Η Λι Μπους, μια διδακτορική φοιτήτρια αμερικανικών σπουδών και ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, έχει ένα… ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον. Από το 2014, καταγράφει τα τελετουργικά των μεγαλύτερης ηλικίας μελών της γκοθ κοινότητας του Μέριλαντ, στην οποία ανήκει και η ίδια. Υπόθεση της έρευνάς της είναι ότι «η συμμετοχή στη γκοθ υποκουλτούρα προτείνει μια εναλλακτική στη γήρανση μέσω της κουλτούρας».

Με άλλα λόγια, ότι υπάρχει ένας καλύτερος, πιο… γκοθ τρόπος να γεράσεις και να αντιμετωπίσεις τις προκλήσεις που φέρνει στο δρόμο σου η ζωή. Είναι μια υπόθεση με την οποία ασχολήθηκε και στο πλαίσιο της διπλωματικής της, ενώ πέρσι άρχισε να συμμετέχει σε ψηφιακά γκοθ πάρτι, στον τελευταίο γύρο της έρευνας πεδίου της, πριν την υποστήριξη της διδακτορικής της διατριβής στο τέλος του έτους.

Η έμφαση της Μπους στους «μεγαλύτερους γκοθάδες» είναι που ξεχωρίζει τη δουλειά της από την υπόλοιπη βιβλιογραφία για τις γκοθ κοινότητες.

Όπως εξηγεί η ίδια και οι συνάδελφοί της στην Washington Post, οι μεσήλικες γκοθάδες, που ανήκουν στην κοινότητα εδώ και δεκαετίες, έχουν ακολουθήσει μια διαδρομή ζωής που δεν υφίσταται για τους λάτρεις μουσικών ειδών που δίνουν έμφαση στη νεότητα.

Πρώτα από όλα, η υποκουλτούρα αυτή τρέφει έναν βαθύ σεβασμό για το παλιό. «Στη μουσική, η έμφαση δεν δίνεται στη νεότητα», εξηγεί η Μπους. «Ασχολείται με καθολικά θέματα. Και σε λυρικό επίπεδο είναι πιο ευρεία από το μεγαλύτερο μέρος της ποπ. Για κάποιο λόγο, διαρκώς έρχεται στο μυαλό μου ένας στίχος των Cure, από την εισαγωγή στον δίσκο Pornography: «Δεν έχει σημασία αν θα πεθάνουμε όλοι».

«Οι γκοθάδες εκτιμούν την εμπειρία και την ιστορία. Και αυτό τους κάνει πιο κριτικούς απέναντι στη διαδικασία της γήρανσης», εξηγεί από την πλευρά της η Λόρεν Γκούντλαντ, μια καθηγήτρια λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Rutgers και μία εκ των επιμελητών του βιβλίου «Goth: Undead Subculture». Ανατριχιαστικές βικτοριανές κούκλες, στοιχειωμένα δισκοπότηρα, η εργογραφία του Έντγκαρ Άλαν Πόε: Τα σύμβολα των γκοθάδων τα πηγαίνουν καλά με τον χρόνο.

Οι συμμετέχοντες στην έρευνα της Μπους το επιβεβαιώνουν. Ένας βετεράνος γκοθάς και ιερέας σε αγγλικανική εκκλησία, ο οποίος δεν αντιμετωπίζει ως αντικρουόμενες τις δύο αυτές ιδιότητες, υποστηρίζει: «Ο Ιησούς ήταν η πιο αντικομφορμιστική φιγούρα που έχει ζήσει ποτέ». Μια παντρεμένη γυναίκα συζητά για τα «παραδοσιακά» ενδύματα των γκοθάδων: Μαύρα δερμάτινα τζάκετ για τους άνδρες, σκούροι βελούδινοι μανδύες για τις γυναίκες –και το αντίστροφο. Άλλωστε, τα γκοθ μπαρ χάνουν την πρωτιά μόνο από τα γκέι μπαρ για τη μεγαλύτερη αποδοχή του ανδρόγυνου.

