Μετά από δύο sold out σεζόν στο Εθνικό Θέατρο, το «Ξύπνα Βασίλη» σε σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη, η παράσταση-επιτυχία που έδωσε νέα πνοή στην αγαπημένη διαχρονική σάτιρα του Δημήτρη Ψαθά, προστίθεται στο καλλιτεχνικό πρόγραμμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και παρουσιάζεται τη σεζόν 2021-2022 στο Θέατρο Ιλίσια.

Γνωστός για την ευρηματική ματιά του, τη σύζευξη σύγχρονων μουσικών τάσεων και οπτικής τεχνολογίας, και την ψυχαναλυτική και υπαρξιακή ανάγνωση των κειμένων, ο Άρης Μπινιάρης καταθέτει εδώ μια ατμοσφαιρική παράσταση σε 60’s διάθεση που αναδεικνύει και απογειώνει τις αρετές του έργου, αποκρυπτογραφεί το ιδιότυπο ύφος του συγγραφέα, που μιλά για τα «σοβαρά» μπλέκοντας το γέλιο με τον προβληματισμό, και φωτίζει μοναδικά τη συνάφεια του έργου με το σήμερα.

Η πετυχημένη συνταγή που παρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο έρχεται ανανεωμένη στο Θέατρο Ιλίσια με ένα εξαιρετικό καστ: Λαέρτη Μαλκότση, Ελένη Ουζουνίδου, Άνδρη Θεοδότου, Γιώργο Παπαγεωργίου, Ηλία Μουλά, Λυδία Τζανουδάκη, Μαντώ Γιαννίκου, Θανάση Ισιδώρου, Γιάννη Λατουσάκη.

Η ιστορία του έργου ξεκινάει από τα γραφεία του εκδοτικού οίκου Φαρλάκου. Ο Βασίλης, συντηρητικών πολιτικών φρονημάτων, και ο Μάνος, προοδευτικών, συγκρούονται για τις συνθήκες εργασίας, αλλά και για το περιεχόμενο των βιβλίων που εκδίδονται. Σημείο αιχμής για την πνευματική διαμάχη, ο ποιητής Φανφάρας και η στρατευμένη συντηρητική ποίησή του. Πολύ γρήγορα όμως η τύχη τα φέρνει έτσι ώστε οι πολιτικές πεποιθήσεις των δύο συναδέλφων αλλάζουν και οι καταστάσεις που ακολουθούν δοκιμάζουν τους ήρωες.

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου, η Ελένη Ουζουνίδου, η Άνδρη Θεοδότου και ο Λαέρτης Μαλκότσης μιλούν στα «Νέα» για την παράσταση, το διαχρονικό έργο του Ψαθά και τους ποιητές Φανφάρες της εποχής μας.

 

 Μετά από δύο σεζόν που η παράσταση παρουσιάστηκε στο Εθνικό, πόσο εξελίσσεται στο νέο της ανέβασμα; 

Γιώργος Παπαγεωργίου: Καταρχάς η ανανέωση έρχεται από τη νέα διανομή, η οποία αποτελείται από συναδέλφους που γνωριζόμαστε, έχουμε δουλέψει στο παρελθόν και εκτιμάει ο ένας τον άλλον πολύ. Κατά δεύτερον ο πυρήνας της παράστασης, η «θεατρική παρτιτούρα» που διατρέχει το έργο, παραμένει σταθερή καθώς  το ζητούμενο είναι τόσο ο φρενήρης ρυθμός όσο και το πολιτικό σχόλιο του έργου να διατηρηθούν και να αναδειχθούν και φέτος. Προσωπικά, μου ήταν αδύνατον να αντισταθώ στο να ερμηνεύσω ξανά τον ποιητή Φανφάρα, καθώς είναι από τους πιο αγαπημένους μου ρόλους που έχω κάνει. Και επίσης ήθελα πολύ να ξαναβρεθώ με το θίασο και τον Άρη Μπινιάρη. Ειδικά μετά από όλο αυτό που έχουμε περάσει, είχαμε νομίζω όλοι την ανάγκη για ένα αντάμωμα και ένα γλέντι. Όπως και έγινε τελικά ξανά στις πρόβες.

