Πώς το έλεγαν οι πολιτικοί που έχαναν στις δημοσκοπήσεις; Η καλύτερη δημοσκόπηση είναι η κάλπη. Αλλά να που τώρα μπορούν να το πουν οι δημοσκόποι που κέρδισαν στις κάλπες: Η καλύτερη δημοσκόπηση είναι η δημοσκόπηση. Η δημοσκόπηση που δεν γίνεται για να δώσει στον μελλοντικό ηττημένο μια εικόνα εκλογικής ευφορίας που δεν υπάρχει, αλλά για να κερδίσει το στοίχημα της πρόβλεψης.

Αν αυτή τη φορά κερδήθηκε το στοίχημα, κερδήθηκε σαν πράξη εκδίκησης. Κανένας πολιτικός δεν συμπαθεί τις δημοσκοπήσεις και ακόμη περισσότερο δεν τις συμπαθούν εκείνοι που χάνουν. Αλλά κανένας από εκείνους που έχαναν δεν αντιμετώπισε στο παρελθόν τις δημοσκοπήσεις όχι απλώς σαν αναποτελεσματικά εργαλεία ανάλυσης αλλά σαν εργαλεία ύποπτα για χειραγώγηση. Κανένας δεν έδωσε το κίνητρο στους δημοσκόπους να κερδίσουν το στοίχημα όχι ως επιστήμονες αλλά ως κατασυκοφαντημένος κλάδος.

Εχει τη σημασία του ότι την μπαγκέτα της κατασυκοφάντησης κρατούσε ένας παλιός συνάδελφός τους που απέκτησε στο Μαξίμου αρχιερατικό ρόλο δημοσκοπικού συμβούλου. Και έχει τη σημασία του ότι αυτός ο αρχιερέας απέτυχε παταγωδώς στις προβλέψεις του ή, ακόμη χειρότερα, θυσίασε το επιστημονικό του κύρος στη δημιουργία εκείνης της εκλογικής ευφορίας που δεν υπάρχει. Εχει σημασία, δηλαδή, εάν ο Βερναρδάκης συκοφάντησε τους παλιούς του συναδέλφους με υλικό την προσωπική του αποτυχία ή εάν μετατράπηκε σε ένα είδος δημοσκοπικού γελωτοποιού για να ευχαριστήσει τον άρχοντά του.

Εχει νόημα να μετρηθεί η συμβολή του Βερναρδάκη στην επίπλαστη αυτοπεποίθηση με την οποία περιέβαλε ο Τσίπρας τον εαυτό του; Στην αντιαισθητική αλαζονεία με την οποία αντιμετώπισε τον Μητσοτάκη; Οχι ασφαλώς. Αξίζει να μετρηθεί όμως ο βαθμός που επηρέασε τις επιλογές των ψηφοφόρων αυτή η επίπλαστη αυτοπεποίθηση και αυτή η αντιαισθητική αλαζονεία. Οχι μόνο για να κερδίσουν ακόμη ένα στοίχημα οι κατασυκοφαντημένοι δημοσκόποι. Αλλά κυρίως για να μάθει ένα κόμμα δημοσκοπικών γελωτοποιών να διαβάζει τις δημοσκοπήσεις. Για να καταλάβει επιτέλους γιατί έχασε.