Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Τρεις εστίες κινδύνου απειλούν την οικονομία και απαιτούν άμεσες, δραστικές και ολιστικές παρεμβάσεις από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για να αποφευχθούν νέες και επώδυνες περιπέτειες για επιχειρήσεις και νοικοκυριά και να σπάσουν τα «αποστήματα» στην παραγωγική βάση της χώρας.
Η πρώτη και μεγαλύτερη απειλή έχει να κάνει με την «αιμορραγία» στην πραγματική οικονομία που προκαλεί η μετάλλαξη της πανδημίας. H παράταση και τα κυλιόμενα lockdown χωρίς ορατό τον χρόνο εξόδου από την κρίση κρατούν την οικονομία κολλημένη στο τέλμα καθώς επιτείνουν τα πλήγματα στην αγορά και στα εισοδήματα.
Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Ολα δείχνουν ότι χάνεται οριστικά ο στόχος για ανάπτυξη 4,8% το 2021. Με τα σημερινά δεδομένα και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει υποτροπή και διαιώνιση των κραδασμών μετά τον Απρίλιο, ο πήχης κατεβαίνει στην περιοχή του 3,5%. Επισημαίνεται ότι ο νέος σχεδιασμός του υπουργείου Οικονομικών τοποθετεί τη λήξη του συναγερμού στο πρώτο 15ήμερο του Μαΐου. Σε αντίθετη περίπτωση, το 2021 θα σημαδευτεί από υποτονική ανάπτυξη κάτω από 1%. Το βέβαιο πάντως είναι ότι το πρώτο τρίμηνο του έτους η ύφεση θα κινηθεί αισθητά υψηλότερα από το 10% και πάντως χειρότερα από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων της Κομισιόν, οι απώλειες στην οικονομία δεν θα αναπληρωθούν ούτε το 2022 καθώς το ΑΕΠ σε απόλυτους αριθμούς θα είναι χαμηλότερο κατά 5,6 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019. Ειδικότερα, το ΑΕΠ στο τέλος του 2021 θα διαμορφωθεί στα 177,822 δισ. ευρώ, όταν το 2019 είχε κλείσει στα 183,413 δισ. ευρώ. Δηλαδή το «έλλειμμα» στον παραγόμενο πλούτο της χώρας θα είναι 5,591 δισ. ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι το ρολόι θα γυρίσει στο 2019 από το 2023.
Μάλιστα, η πρόσφατη έκθεση της ΕΕ με τις χειμερινές προβλέψεις δείχνει ότι η Ελλάδα το 2020 είχε τη δεύτερη μεγαλύτερη ύφεση στην ΕΕ με ποσοστό 10%, μετά την Ισπανία με 11%, την ώρα που ο μέσος όρος στην ευρωζώνη ανήλθε στο 6,8% και στην ΕΕ στο 6,3%.
ΚΛΕΙΔΙ Η ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ. Ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας δεν κρύβει τον προβληματισμό του για τις εξελίξεις σημειώνοντας ότι «η βασικότερη πηγή ανησυχίας είναι ο χρόνος επανόδου της οικονομικής λειτουργίας στην πλήρη κανονικότητα. Οσο μεγαλύτερο είναι αυτό το διάστημα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αρνητική επίπτωση στον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα μάλιστα εάν επηρεαστεί σε σημαντικό βαθμό η τουριστική περίοδος».
Την ίδια ώρα, βραδυφλεγή βόμβα για την οικονομία και την κοινωνία αποτελεί το συνεχώς διογκούμενο ιδιωτικό χρέος που πνίγει νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το «βουνό» των «κόκκινων οφειλών» προς το Δημόσιο, τις τράπεζες και άλλους φορείς έχει φθάσει στα 235 δισ. ευρώ, ενώ λόγω της στενότητας στην αγορά και της συρρίκνωσης των εισοδημάτων εκτιμάται ότι θα εκτιναχθεί σε πάνω από 250 δισ. ευρώ. Από τον τρόπο διαχείρισης και εξυπηρέτησης των χρεών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η έκταση των πτωχεύσεων και των απολύσεων εργαζομένων αλλά και ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που βαρύνουν τους ισολογισμούς των τραπεζών.
Είναι επιτακτική ανάγκη η διευκόλυνση των οφειλετών που θα αποτρέψει μαζικά φαινόμενα στάσης πληρωμών με αλυσιδωτές παρενέργειες στον παραγωγικό ιστό της χώρας, στα δημόσια οικονομικά και στην αγορά εργασίας.
Τέλος, ανησυχητικές και υπονομευτικές για την επανεκκίνηση της οικονομίας είναι οι καθυστερήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ενεργοποίηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, με το χρονοδιάγραμμα για τις εκταμιεύσεις να πηγαίνει όλο και αργότερα. Για τη χώρα μας το Ταμείο αποτελεί τη βασική κινητήρια δύναμη για την ανάκαμψη, καθώς η συμβολή του στη μεγέθυνση του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης του 2,5%.
Το σκηνικό στην οικονομία μοιάζει με ναρκοπέδιο και εδώ ακριβώς θα δοκιμαστούν τα «αντανακλαστικά» και η ικανότητα της κυβέρνησης να σχεδιάζει και να παρεμβαίνει αποτελεσματικά.