Η ιδέα που πέταξε την περασμένη εβδομάδα έπεσε σαν βόμβα. Και προκάλεσε ένα κύμα ζήλειας στον ακαδημαϊκό κόσμο της χώρας. «Γιατί να μην το έχω σκεφτεί εγώ;» είπαν όλοι από μέσα τους. Κι όμως, είναι τόσο απλό: για κάθε έλληνα επιστήμονα που έχει μεταναστεύσει στην Ευρώπη, και έχει αποκτήσει τις ειδικότητες που θέλουν οι Γερμανοί κι οι Βρετανοί «με τα λεφτά τα δικά μας», να πληρώσουν οι χώρες αυτές ένα τέλος. Οχι πολλά, κανένα χιλιάρικο το κεφάλι. Επί ένα εκατομμύριο μετανάστες, αμέσως αμέσως μαζεύτηκε ένα δισεκατομμυριάκι.

Ενας αντίστοιχος φόρος είχε προταθεί πριν από χρόνια για τις ελληνικές λέξεις που χρησιμοποιούν οι ξένοι, οι οποίοι αντί να μας αποζημιώνουν γιατί τους κατεβάσαμε από τα δέντρα στην πραγματικότητα μας απομυζούν. Η ιδέα όμως εκείνη ήταν φιλόδοξη και δύσκολο να εφαρμοστεί. Ετσι, ο Κώστας Δουζίνας χαμήλωσε λίγο τον πήχη και περιόρισε τις απαιτήσεις. Εντάξει, σας χαρίσαμε τη γλώσσα μας, αλλά όχι και τη νεολαία μας!

Περιέργως, ούτε αυτή η επαναστατική πρόταση είχε διεθνή απήχηση. Ισως να φταίει η ατολμία μας. Η υποτίμηση των δυνάμεών μας. Ή η δουλικότητα της κυβέρνησης απέναντι στους δανειστές. Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν επανέλαβε έτσι το εύρημά του στις δηλώσεις του που δημοσιεύτηκαν χθες στην Guardian. Εμεινε μόνο στην επίσημη εκκίνηση της διαδικασίας για τη διεκδίκηση των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία. Δυνατό, αλλά κάπως passé.

Ή μήπως όχι; Mήπως, αντιθέτως, η σημερινή συγκυρία ευνοεί πράγματι την επαναφορά ενός θέματος που «ψυχολογικά εξακολουθεί να μας πονάει»; Πρώτον, όπως είπε ο βουλευτής, βγήκαμε πια από τα Μνημόνια, πάψαμε να δανειζόμαστε από την ΕΕ και το Βερολίνο, οπότε έχουμε τα χέρια ελεύθερα. Δεύτερον, βρίσκουμε τη Μέρκελ στα κάτω της, ύστερα από δύο διαδοχικές εκλογικές ήττες. Ευκαιρία λοιπόν να δείξουμε ποιοι είμαστε.

Θα μπορούσαμε να σκεφτούμε διάφορες στρατηγικές. Να εκμεταλλευτούμε, ας πούμε, την αναθέρμανση των ελληνορωσικών σχέσεων χάρη στο ταξίδι του Πάνου Καμμένου και να επιστρατεύσουμε ως συνήγορο των δίκαιων απαιτήσεών μας τον πρόεδρο Πούτιν. Ο Δουζίνας θα μπορούσε όμως να αξιοποιήσει και την πείρα του από τη Βρετανία, στην οποία έχει ζήσει και διδάξει. Αν ας πούμε υπαινισσόταν, ως πρόεδρος τόσο της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων του ελληνικού Κοινοβουλίου όσο και του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, ότι είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε την εκστρατεία για τον επαναπατρισμό των Ελγινείων, που στο κάτω κάτω δεν αποφέρουν εύκολο και γρήγορο χρήμα, εφόσον η κυβέρνηση της Τερίζα Μέι δείξει για τις πολεμικές μας αποζημιώσεις ανάλογο ζήλο μ’ εκείνον για το Brexit;

Ετσι κι αλλιώς η οικονομία δεν τραβάει. Κι επειδή πλησιάζουν εκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγκη κάπου να πατήσει, πρέπει επειγόντως να επιστρατεύσει το ελληνικό δαιμόνιο. Ξέρετε, αυτό που ο Κίσινγκερ έβαλε σκοπό της ζωής του να συντρίψει.