Γνωρίζουμε από την καθημερινή μας εμπειρία πως κάτι που επαναλαμβάνεται, παύει να είναι τυχαίο. Τούτο ακριβώς είναι και το νόημα του «κοινωνικού γεγονότος» όπως πρώτος το εισήγαγε στις αρχές του εικοστού αιώνα ο ιδρυτής της κοινωνιολογίας Εμίλ Ντιρκέμ. Τούτων ρηθέντων, η δημόσια – λίγους μήνες πριν – εξομολόγηση του Ιλον Μασκ σχετικά με τον αυτισμό του, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα: κατ’ αρχάς γιατί μπορεί να υπογραμμίσει τους ανοικτούς ορίζοντες στους οποίους, αντίθετα από ό,τι πιστεύαμε ως κοινωνία παλαιότερα, μπορούν να κινηθούν τα άτομα που βρίσκονται στο φάσμα. Κατά δεύτερο λόγο γιατί η «εξομολόγησή» του εγγράφεται σε έναν μεγάλο κύκλο ανάλογων παρεμβάσεων που συνιστούν ίσως το δεύτερο μεγαλύτερο (μετά το αντίστοιχο της σεξουαλικής προτίμησης) coming-out της εποχής μας.
Είναι τούτο θετικό; Αναμφίβολα ναι, για λόγους που δείχνουν τόσο αυτονόητοι ώστε οτιδήποτε πει κάποιος επ’ αυτού φαντάζει φλυαρία. Το πραγματικά ενδιαφέρον στην περίπτωση αυτή στοιχείο ωστόσο βρίσκεται αλλού: στην ιδιόμορφη πολιτισμική μεταλλαγή που δείχνει να συνοδεύει τον καταιγισμό των σχετικών προσωπικών εξομολογήσεων, κάτι που μάλλον υπερβαίνει τη διεύρυνση της κοινωνικής ευαισθησίας για άτομα που αντιμετωπίζουν προφανείς δυσκολίες στην καθημερινή επικοινωνία τους και κοινωνική διάδραση. Ας μην είμαστε όμως απόλυτοι. Αναμφίβολα και τούτο ισχύει. Η στάση μας απέναντι στα άτομα που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού έχει αλλάξει, καθώς αξίες όπως η ενσυναίσθηση και η συμπερίληψη ανήκουν πια (και ευτυχώς) στο λεξιλόγιό μας, αδικίες που προσπερνούσαμε κάποτε αβρόχοις ποσί, σήμερα στηλιτεύονται πλέον και δικαίως. Πότε ξεκινάει η εξέλιξη αυτή; Οπως συμβαίνει με μεταλλαγές της αυτής ποιότητας είναι δύσκολο να βρει κανείς το «σημείο μηδέν», αν θέλαμε όμως να πιάσουμε από κάπου το νήμα, η επιτυχία που γνώρισε διεθνώς η ταινία «Ο άνθρωπος της βροχής» θα ήταν μια καλή επιλογή. Εκτοτε και σταδιακά ο αυτιστικός άρχισε να μεταβάλλεται από «βάσανο» για τον περίγυρό του σε μια συμπαθητική φιγούρα, αξιαγάπητη μέσα στις υπερβολές και τις ιδιαιτερότητές της, κάτι που η περσόνα του περίφημου Σέλντον Κούπερ στην τηλεοπτική The Big Bang Theory τράβηξε στα άκρα.
Η εξέλιξη αυτή ωστόσο, δηλαδή η επέκταση του αυτισμού ή του ενδιαφέροντος για τον αυτισμό στον δυτικό κόσμο, είναι πολύ βαθύτερη. Οπως υποστηρίζει ο Ολιβιέ Ρουά στο υπέροχο βιβλίο του Η ισοπέδωση του κόσμου. Η κρίση της κουλτούρας και η επικράτεια των κανονιστικών προτύπων (πρόσφατα εκδοθέν από το βιβλιοπωλείο της Εστίας σε μία μετάφραση-άθλο της Κικής Καψαμπέσκη) οι σύγχρονες κοινωνίες βιώνουν μία πρωτοφανή ακύρωση της έννοιας της κουλτούρας η οποία συνοδεύεται από την άνευ προηγουμένου στην ανθρώπινη ιστορία επέκταση της κωδίκευσης και των κανονιστικών προτύπων. Και οι δύο εξελίξεις, παρά το ότι εγγράφονται στις θεμελιακές αλλαγές που έφερε η παγκοσμιοποίηση, έχουν τις ρίζες τους στην πολιτισμική επανάσταση της δεκαετίας του εξήντα και ιδίως στη «στιγμή» του 1968 που σημάδεψε καθοριστικά την πορεία της κουλτούρας στον δυτικό κόσμο. Ο Ρουά δεν είναι ηθικολόγος, επομένως δεν θρηνεί την πτώση του «πολιτιστικού επιπέδου» στη συγχρονία όπως ίσως φανταζόταν ένας βιαστικός αναγνώστης. Αντίθετα. Μέλημά του είναι να καταδείξει πώς η κουλτούρα, ιδίως στην «ανθρωπολογική» εκδοχή, βρίσκεται σε αποδρομή και η υποχώρησή της, καινοφανής και δυναμική, είναι αυτή που καθορίζει τη νέα εποχή σε ένα τεράστιο φάσμα, από τα Globish ως την πορνογραφία και από τα μενού των εστιατορίων ως τα προφίλ των κοινωνικών δικτύων.
