Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Οι καταναλωτές «τρίβουν τα χέρια τους», αλλά η οικονομία απειλείται. Δύο αντίθετες όψεις της υποχώρησης του γενικού επιπέδου τιμών, φαινόμενο που μετά τα «πέτρινα χρόνια» των μνημονίων εμφανίστηκε εκ νέου τον περασμένο Απρίλιο με το ξέσπασμα της πανδημίας. Μάλιστα τον Δεκέμβριο του 2020 εντάθηκε ακόμα περισσότερο καταγράφοντας ρεκόρ έτους της τάξης του 2,3%.
Ο αποπληθωρισμός δημιουργεί ευφορία στα νοικοκυριά αφού ενισχύει την αγοραστική δύναμη και καθιστά φθηνότερο το κόστος ζώης, ωστόσο η παρατεταμένη διάρκειά του εγκυμονεί πολλαπλούς κινδύνους για τα ίδια και την παραγωγική βάση της χώρας. Η διάχυτη ψυχολογία της ανασφάλειας μετουσιώνεται σε αναβολή αγορών και η προσδοκία για περαιτέρω μείωση των τιμών ενισχύει το καθοδικό σπιράλ.
Το σκηνικό θυμίζει σκύλο που δαγκώνει την ουρά του.
Σε ένα επεξηγηματικό κείμενο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα περιγράφει με παραστατικό τρόπο τη νοοτροπία των καταναλωτών. «Αν έχετε βάλει στο μάτι έναν καινούργιο καναπέ, αλλά γνωρίζετε ότι μετά από λίγο καιρό θα πέσει η τιμή του, τότε το πιο πιθανό είναι να περιμένετε». Σε περίπτωση που η αναβολή των αγορών προσλάβει μαζικές διαστάσεις, οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους. Η συρρίκνωση της δραστηριότητας θα τις «στεγνώσει» από ρευστότητα και θα τις υποχρεώσει σε οικονομίες κλίμακας με συμπίεση του λειτουργικού και μισθολογικού κόστους. Με άλλα λόγια, περικοπές αποδοχών ή μειώσεις προσωπικού ή συνδυαστικά και τα δύο.
Επιπρόσθετα κάποιοι δεν θα αντέξουν την κρίση και μοιραία θα «πτωχεύσουν».
Η μείωση των εισοδημάτων και η αύξηση της ανεργίας, πέραν των κοινωνικών αναταράξεων, θα πλήξουν την ήδη αναιμική ιδιωτική κατανάλωση. Με δεδομένο ότι η εσωτερική ζήτηση αποτελεί την κινητήρια δύναμη του ΑΕΠ, η οικονομία θα εγκλωβιστεί σε τροχιά επιβράδυνσης.
Η αλυσίδα των παρενεργειών έχει και άλλους κρίκους.
Τα νοικοκυριά εξαιτίας της οικονομικής στενότητας δεν θα μπορούν να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο ή και τις τράπεζες, πράγμα που θα οδηγήσει σε μια νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλών και κόκκινων δανείων. Παράλληλα, σύμφωνα με τους αναλυτές, θα υπάρξει ακύρωση και μαζική εκροή επενδύσεων και κλείσιμο της τραπεζικής στρόφιγγας για δανειοδότηση επιχειρήσεων και ιδιωτών.
Ο ιός θα προσβάλει και τα δημόσια ταμεία. Τα φορολογικά έσοδα θα υποχωρήσουν λόγω της πτώσης των εισοδημάτων και του παγώματος των συναλλαγών και θα στενέψουν τα περιθώρια του Δημοσίου για χρηματοδότηση κοινωνικών και επενδυτικών δαπανών και για άρση του φορολογικού βάρους, ενώ ίσως απαιτηθεί και περικοπή δαπανών.
Οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ σημειώνουν ότι «η πτώση των τιμών μπορεί να ηχεί καλή στ' αφτιά των καταναλωτών. Και πράγματι μπορεί να είναι καλή αν πρόκειται απλώς για μείωση των τιμών ορισμένων μόνο ειδών. Για παράδειγμα, τις τελευταίες δεκαετίες οι τιμές πολλών ηλεκτρονικών συσκευών, όπως φορητοί υπολογιστές και τηλέφωνα, έχουν μειωθεί, κυρίως λόγω της καινοτομίας, η οποία καθιστά δυνατό τον περιορισμό του κόστους παραγωγής. Ωστόσο μια συνεχιζόμενη ευρείας κλίμακας πτώση των τιμών σε όλη την οικονομία, η οποία δεν οφείλεται σε βελτιώσεις στην παραγωγή, δεν είναι και τόσο θετική εξέλιξη. Κι αυτό γιατί μπορεί να οδηγήσει σ' ένα σπιράλ μειώσεων των τιμών».
Συμπερασματικά, όσο γρηγορότερα σπάσει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και της πτώσης των τιμών, τόσο καλύτερα για την οικονομία.
Η κυβέρνηση θα πρέπει με ταχείς και «παραγωγικές» παρεμβάσεις να δώσει ισχυρή ώθηση σε κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία και αναπτυξιακό αποτύπωμα και να διαλύσει τις ομίχλες του φόβου και της αβεβαιότητας σε όλο το φάσμα της οικονομίας.