Ελένη Ουζουνίδου: Ακολουθούμε αυστηρά την πρώτη παρτιτούρα της παράστασης και την υπηρετούμε ευλαβικά και οι τέσσερις ηθοποιοί που κάνουμε τις αντικαταστάσεις.

Άνδρη Θεοδότου: Το νέο αυτό ανέβασμα αντιμετωπίζεται με το ίδιο κέφι και την ίδια φρεσκάδα του πρώτου εκείνου ανεβάσματος. Αυτό αντιλαμβάνομαι από τις πρόβες που εξελίσσονται τώρα. Σε αυτή την παράσταση που θα επαναληφθεί αισίως στο Θέατρο Ιλίσια έχω τη χαρά και την τύχη να κάνω αντικατάσταση στο ρόλο της κυρίας Φαρλάκου. Ο Άρης κράτα την ίδια γραμμή, αφήνοντας εμάς που είμαστε τα νέα μέλη της ομάδας, να έχουμε μια ελευθερία ψαξίματος ρόλου μέσα στα πλαίσια της σκηνοθετικής του γραμμής.

Λαέρτης Μαλκότσης: Δεν είχα δει την πρώτη εκδοχή και γι’ αυτό δεν γνωρίζω.

Συναντάει η δική σας προσέγγιση στο έργο του Ψαθά, την κινηματογραφική της παρουσίαση που είναι η πιο διάσημη;

Γ.Π. Δεν θα το έλεγα. Νομίζω ότι η θεατρική απόδοση έχει κάποια κοινά με την κινηματογραφική, περισσότερο όμως όσον αφορά το κεντρικό πρόσωπο του έργου, τον «Βασίλη», ο οποίος ως χαρακτήρας παραμένει το κέντρο ενός «Τρελοκομείου» γύρω του. Κατά τα άλλα, ειδικά στην παράσταση, οι υπόλοιποι  χαρακτήρες έχουν γίνει πιο ακραίοι, φτιάχνοντας έναν κωμικό κώδικα πιο μοντέρνο.

Ε.Ο. Σίγουρα συναντάει τον κόσμο του κινηματογράφου!

Α.Θ. Είναι μια νέα και φρέσκια ματιά. Όλα ακολουθούν και τηρούν πιστά ένα ρυθμό. Το κείμενο, τα μηνύματα και οι προβληματισμοί που πρεσβεύει δεν αλλάζουν. Αλλάζει όμως ο τρόπος επικοινωνίας τους με το κοινό. Βρισκόμαστε εν έτη 2021 αλίμονο αν μέναμε στη δεκαετία των ’60 και αντιμετωπίζαμε την τέχνη με τον ίδιο τρόπο. Όλα προχωρούν.

Λ.Μ. Δεν έχω ξαναδεί την ταινία, εδώ και πολλά πολλά χρόνια, για ευνόητους λόγους.

Η μουσική και η οπτική τεχνολογία που επιστρατεύονται στην παράσταση, τι αποτέλεσμα δίνουν;

 Γ.Π. Είναι απαραίτητοι πυλώνες της παράστασης. Δε λειτουργούν καθόλου συμπληρωματικά, κάθε άλλο, έχουν ισάξια θέση με τις ερμηνείες. Χωρίς την τεχνολογία και την ζωντανή μουσική, αυτή η παράσταση δε θα ήταν η ίδια.

Ε.Ο. Δίνουν το αποτέλεσμα μιας περίεργης και πολύ ενδιαφέρουσας οπερέτας!

Α.Θ. Ένα άρτιο και καινοτόμο αποτέλεσμα.  Η τεχνολογία είναι ρεύμα της εποχής μας. Η μουσική κατευνάζει ψυχή και σώμα.  Εξάλλου αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που συνέβαλαν και τα δυο στην επιτυχία της παράστασης.  Σε αυτό αναφερόμουν προηγουμένως όταν τόνισα πως  όλα προχωρούν. Ευτυχώς.

Λ. Μ. Αυτό θα ήταν προτιμότερο να μας το απαντήσουν οι θεατές που θα έρθουν στην παράσταση.

