Υστερα από συνεργασίες με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τον Διονύση Σαββόπουλο και τον Ρόμπερτ Ουίλσον, σπουδές εικαστικών και σκηνοθεσίας, ο Ευριπίδης Λασκαρίδης πρόσθεσε στο βιογραφικό του και την επισήμανση «υποσχόμενο ταλέντο» όταν το 2017 το γερμανικό περιοδικό χορού «Tanz» ξεχώρισε την περφόρμανς του «Relic». Το «Relic» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2015 στη Βαρκελώνη, στο Aerowaves Spring Forward Festival, συστήνοντας στο διεθνές κοινό το παράδοξο και ταυτόχρονα τρυφερό σύμπαν του. Μέχρι σήμερα, η παράσταση ταξίδεψε σε 19 χώρες και 38 πόλεις και έχει παρουσιαστεί σε 40 διεθνή φεστιβάλ. Το «Relic» θα επιστρέψει αρχές φθινοπώρου στην Αθήνα και το μοναχικό πλάσμα που κινείται μέσα σε ένα κοστούμι – γλυπτό θα ανέβει στη σκηνή του Πτι Παλαί στο Παγκράτι στις 24 Σεπτεμβρίου. Οι επόμενοι, καλοκαιρινοί μήνες θα είναι μια παύση από αυτόν τον ξεχωριστό ρόλο για τον σκηνοθέτη και περφόρμερ, ο οποίος μέσα από την αφθονία ερεθισμάτων επεξεργάζεται τη σύγχρονη ανθρώπινη κατάσταση.

Το «Relic» με ακολουθεί, αλλά όχι σαν σκιά. Περισσότερο σαν παλιός φίλος που εμφανίζεται κάθε φορά σε ένα άλλο θέατρο, σε ένα άλλο πλαίσιο. Ακόμη κι όταν κλείσει, στο τέλος του χρόνου, ο δεκαετής αυτός κύκλος της διεθνούς περιοδείας του – έπειτα από όλα αυτά τα ταξίδια ανά τον κόσμο από το 2015 ως και σήμερα – πιστεύω πως θα συνεχίσει να με ακολουθεί. Σαν ένα έργο – κάψουλα στην πορεία μου, που περιέχει μέσα του όλα τα μετέπειτα. Σαν ένα ωραίο birthmark.

Από την πρώτη μου περφόρμανς θυμάμαι την αδρεναλίνη και την αγωνία, μαζί με την αίσθηση μιας παιδικής σκανταλιάς. Ενιωθα πως αυτό που κάνω είναι κάτι πολύ πολύ σημαντικό και ταυτόχρονα μια πολύ μεγάλη πλάκα. Και βέβαια εκείνη τη μοναδική αίσθηση ελευθερίας που έχει κανείς όταν δοκιμάζει να παίξει έξω απ’ τα όρια που επιβάλλουν οι κανόνες. Σαν να πετάγεσαι στο κενό και να εμπιστεύεσαι ότι θα πέσεις στα μαλακά.

Ειδικά στο «Relic», το κοστούμι είναι ασφυκτικό. Δυσκολεύομαι να ανασάνω και να δω. Είναι ένα κοστούμι – κορσές αλλά και ένα κοστούμι – θαύμα, κυρίως γιατί το έχει σχεδιάσει ο ευφυής και μοναδικά ταλαντούχος Αγγελος Μέντης. Σίγουρα μου αρέσει να κρύβομαι μέσα στις φιγούρες των ρόλων μου – όσο περισσότερο, τόσο το καλύτερο για το έργο, νομίζω.

Οταν είμαι σπίτι στην Αθήνα, έχω μια καθημερινή ρουτίνα. Και είναι απλή. Μετά το πρωινό, ένα τηλέφωνο με συνεργάτη για τα ζητούμενα της ημέρας, δουλειά στον υπολογιστή, μερικές εξωτερικές υποχρεώσεις, γυμναστήριο το απόγευμα και πίσω στο σπίτι για ξεκούραση – εκτός αν πάω να δω θέατρο ή σινεμά. Στις περιοδείες, τα πράγματα είναι πολύ πιο σφιχτά: μες στο θέατρο για να στήσουμε το έργο και να κάνουμε πρόβες κυριολεκτικά από το πρωί ως το βράδυ, με ένα μπρέικ για μεσημεριανό και άλλο ένα για βραδινό.

Δημιουργία νομίζω ότι είναι η μάχη που δίνουμε για να γεννηθεί κάτι νέο. Το θάρρος να πιστεύεις σε κάτι που ακόμη δεν υπάρχει, αλλά επιμένεις πως πρέπει να υπάρξει. Και να το κυνηγάς, παρά τις δυσκολίες – γιατί δεν είναι εύκολο να δημιουργείς στην περιοχή της σύγχρονης τέχνης και να συνεχίζεις να επιμένεις.

Το σώμα μπορεί να είναι άλλοτε δοχείο ή οχυρό. Στη δική μου περίπτωση, όπου ντύνω τους χαρακτήρες μου και τους μεταμορφώνω, το σώμα είναι σίγουρα ένα οχυρό – με όλα τα προσθετικά, τα μέικ απ, τις περούκες και τα σκηνικά αντικείμενα που λειτουργούν ως προέκταση της μορφής. Αλλά ταυτόχρονα είναι και δοχείο, με την έννοια ενός φορέα – κάτι που κουβαλά μνήμες, εμπειρίες, την αίσθηση της πιθανότητας για κάτι εξαιρετικό, όπως τα επιτεύγματα ενός ακροβάτη, αλλά και την αίσθηση του φθαρτού, του πεπερασμένου. Αυτή η διπλή του φύση είναι που το κάνει μέσο αποκάλυψης πάνω στη σκηνή.

Δεν διαβάζω αν δεν έχω άνεση χρόνου. Μέσα στον χειμώνα σέρνω 4-5 βιβλία από ‘δώ κι από ‘κεί, τα πιάνω και τα αφήνω. Το καλοκαίρι όμως βρίσκω τον χρόνο και διαβάζω. Αυτό που έχει σειρά τώρα είναι το «Χιούμορ» του Τέρι Ιγκλετον.

Δεν ξέρω αν ένας στίχος ή ένα σύνθημα – ατάκα έχει μεγαλύτερη δυναμική και αγγίζει το κοινό. Αλλά θα σας πω κάτι που μου έχει κάνει μεγάλη εντύπωση. Στα έργα μου μιλώ μια ακατάληπτη γλώσσα. Στο «Elenit» υπήρχε μόνο μία φράση που ακουγόταν καθαρά: «Ποιο είναι το πρόβλημά σου;» – σε μορφή πρόζας και τραγουδιστά, στα ελληνικά και σε διάφορες άλλες γλώσσες, σαν πλάκα προς το κοινό. Εξι χρόνια μετά, κάποιοι με σταματούν και μου το τραγουδάνε – κι ας μη θυμούνται καν τη μελωδία: «What is your problem?». Αρα, ίσως ο συνδυασμός να είναι το μυστικό. Χα χα.

Ο φόβος είναι παραγωγικό στοιχείο δημιουργίας, αρκεί να μη σε παραλύει. Θέλει φόβο αλλά και θράσος μαζί – με τον φόβο όμως να έχει πάντα, έστω και λίγο, το πάνω χέρι. Είναι σύμμαχος, όταν είναι απλώς «λίγο παρών». Η μάχη μαζί του, νομίζω, είναι που μας οδηγεί στο απρόβλεπτο.