Σαφές έναντι του άρρητου
Τι είναι όμως η ανθρωπολογική κουλτούρα; Οπως ωραία αναδεικνύει ο συγγραφέας, είναι το ελάχιστο κοινό άρρητο που υπάρχει αγκυροβολημένο σε μία κοινωνία και το οποίο μοιράζονται από κοινού τα μέλη μιας κοινωνίας ανεξάρτητα από το αν βρίσκονται σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, στρώματα ή ομάδες συμφερόντων. Σήμερα το κοινά μοιρασμένο προφανές περιθωριοποιείται, η εποχή πριμοδοτεί το σαφές έναντι του άρρητου, τείνει να κωδικοποιεί όλα τα στάδια της κοινωνικής διάδρασης μην αφήνοντας τίποτα στην τύχη και επιχειρώντας τρόπον τινά να καταλογογραφήσει την κοινωνικότητα θέλοντας να ελέγξει τις «ανεπιθύμητες συνέπειες» της ανθρώπινης πράξης. Υπό την έννοια αυτή, το άρρητο είναι ανεπιθύμητο, γεννάει υποψίες, λειτουργεί ως μήτρα εν δυνάμει προβλημάτων. Το σφύριγμα ας πούμε σε μια γυναίκα που κάποτε ως «πολιτισμικό άρρητο» είχε τη σημασία της επιδοκιμασίας ή της έκφρασης θαυμασμού, σήμερα εύκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό ως μορφή σεξουαλικής επιθετικότητας ή και ήπιας κακοποίησης με εμφανώς έμφυλα χαρακτηριστικά.
Με την πολιτισμική προφάνεια να υποχωρεί, τη θέση της λαμβάνει η κωδίκευση (που εν προκειμένω επιβάλλει ιδίως σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται σε ό,τι κάποτε εννοούσαμε ως «φλερτ»), η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε επέκταση του κανονιστικού προτύπου σε πεδία που αγγίζουν τον πυρήνα της καθημερινής ζωής. Στην ακραία της μορφή η κωδίκευση οδηγεί σε περιορισμό του λεξιλογίου στα απολύτως απαραίτητα. Ο ψηφιακός βοηθός της κινητής τηλεφωνίας, όταν του απαντήσεις «βρίσκομαι» στην ερώτησή του αν βρίσκεσαι κοντά στο ρούτερ (το παράδειγμα πρόσφατο από την προσωπική μου εμπειρία), θα σου απαντήσει ότι δεν καταλαβαίνει και ότι πρέπει να του απαντήσεις με ένα «ναι» ή ένα «όχι». Η αποθέωση της κωδίκευσης. Ποτέ άλλοτε στην ανθρώπινη ιστορία οι κοινωνίες δεν επέβαλλαν στον εαυτό τους σε τέτοιο εύρος και μάλιστα οικειοθελώς, δηλαδή χωρίς εξωτερικούς εξαναγκασμούς, κανονιστικά πρότυπα όπως συμβαίνει σήμερα.
Πώς συνδέεται με όλα αυτά ο αυτισμός; Μα, ακριβώς επειδή στη νέα συνθήκη ο αυτισμός δείχνει να ταιριάζει τέλεια, καθώς εξακολουθεί μεν να αποσταθεροποιεί τον περίγυρο, ταιριάζει όμως υπέροχα με τις νέες μορφές κωδίκευσης. Για τον λόγο αυτόν ο αυτιστικός με τις ιδιαιτερότητές του, κυριότερη εκ των οποίων είναι η έλλειψη κατανόησης του άρρητου, το μέλημα για την ακρίβεια του λόγου και για τη συμφωνία μεταξύ λέξης και πράγματος, καθίσταται κατάλληλος για να χειριστεί καλά την κυρίαρχη τεχνική επικοινωνίας. Σταδιακά μεταβάλλεται στο πρότυπο και το ιδεώδες. Οπως επισημαίνει ο Ολιβιέ Ρουά: «Στο φάσμα του αυτισμού ανακαλύπτουμε ότι τα πάντα είναι κώδικας και ό,τι ήταν πρόβλημα κοινωνικοποίησης στη νέα κουλτούρα γίνεται προσόν. Ο αυτιστικός λατρεύει την κωδίκευση, η κοινωνικοποίηση φαντάζει δευτερεύουσα, κάθε πολυσημία, κάθε δεύτερος βαθμός, κάθε απόχρωση είναι πηγή λάθους. Ο “αυτιστικός τρόπος” συνεπώς κάνει τη δουλειά». Θα ήταν υπερβολή να υποθέσουμε ότι έχουμε ήδη μπροστά μας ξεδιπλωμένη μια εικόνα από το μέλλον;
Ο Κώστας Κατσάπης (kkats@panteion.gr) διδάσκει Πολιτισμική Ιστορία του μεταπολεμικού κόσμου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Δημόσια Ιστορία στο ΕΑΠ. Εχει συγγράψει και επιμεληθεί οκτώ βιβλία, με τελευταίο από αυτά το υβριδικό: Αυστραλία. Η επιστροφή (2024) από τις εκδόσεις Θεμέλιο.