Όταν καταπιαστήκατε με το έργο, ποια στοιχεία ανακαλύψατε που ίσως να μην τόσο προφανή και σας εντυπωσίασαν;

 Γ.Π. Προσωπικά μου αποκαλύφθηκε το πολιτικό υπόβαθρο του έργου, το οποίο δεν το είχα καταλάβει όταν είχα δει παλιά την κινηματογραφική εκδοχή. Ίσως έχει να κάνει με το ότι είδα την ταινία μικρός, γιατί απέφυγα να την δω όταν είχαμε αρχίσει από την πρώτη χρονιά κιόλας τις πρόβες. Είναι έργο ακραία  σατυρικό, πανέξυπνα γραμμένο, το θεωρώ ίσως το καλύτερο του συγγραφέα.

Ε.Ο. Η ρυθμολογία του κειμένου που βεβαίως αναδεικνύει με ευφυέστατο τρόπο, κατά την προσωπική άποψη, ο Άρης Μπινιάρης, αυτό το σούπερ ταλαντούχο πλάσμα!

Α.Θ. Το κείμενο έχει μια καθαρή γραμμή και μια ακόμα πιο καθαρή δομή. Δεν κρύβεται πίσω από κανένα δάκτυλο. Αυτό και μόνο είναι λόγος για να εντυπωσιάσει οποιονδήποτε έρθει σε επαφή μαζί του.

Λ.Μ. Τα στοιχεία που ανακάλυψα και με εντυπωσίασαν είναι η γραφή, η ευφυΐα και η τεχνική, συνολικά.

Τι μηνύματα στέλνει για το σήμερα το κείμενο του Ψαθά; 

 Γ.Π. Το χρήμα πολύ εμίσησαν. Το πολύ χρήμα ουδείς.

Ε. Ο. Το κείμενο είναι βαθιά υπαρξιακό, θέτει ερωτήματα, για το τι είναι ευτυχία και πώς μπορεί να την αποκτήσει κανείς.

Α.Θ. Διαχρονικότατο κείμενο. Η αιώνια πάλη μεταξύ συντηρητισμού και προόδου.

Λ.Μ. Το βιβλίο του Ψαθά είναι με έναν τρόπο το σήμερα. Ο νοών νοείτω.

Η ατμόσφαιρα των 60s που ζωντανεύει στην παράσταση, πόσο ωραία είναι;

 Γ.Π. Είναι η αφορμή για να βουτήξουν ηθοποιοί και θεατές σε μια αισθητική που επιτρέπει τα πάντα.

Ε.Ο. Δεν αναβιώνουμε την δεκαετία του 60. Είναι σαν να την ονειρευόμαστε και στα όνειρα δεν είναι όλα πάντα ωραία. Μπορεί να είναι και λίγο πιο γκροτέσκικα.

Α.Θ. Στο θέατρο είναι υπέροχη αυτή η αύρα των ’60. Ζεις μια ζωή, σκηνικά εφήμερη, που την λατρεύεις. Προσωπικά είμαι ευτυχής που απολαμβάνω τον 21 αιώνα με τις όποιες δυσκολίες του. Βασικό προτέρημα που κερδήθηκε η  ελευθερία του να έχουμε γνώμη και άποψη σαν πολίτες της χώρας που ζούμε χωρίς να φοβόμαστε.

Λ.Μ. Είναι πολύ κοντά στην ατμόσφαιρα που βιώνουμε σήμερα. Είναι αβάσταχτη και ανυπόφορη.

Τα σοβαρά στο έργο λέγονται μέσα από το χιούμορ για να προβληματίσει το κοινό. Πόσο εύκολο είναι όλο αυτό;

 Γ.Π. Όταν αυτό συμβαίνει με έξυπνο τρόπο, δεν υπάρχει περίπτωση να αποτύχει. Για μένα, στη συγκεκριμένη κωμωδία ο Ψαθάς κατάφερε μέσα από το χιούμορ του να γίνει δηκτικός, βαθύς και ταυτόχρονα ανάλαφρος σαν να ήξερε πως να χειριστεί απόλυτα το υλικό του, ώστε να πετύχει τον δραματουργικό στόχο του.

