) Γιαν Μαντλ στην τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του «Τα κύματα της άνοιξης» (Vlny, Δημοκρατία της Τσεχίας / Σλοβακία, 2024). Τα κύματα, εδώ, έχουν διπλή σημασία αφού πέρα από την αλληγορική διάσταση του τίτλου η ιστορία αναφέρεται στα ερτζιανά, τα κύματα του ραδιοφώνου, το οποίο το 1967 (χρονιά αφετηρίας της δραματουργίας στην ταινία) αποκτούσε νέο πρόσωπο στην Τσεχοσλοβακία, μέσω του έγκριτου, ακέραιου δημοσιογράφου Μάρτιν Βίνερ (Στάνισλαβ Μάιερ). Κεντρικός ήρωας της ιστορίας ο Τομάς (Βόιτεκ Βοντοτσόφσκι), ένας νεαρός που προσπαθεί να παραμείνει πολιτικά αμέτοχος αλλά τελικά, παρά τη θέλησή του, αναγκάζεται να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Βίνερ, ο οποίος αποπειράται τολμηρές για την εποχή εκπομπές, όπως η κατάργηση του μονοπωλίου των ειδήσεων (από ένα και μόνο πρακτορείο – της Μόσχας). Ο Γιαν Μαντλ έχει στο μυαλό του κάτι παρόμοιο με γνωστές, σύγχρονες ταινίες που ασχολήθηκαν με ιστορίες γύρω από την εποχή του Σιδηρού Παραπετάσματος – ενδεικτικά αναφέρω τις «Ζωές των άλλων» και τη «Γέφυρα των κατασκόπων». Η αφήγησή του είναι στρωτή και άμεση, ο στόχος του ξεκάθαρος, οι περιστροφές απουσιάζουν. Ματιά ευθύβολη, κινηματογράφηση ελκυστική – ορισμένες στιγμές νομίζεις ότι παρακολουθείς ταινία του Τάσου Μπουλμέτη. Μια και με το παραπάνω αξιέπαινη σε όλα παραγωγή που μάλιστα, μιλώντας για την ελευθερία του λόγου, αποκτά μια πολύ επίκαιρη εικόνα, σε μια εποχή που σε κάποιες δημοκρατικές χώρες όπως (ειρωνικά) η Αμερική αυτή η ελευθερία δείχνει να φθίνει. Διόλου τυχαίο που φέτος υπήρξε η επίσημη πρόταση της Τσεχίας στις υποψηφιότητες των Οσκαρ στην κατηγορία της διεθνούς ταινίας.


Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