Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, η γαλλική βιομηχανία άρχισε να κάνει τις πρώτες της δοκιμές για την παραγωγή τεχνητού… χιονιού. Μετά από μισό αιώνα, εκείνοι οι πειραματισμοί τείνουν να γίνουν κανόνας, καθώς τόσο στη Γαλλία όσο και στον υπόλοιπο πλανήτη «winter is not coming».

Οι εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες για την εποχή, έχουν αναγκάσει σχεδόν το 1/3 των γαλλικών χιονοδρομικών να επιστρατεύσουν τα τελειοποιημένα πλέον «χιονοκάνονα». Με αυτά τα συστήματα, το χιόνι παράγεται με ψεκασμό μικροσταγονιδίων νερού σε ψυχρή ατμόσφαιρα, τα οποία στερεοποιούνται πριν πέσουν στο έδαφος, πλησιάζοντας τη συνοχή που έχει το συμπιεσμένο χιόνι. Η τεχνολογία χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο ως τακτικό εργαλείο για τη βελτίωση των συνθηκών στις πλαγιές.

Από το 2005 έως το 2016, η παραγωγή χιονιού αντιπροσώπευε το 20% των δαπανών των διαχειριστών των χιονοδρομικών κέντρων, αντιπροσωπεύοντας τον δεύτερο μεγαλύτερο τομέαδ πίσω από την αγορά νέων λιφτ του σκι. Σήμερα, αυτή η βιομηχανία δεν απορροφά μόνο την προσοχή των χειριστών σκι, αλλά και όλων των παικτών στον τομέα των χειμερινών σπορ.

Μεσιτικά γραφεία για διαμερίσματα που προσφέρουν εγκαταστάσεις «ski-in, ski-out» ταξιδιωτικοί πράκτορες που αναζητούν εγγυήσεις για τα πακέτα τους, αλπικές κοινότητες που ελπίζουν να κάνουν σκι για να επιστρέψουν στο χωριό τους.

Ωστόσο, αυτή η πρακτική, σύμφωνα με γαλλική έρευνα, δείχνει ότι η βιομηχανία χειμερινών σπορ είναι «κλειδωμένη» σε μια κατάσταση εξάρτησης από την παραγωγή χιονιού, με ολέθριες συνέπειες, περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές.

Το καλό σενάριο: Μια κλασική «εξάρτηση διαδρομής»

Οπωσδήποτε η επένδυση της Γαλλίας στη παραγωγή χιονιού έχει στηρίξει μια εποχιακή δραστηριότητα, εξαρτώμενη από τις καιρικές συνθήκες, η οποία εμφανίζει τα χαρακτηριστικά μιας βαριάς βιομηχανίας.

Ουσιαστικά, όπως οι Γάλλοι επιστήμονες που συνυπογράφουν άρθρο στο The Conversation, η ανάπτυξη ενός χιονοδρομικού κέντρου βασίζεται σε σημαντικές επενδύσεις κεφαλαίου, ιδίως για την ανανέωση της υποδομής αναβατήρα, με σταθερό κόστος που ενισχύει την αντοχή μιας επιχείρησης σε κινδύνους που την αλλαγή του καιρού. Επιπλέον, τώρα έρχεται η τεχνογνωσία και οι όλο και πιο εξελιγμένες τεχνικές για την κατασκευή χιονιού, καθώς και η ανάπτυξη των αποκλειστικών υπηρεσιών.

Έτσι, η γαλλική τουριστική βιομηχανία καταφέρνει να διατηρήσει μεγάλο κομμάτι της πίτας στην αγορά, όντας η 3η μεγαλύτερη στον κόσμο για χειμερινά σπορ, πίσω από τις ΗΠΑ και την Αυστρία, προσελκύοντας το 27% των διεθνών τουριστών σκι.

Υπολογίζεται ότι το 10% των Γάλλων συμμετέχει σε χειμερινά σπορ κάθε χρόνο, που αντιστοιχεί στο 7% των διανυκτερεύσεων των εγχώριων επισκεπτών στη μητροπολιτική Γαλλία. Επιπλέον, τα 250 χιονοδρομικά κέντρα της Γαλλίας εκτιμάται ότι θα διατηρήσουν περισσότερες από 120.000 θέσεις εργασίας.

Τα κακά νέα

Ωστόσο οι Γάλλοι επιστήμονες δεν κρύβουν την έντονη ανησυχία τους για τον φαύλο κύκλο που κρύβει αυτή τη γαλλική ευρηματικότητα. Οι επενδύσεις στη παραγωγή χιονιού που ωφελούν τα χειμερινά σπορ, οδηγεί σε μια επικίνδυνη εξειδίκευση της γαλλικής οικονομίας.

Αυτός ο κίνδυνος υπερβολικής εξειδίκευσης μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις ορεινές περιοχές στο σύνολό τους, καθώς εμποδίζουν τα βήματα προς στη διαφοροποίηση των οικονομιών των Άλπεων, κάτι στο οποίο μαστίζει την Ελλάδα.

«Έτσι σχηματίζεται ένας φαύλος κύκλος – η μεροληψία για επένδυση σε εξοπλισμό χιονιού δεσμεύει πόρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ξεκινήσει η μπάλα να κυλά προς την τελική μετάβαση. Αυτό απαιτεί μια συντονισμένη οικονομική και θεσμική απάντηση. Ίσως το κράτος να έχει έναν ρόλο να παίξει τώρα, να βοηθήσει αυτές τις περιοχές να απεξαρτηθούν από την εξάρτηση από το σκι –και μάλιστα από τον τουρισμό συνολικά– εν μέσω της πραγματικότητας της κλιματικής και περιβαλλοντικής αλλαγής» αναφέρουν οι Γάλλοι επιστήονες.

Πράγματι, οι περιβαλλοντικές συνέπειες αυτής της μεθόδου δεν θα μπορούσαν να μην είναι σοβαρές καθώς είναι πραγματικά «ρουφήχτρα» νερού.

Ενδεικτικά, τον Σεπτέμβριο του 2023, ο δήμαρχος της Λα Κλυζά μιας γαλλικής κοινότητας στο νομό της Άνω Σαβοΐας, στη διοικητική περιοχή της Ωβέρνης-Ρον-Αλπ, αποφάσισε να αναστείλει την κατασκευή μιας δεξαμενής που θα παρείχε σε μεγάλο βαθμό νερό για την παραγωγή χιονιού, μετά από χρόνια διαμαρτυριών από περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Παρά την άνοδο αυτής της τεχνολογίας και την τεχνική πρόοδο που έχει σημειωθεί, η αλλαγή των καιρικών συνθηκών, λόγω κλιματικών αλλαγών είναι ένας περιοριστικός παράγοντας. Η διαδικασία δημιουργίας χιονιού δεν απαλλάσσει τους χειριστές από περιορισμούς, όπως η ανάγκη για θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν και η εξάρτηση από άφθονη παροχή νερού.

Τώρα, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής μειώνουν το βάθος της κάλυψης του χιονιού καθώς και τις ευκαιρίες παραγωγής χιονιού. Παρόλο που οι μελλοντικοί κλιματικοί παράγοντες κινδυνεύουν να περιορίσουν την αποτελεσματικότητα της παραγωγής χιονιού, η απομάκρυνση από αυτήν φαίνεται δύσκολη για τον τομέα των χειμερινών σπορ.

Μια τέτοια επιστημονική προειδοποίηση, ίσως θα έπρεπε να ακουστεί και στην Ελλάδα που στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στον τουρισμό, ειδικά το καλοκαίρι.