Α.Θ. Πολλές φορές και σήμερα επικαλούμαστε το χιούμορ για να περάσουμε μια γνώμη, μια άποψή ένα συμβάν. Να προβληματίσουμε τον συνομιλητή μας. Το έργο δεν κάνει κάτι καινοτόμο πάνω σε αυτό. Χρησιμοποιεί καθαρά το χιούμορ είτε ως μέσο σχολιασμού, είτε για να περάσει μηνύματα. Ήξερε πολύ καλά ο Ψαθάς πώς να  πλασάρει το χιούμορ. Μαέστρος. Σφάζει με βαμβάκι… το χιούμορ του.

Ε. Ο. Αυτός είναι κι ο τρόπος του θεάτρου να επικοινωνεί με το κοινό, έμμεσα κι ανάποδα! Μπορεί να μην είναι εύκολο, αλλά σίγουρα είναι η δουλειά μας.

Λ.Μ. Ευτυχώς στο θέατρο τίποτα δεν είναι εύκολο.

Στο έργο συγκρούονται τα αριστερά και τα δεξιά άκρα. Πόσο μοιάζουν και πόσο διαφέρουν μεταξύ τους;

 Γ.Π. Θεωρητικά μπορεί να μοιάζουν και σε πολλές περιπτώσεις έχουν παρόμοια αποτελέσματα. Όμως η αφετηρία είναι εντελώς διαφορετική. Τα δεξιά άκρα θέλουν να επιβληθούν. Τα αριστερά όχι.

Ε.Ο. Όχι, δεν συγκρούονται τα άκρα. Συγκρούονται δυο κόσμοι: οι συντηρητικοί και οι προοδευτικοί. Είναι ένα εύρημα του Ψάθα, για να μιλήσει όπως έγραφα και πιο πάνω, για αλλά θέματα. Τι είναι ευτυχία, πόσο επηρεάζεται απ’ την ύπαρξη ή την απόκτηση χρημάτων, τι σημαίνει διανόηση, τίτλος, κοινωνική αναγνώριση.

Α.Θ. Αυτή είναι μια συζήτηση που σηκώνει σελίδες ανάλυσης. Δεν είναι δυνατόν μέσα σε δυο γραμμές να αναφερθείς στα υπέρ και τα κατά ή σε ομοιότητες και διαφορές. Δεν απέχω από την πολιτική ζωή του τόπου μου, ούτε του τόπου που ζω. Είμαι ενεργός πολίτης, με άποψη. Καλύτερα ελάτε να δείτε την παράστασή μας και ας γίνει τροφή για σκέψη και ενδοσκόπηση.

Λ.Μ. Δεν έχω ασχοληθεί με τη σύγκρουση των αριστερών και δεξιών άκρων, γιατί θα μπερδευτώ και θα συγχυστώ.

Ποιητές Φανφάρες συναντάμε και στις μέρες μας γύρω μας;

Γ.Π. Φυσικά! Αλλά δεν έχουν καθόλου πλάκα.

Ε.Ο. Ε, ναι! Έχουμε ψευτοδιανοούμενους! Κι όχι μόνο καλλιτέχνες, αλλά και πολιτικούς και δημοσιογράφους.

Α.Θ. Κάθε μέρα, κάθε στιγμή, κάθε εποχή κατακλύζεται από φανφάρες.

Λ.Μ. Φυσικά και συναντάμε ποιητές Φανφάρες σήμερα. Το θεωρώ αυτονόητο. Ως επί το πλείστον σε όλο το διαδίκτυο.

Μετατοπίζεται τελικώς η ιδεολογία του ατόμου ανάλογα με την κοινωνική και οικονομική του εξέλιξη;

 Γ.Π. Δυστυχώς. Και καμία φορά το ίδιο συμβαίνει και όσο μεγαλώνει κανεις. Όσοι επιμένουν να είναι επαναστάτες στα γεράματα, είναι οι πραγματικοί επαναστάτες. Οι άλλοι που σταματάνε στα 30, έχουν απλά νεύρα ως έφηβοι.

Ε.Ο. Όπως έδειξε και δείχνει η ιστορία, εξαρτάται απ’ τον άνθρωπο κι απ’ την ειλικρίνεια και την ευαισθησία του.

Α.Θ. Θέλει απάντηση τώρα αυτό;;

 Λ.Μ. Υποθέτω πως ναι και όχι. Προσωπικά εμένα δεν με έχει απασχολήσει.