Άλλος ένας συμμετέχων στην έρευνα, ο δημοφιλής DJ της darkwave σκηνής της Βαλτιμόρης με το όνομα Νέσκα, επαινεί την προθυμία των γκοθάδων να εξερευνήσουν συναισθήματα όπως η θλίψη και ο φόβος. «Πιστεύω ότι το σκοτάδι και το φως εξισορροπούνται απόλυτα μεταξύ τους και πιστεύω ότι είναι και τα δύο απαραίτητα προκειμένου να είναι κανείς ένας πλήρης άνθρωπος και να ζήσει τη ζωή του… Αν δεν υπήρχε το σκοτάδι, δεν θα εκτιμούσαμε το φως».

Η Μπους αναφέρει ότι η πόλη καταγωγής της στη Βαλτιμόρη είναι πιο γκοθ από τη Νέα Υόρκη ή την Ουάσινγκτον.

Μη μπορώντας να «τα έχουν όλα», πολλοί από τους μεγαλύτερης ηλικίας γκοθάδες φίλους της Μπους, οι περισσότεροι εκ των οποίων διανύουν τη δεκαετία των 50, αναγκάστηκαν να επιλέξουν αν θα συνεχίσουν τη διαδρομή τους στη γκοθ νυχτερινή ζωή ή θα κυνηγήσουν στόχους που να περιλαμβάνουν τις ανώτερες σπουδές και τη δημιουργία οικογένειας. Κάποιοι έβαλαν πρώτες τις γκοθ οικογένειές τους. «Οι ζωές τους δεν είναι τέλειες. Κανενός δεν είναι. Όμως μοιάζουν ικανοποιημένοι με τις επιλογές τους», εξηγεί η Μπους. «Πιστεύω ότι το γκοθ είναι ένας τρόπος οι άνθρωποι να μένουν χαρούμενοι».

Η φράση «χαρούμενοι γκοθάδες» ίσως ακούγεται οξύμωρη, όμως αυτό είναι το ζήτημα.

Η Μπους υποστηρίζει ότι η επιτυχής γήρανση των γκοθάδων σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ικανότητά τους να διαχειριστούν αντιτιθέμενες, θεωρητικά παράδοξες ενέργειες. Ας πάρουμε για παράδειγμα την ένταση των γκοθ συναισθημάτων: Αν και είναι απωθητική για ορισμένους, η προθυμία των γκοθάδων να αγκαλιάσουν σκοτεινά συναισθήματα όπως η απελπισία ή το σκοτάδι αντί να τα καταπιέσουν, ενδέχεται να αποδεικνύεται μακροπρόθεσμα υγιέστερη, ισχυρίζεται η Μπους. Αντίστοιχα ζωτική είναι και η ικανότητά τους να διακρίνουν το χιούμορ, την ειρωνεία και την ομορφιά σε φαινομενικά «άσχημες» εικόνες, όπως στα λουλούδια που ανθίζουν σε ένα νεκροταφείο ή στις παράξενες αδυναμίες ενός σώματος που γερνά. Σε μια κουλτούρα, για παράδειγμα, που ήδη αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες ως τρομακτικές, γιατί να μην αγκαλιάσεις αυτή την εντύπωση και να μη γίνεις η πιο εντυπωσιακή κυρία του σκότους που έχει περπατήσει ποτέ στη γη;

Σύμφωνα με τη Μπους, το πιο σημαντικό στοιχείο της υποκουλτούρας είναι η έντονη αίσθηση του ανήκειν στην κοινότητα. Οι γκοθάδες αισθάνονται ενωμένοι εξαιτίας της κοινής τους διαφορετικότητας: Όπως το έθεσε μια μεγαλύτερης ηλικίας γκοθού, είναι ευγνώμων που έχει μια σκηνή «με ανθρώπους της ηλικίας μου και ίσως λίγο μεγαλύτερους που ζουν ακόμη τη ζωή τους με τους δικούς τους όρους, που έχουν πει, «είμαι μεγαλύτερος αλλά και πάλι θέλω να βγω, και πάλι θέλω να ακούσω άγρια τρελή μουσική, και πάλι θέλω να έχω μια ακραία εμφάνιση».

Η Μπους πιστεύει ότι το ίδιο κοινοτικό πνεύμα θα βοηθήσει τους γκοθάδες να αντιμετωπίσουν και την πανδημία. Αυτά που ανακάλυψε εξερευνώντας τον κόσμο των ψηφιακών γκοθ βραδιών, την ενέπνευσαν: «Ανακαλύπτουμε νέους τρόπους να συνδεόμαστε μεταξύ μας».